Ναι, ήταν επιρρεπής στην γκάφα. Ναι, έτρεμε το φυλλοκάρδι σου ως οπαδός της Μπάρτσα όταν οι «άλλοι» πατούσαν περιοχή και έβλεπες ότι δεν ήταν στη μέρα του. Σε πλήρη αντιδιαστολή όμως, υπήρχαν και τέτοιες που τον… έφτυνες να μην τον ματιάσεις!
Ένιωθες πάνω του την επίδραση της σελήνης, δεν άφηνε τίποτα να πέσει κάτω ο άτιμος. Μία απ’ αυτές στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ το 2006, οπότε και υπέγραψε τη μεγαλύτερη βραδιά της ιστορίας των «μπλαουγκράνα», δεδομένου ότι τότε χωρίστηκε στο πριν και στο μετά.
Ο Βίκτορ Βαλδές δεν φημιζόταν για τη σταθερότητα του και ίσως για αυτό να παρεξηγήθηκε όσο λίγοι παίκτες που έχουν αντίστοιχο παλμαρέ. Αντίστοιχο παλμαρέ; Πόσοι είναι αυτοί που έχουν μετάλλια από τρία Τσάμπιονς Λιγκ, έξι πρωταθλήματα, ισάριθμα Σούπερ Καπ, δύο Παγκόσμια Κύπελλα Συλλόγων, ένα Μουντιάλ και ένα Euro; Από το 2003 έως το Μάρτη του 2014, που τσάκισε το γόνατό του, ήταν το αδιαμφισβήτητο νούμερο 1 στο τέρμα του πιο λαμπερού club στον κόσμο, γράφοντας 11 διαδοχικές γεμάτες σεζόν.
Ο Ράντομιρ Αντιτς τον έχρισε βασικό στο δεύτερο μισό της σεζόν 2002/03 και μαζί του «συμφώνησαν» Φρανκ Ράικαρντ, Πεπ Γκουαρδιόλα, Τίτο Βιλανόβα και Χεράρδο Μαρτίνο. Πολλά ειπώθηκαν για δαύτον, με βασική «κατηγορία» ότι αν δεν ήταν προϊόν της Μασία δεν θα έβρισκε ποτέ θέση στην 11αδα της Μπάρτσα. Μέγα λάθος! Αφενός μεν κανείς δεν ξέρει αν με άλλον γκολκίπερ θα είχαν κατακτήσει όλα αυτά οι Καταλανοί». Αφετέρου, η παράδοση του συγκεκριμένου συλλόγου με τους τερματοφύλακες είναι τόσο… θλιβερή, που λογικά στη συνείδηση των πρεσβύτερων θαμώνων του «Καμπ Νόου», ο Βαλδές έχει λάβει διαστάσεις «τιτάνα». Με αφορμή την απόφαση να κρεμάσει τα γάντια του, στα 35 χρόνια του, θυμόμαστε 5 λόγους για τους οποίους πρέπει οι απανταχού οπαδοί των «μπλαουγκράνα» να… πλένουν το στόμα τους προτού τον πιάσουν σε αυτό.
1. Χεσούς Ανγκόι
Κανείς δεν ξέρει γιατί έγινε τερματοφύλακας. Μηδέ ο ίδιος υποθέτουμε, καθώς όταν αντιλήφθηκε ότι είχε πάρει λάθος δρόμο το γύρισε στο αμερικάνικο ποδόσφαιρο! Πιο βύσμα τσουρουφλίζεσαι από τα βολτ. Ο τύπος διπλάρωσε την κόρη του Γιόχαν Κρόιφ, Σαντάλ και μέσω… αυτής κατάφερε να ανέλθει στην ιεραρχία. Τη σεζόν 1995-96, όταν τραυματίστηκε ο Κάρλες Μπουσκέτς, ο Κρόιφ, που στο μεταξύ τον είχε κάνει γαμπρό του, τον προτίμησε από τον Γιούλεν Λοπετέγι.
Δεν τον άντεξε όμως κι αυτός για πάνω από τέσσερα ματς. Ο Ανγκόι επέστρεψε άμεσα στον πάγκο και φυσικά αποτέλεσε παρελθόν από το σύλλογο, όταν στο τέλος της σεζόν τον εγκατέλειψε ο θρυλικός πεθερός του. Δοκίμασε την τύχη του στη β’ κατηγορία με την Κόρδοβα, αλλά δεν βρήκε φανέλα βασικού και ένα χρόνο μετά εγκατέλειψε το ποδόσφαιρο.
Την επόμενη επταετία διέπρεψε ως Kicker των Barcelona Dragons, την επαγγελματική ομάδα αμερικανικού ποδοσφαίρου της Βαρκελώνης, που μετείχε στην ευρωπαϊκή NFL. Με 328 πόντους ο Ανγκόι αναδείχτηκε σε έναν από τους κορυφαίους σκόρερ σε διεθνές επίπεδο, αφήνοντας άπαντες να αναρωτιούνται «τι δουλειά είχε αυτό το παιδί με τα γάντια στα χέρια».
2. Κάρλες Μπουσκέτς
Υπήρξε ο «πρόδρομος» του Γκάμπορ Κίραλι, φορώντας πάντα φόρμα. Οι επικριτές του τον αποκαλούσαν «τερματοφύλακα χάντμπολ», απρόθυμοι να τον βλέπουν σε ποδοσφαιρικό γήπεδο. Είχαν τα δίκια τους. Ο πατέρας του Σέρχι Μπουσκέτς ήταν ανά πάσα στιγμή ικανός για τη μεγαλύτερη γκάφα. Όπως φαίνεται και στο βίντεο έκανε απίθανα πράγματα που δύσκολα συναντάς και στα τσικό. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο όμως μέτρησε 79 συμμετοχές στην Μπάρτσα από το 1990 έως το 1999.
Στον Γιόχαν Κρόιφ άρεσε η ευχέρεια του να παίζει με τα πόδια και η αποτελεσματικότητα του στα μακρινά σουτ. Ούτε στο passing game όμως ήταν συνεπής, ενώ στις εξόδους έπρεπε να σπάσεις το κεφάλι σου για να βρεις χειρότερο. Μετά τη συντριβή στον τελικό της Αθήνας από τη Μίλαν το 1994, ο Ολλανδός έδιωξε τον Αντονι Θουμπιθαρέτα και τον έχρισε Νο 1. Οι αντιδράσεις από το κοινό της Μπάρτσα ήταν μεγάλες, παρά ταύτα όμως ο «Μπούσι» ο πρεσβύτερος άντεξε μια διετία ως βασικός. Χάρισε τότε κάποια επικά χάι-λάιτς στους… ιστορικούς του μέλλοντος, που ακόμα απορούν με την ανέλιξη του.
Όταν το 1997 ανέλαβε ο Μπόμπι Ρόμπσον ο Μπουσκέτς έγινε αναπληρωματικός του Βίτορ Μπαΐα. Δύο χρόνια αργότερα δεν βρήκε καν συμβόλαιο στη μεγάλη κατηγορία και υπέγραψε στην Γέιδα. Με αυτόν κάτω απ’ τα δοκάρια η μικρή καταλανική ομάδα υποβιβάστηκε στη Γ’ κατηγορία το 2001. Ο Μπούσι το είχε πάρει το μήνυμα. Ένα χρόνο αργότερα ήταν βετεράνος.
3. Ρισάρ Ντιτριέλ
Ίσως η πιο κομική περίπτωση απ’ όλες. Το 1996 η Θέλτα τον απέκτησε από την Παρί Σεν Ζερμέν και για μια τετραετία έκανε εξαιρετικές εμφανίσεις με τους Γαλιθιάνους. Για χάρη του η Μπάρτσα χάλασε τις σχέσεις της με τη Θέλτα, πληρώνοντας το 2000 τη ρήτρα των 700 εκατ. πεσετών για την αποδέσμευση του. Πολύ μεγάλο ποσό για την εποχή (σημερινά περίπου 4 εκατ. ευρώ), ιδίως για τερματοφύλακα.
Ο Ντιτριέλ ήταν ένας απ’ αυτούς τους παίκτες που καταρρέουν με συνοπτικές διαδικασίες από το βάρος της φανέλας. Υπέπεφτε σε ερασιτεχνικά λάθη και ύστερα από μια διετία με 15 μόλις συμμετοχές, παραχωρήθηκε στην Αλαβές.
4. Ρομπέρτο Μπονάνο
Αφίχθη μετά βαΐων και κλάδων το 2001 στην Μπάρτσα, ως ένας από τους καλύτερους γκολκίπερ της Λατινικής Αμερικής. Σε πέντε χρόνια καριέρας με τη Ρίβερ Πλέιτ είχε κατακτήσει τα πάντα, συμπεριλαμβανομένου του Κόπα Λιμπερταδόρες. Από τη στιγμή που πάτησε το πόδι του στη Βαρκελώνη δεν έπαιξε ξανά στην Εθνική Αργεντινής. Έγραψε 51 συμμετοχές σε μια διετία, αφού η υπομονή του Λορένσο Σέρα Φερέρ και του Κάρλες Ρέσακ μαζί του αποδείχτηκε… γαϊδουρινή.
Δεν κατέκτησε τίποτα με την Μπάρτσα και το 2003 παραχωρήθηκε στη νεοπροαχθείσα Μούρθια. Η οποία τη σεζόν 2003/04 υποβιβάστηκε ως τελευταία, με τον Μπονάνο να παίζει σε 11 ματς. Έκτοτε βρήκε καταφύγιο για μια τετραετία στην Αλαβές, παίζοντας τρία χρόνια στη Β’ κατηγορία και ένα στη La Liga, καθώς με αυτόν κάτω από τα δοκάρια οι Βάσκοι υποβιβάστηκαν άμεσα το 2006…
5. Πέπε Ρέινα
Φανταστείτε έναν γκολκίπερ που κάνει ντεμπούτο στην πρώτη ομάδα λόγω τραυματισμών του Ρισάρ Ντιτριέλ και του Φρανσέκ Αρνάου (θα ήταν ο έκτος της λίστας μας, αλλά τη γλίτωσε στο τσακ…). Και που εν τέλει εκτοπίζεται από το club λόγω της έλευσης του Ρομπέρτο Μπονάνο! Ο Πέπε Ρέινα έχει καταφέρει να «κοροϊδέψει» ομαδάρες και ομαδάρες στην καριέρα του, αλλά… περιέργως με την Μπάρτσα δεν τα κατάφερε πάνω από μία διετία (2000-2002).
Έπαιξε σε 30 ματς και αφού αντιλήφθηκαν ότι παρακολουθούσε κρυφά βίντεο του Κυριάκου Τοχούρογλου για να ξεπατικώσει την τεχνική του στο μπλονζόν, τον έστειλαν δανεικό στη Βιγιαρεάλ. Εκεί, για να είμαστε δίκαιοι, ο Πεπ είχε (για τελευταία φορά στην καριέρα του) καλή απόδοση και ένα χρόνο αργότερα οι Βαλενθιάνοι πλήρωσαν στην Μπάρτσα 6 εκατ. ευρώ για να τον αποκτήσουν. Έστειλαν μάλιστα ως αντάλλαγμα στη Βαρκελώνη και τον Ζουλιάνο Μπελέτι, σε ένα deal, που μνημονεύεται ακόμα ως «κλοπή εκκλησίας» στα πέριξ του «Καμπ Νόου»!
Γενικώς, η μετάβαση από τον Άντονι Θουμπιθαρέτα στον Βίκτορ Βαλδές υπήρξε μια πονεμένη ιστορία για την Μπάρτσα. Ούτε λίγο, ούτε πολύ 18 τερματοφύλακες απέτυχαν σε ισάριθμα χρόνια, με εξαίρεση ίσως τον Ολλανδό Ρούουντ Χεσπ (1997-2000), που έπαιξε σε 95 ματς πρωταθλήματος, συμβάλλοντας καθοριστικά στην κατάκτηση του νταμπλ το 1998.
Ο προαναφερόμενος Αρνάου και ο Τούρκος Ρουστού Ρετσμπέρ, που σε μια διετία (2003-05) έπαιξε τέσσερα ματς, θα μπορούσαν άνετα να αυξήσουν κατά δύο ονόματα τη λίστα μας. Ούτε ο Βίτορ Μπαΐα (1996-99, 39 αγώνες) κατάφερε να μακροημερεύσει, ενώ και τη σήμερον ημέρα, ο Μαρκ-Αντρέ Τερ Στέγκεν ουδόλως αναγνωρίζεται ως «τέρας» αξιοπιστίας. Για αυτό απαιτούμε να αποκατασταθεί εδώ και τώρα η υστεροφημία του συζύγου της Κολομβιανής καλλονής Γιολάντα Καρντόνα (αυτό που το πάτε;). Είναι δυνατόν στην τελική ο πατέρας τριών παιδιών της κυρίας να μη συνιστά επιτομή της επιτυχίας;