Οι μεγάλες διοργανώσεις είναι μια ευκαιρία για κάθε εθνική ομάδα να «συστηθεί» ξανά στο κοινό. Να δώσει δείγματα γραφής της προόδου ή όχι που έχει συντελεστεί στο μεσοδιάστημα μεταξύ δύο σπουδαίων αθλητικών γεγονότων. Για την Βραζιλία ελάχιστοι θυμούνται οτιδήποτε ακολούθησε εκείνο το βράδυ που η «σελεσάο» κακοποιήθηκε βάναυσα από την Γερμανία στον ημιτελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου σε απευθείας μετάδοση. Ήταν τόσο σκληρές οι εικόνες στον αγωνιστικό χώρο και την εξέδρα που ο χρόνος σταμάτησε εκεί. Κανείς δεν ενδιαφέρεται για το τι συνέβη στον μικρό τελικό ή δίνει ιδιαίτερη σημασία στα δύο αποτυχημένα Κόπα Αμέρικα που ακολούθησαν και πιστοποίησαν την κρίση του ποδοσφαίρου στη χώρα του καφέ.
Τυχεροί που δεν γεννήθηκαν 20-30 χρόνια νωρίτερα
Εάν ένα τέτοιου μεγέθους κάζο, όπως εκείνο το μυθικό 7-1, είχε συμβεί λίγες δεκαετίες πίσω, το μέλλον όσων συνέδεσαν το όνομά τους με τον διασυρμό θα ήταν εξαιρετικό θολό και δυσοίωνο. Αποδείχθηκε όμως ότι οι εποχές που Βραζιλιάνοι οπαδοί φούνταραν από τις στέγες των σπιτιών τους και μέλη της εθνικής δαιμονοποιούνταν κι έμεναν στο ποδοσφαιρικό περιθώριο πέρασαν ανεπιστρεπτί. Μετά το τέλος του Μουντιάλ συνέχισαν να απολαμβάνουν τα παχυλά συμβόλαια που τους προσφέρουν οι σύλλογοί τους και ξεπέρασαν σχεδόν αναίμακτα τον πρωτοφανή διασυρμό.
Έτσι κι αλλιώς ο όρος «διεθνής Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής» έχει πάψει από καιρό να χαρακτηρίζει απλά φυσικά πρόσωπα και αναφέρεται κυρίως σε ανώνυμες εταιρείες. Σε ένα στρατό ατζέντηδων, εκπροσώπων, νομικών, λογιστών, image makers, ειδικών social media, υπευθύνων marketing και κάθε λογής παρατρεχάμενων που ταΐζονται από την υπεραξία που δημιουργούν οι σύγχρονοι αστέρες της μπάλας, ακόμη κι αν η λάμψη τους συντηρείται περισσότερο από τους χορηγούς και λιγότερο από τα κατορθώματά τους στο γήπεδο. Πλέον τα φώτα επιστρέφουν σε αυτούς λόγω της… λαϊκής απαίτησης να χάσουν από την Χιλή στα προκριματικά του Μουντιάλ, με την ελπίδα πως αυτό θα αφήσει εκτός τελικής φάσης την Αργεντινή. Τα ξημερώματα της Τετάρτης η «αλμπισελέστε» παίζει το αύριο και την τιμή της στον Ισημερινό, αλλά σε αυτήν την εξίσωση μπήκε και η άσπονδη γειτόνισσα Βραζιλία. Για πολύ λάθος λόγους που μάλλον υποτιμούν εκείνοι που προτρέπουν τους παίκτες σε… στήσιμο.
Ένα κοκτέιλ ταλέντου κι αλεγκρίας, με γερή δόση ποδοσφαιρικής αφέλειας
Το παράξενο με τους «καριόκας», όπως τους λέγαμε παλιότερα, είναι ότι παρά τον αριθμό ρεκόρ των 5 τροπαίων Παγκοσμίου Κυπέλλου, δεν έκαναν φίλους μόνο εξαιτίας της πρωτοκαθεδρίας τους στη λίστα. Η ηγεμονία τους στο άθλημα στηρίχθηκε και στην αγάπη για τον διαφορετικό τρόπο προσέγγισης του σπορ, όπως αυτό είναι σε τελική ανάλυση. Ως ένα παιχνίδι το οποίο στη συνείδηση του κόσμου παίζεται καλύτερα από τους τύπους που το μαθαίνουν από τις βρώμικες, συνωστισμένες γειτονιές με τις φαβέλες μέχρι τις πολύβουες παραλίες του Ρίο. Μνημονεύεται για την μίξη φαντασίας, ταλέντου και αφέλειας που πολλές φορές οδήγησε την μπάλα σε οργασμικές λεωφόρους, δίχως να συνοδεύεται απαραίτητα από τίτλους. Με αποκορύφωμα την ομάδα του ’82 που θα παραμένει η πιο «αποτυχημένη επιτυχία» στα χρονικά του ποδοσφαίρου.
Στήνονται μωρέ τα… παλικάρια;
Σταδιακά η Βραζιλία αποποιήθηκε ένα κομμάτι της ίδιας της ταυτότητάς της παίζοντας πιο συντηρητικά, αλλά το άτιμο το dna δεν την άφηνε να ξεφύγει εντελώς από το παρελθόν της. Πάσχισε και κατάφερε να ξαναβγεί στην επιφάνεια και να εκφραστεί με παίκτες όπως ο Ροναλντίνιο, ο Ρονάλντο, ο Ριβάλντο, ο Ρομάριο, ο Μπεμπέτο και κάμποσοι άλλοι που την οδήγησαν ξανά στο πεπρωμένο της. Ο ημιτελικός του 2014, μπροστά στο κοινό της, ήταν η πιο τραυματική εμπειρία και συνάμα ό,τι πιο ταπεινωτικό θα μπορούσε να συμβεί σε αυτήν την ομάδα. Μια μαύρη σελίδα, ίσως η χειρότερη στην ιστορία της. Εάν η Αργεντινή δεν καταφέρει να είναι παρούσα στα τελικά της Ρωσίας, θα έχει καταγράψει κι εκείνη μία τέτοια.
«Κινδυνεύει», όμως, η δική της αποτυχία να περάσει σε δεύτερη μοίρα στη συλλογική μνήμη. Δηλαδή σε λίγα χρόνια να μην γίνονται αφιερώματα για «τη χρονιά που ο Μέσι και οι υπόλοιποι δεν προκρίθηκαν στο Παγκόσμιο Κύπελλο», αλλά για «τη χρονιά που η Βραζιλία έκατσε κι έχασε για να μην προκριθεί η Αργεντινή». Και κάτι τέτοιο δεν είναι παράσημο, αλλά όνειδος που θα συνοδεύει για πάντα την πιο διακοσμημένη φανέλα εθνικής ομάδας στον κόσμο.
Νοοτροπία μικρής ομάδας
Βραζιλιάνοι και Αργεντινοί έχουν τις παραδοσιακές διαφορές του και το ποδόσφαιρο πάντα αποτελούσε ένα πεδίο αντιμαχίας και αντιπαράθεσης. Κατά κύριο λόγο, όμως, αυτή η διαμάχη συντηρήθηκε και απέκτησε μυθική διάσταση χάρις στη θετική της πλευρά και στην αέναη προσπάθεια της κάθε πλευράς να επικρατήσει της άλλης. Βγάζοντας καλύτερους παίκτες, κυριαρχώντας στο διεθνές στερέωμα, στελεχώνοντας με προϊόντα της τους μεγαλύτερους συλλόγου του πλανήτη. Σε αυτό το επίπεδο συντελείται ένα κρας τεστ δεκαετιών. Εάν οι Βραζιλιάνοι ενδώσουν στις σειρήνες που ζητούν τιμωρητική για την Αργεντινή ήττα της «σελεσάο», θα έχουν κάνει μόνοι τους εκπτώσεις στο μεγαλείο τους. Θα «κοντύνουν» το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα μιας χώρας που «τάιζε» με περηφάνια τους οπαδούς του, μέσα από τις δικές του επιτυχίες και όχι τις συμφορές των άλλων.
Μόνο και μόνο το γεγονός ότι σε αυτή την υπόθεση ορισμένοι εμπλέκουν τη στάση του Νεϊμάρ προς την Μπαρτσελόνα μετά τη μετακίνησή του στην Παρί και το ενδεχόμενο να την «πει» έτσι στον Μέσι, είναι μειωτικό και για τον ίδιο τον Βραζιλιάνο και για την εθνική της χώρας του. Ένας άνθρωπος για τον οποίο δαπανήθηκε το αδιανόητο ποσό των 220 εκατ. €, θα έπρεπε ως κυρίαρχη σκέψη στο μυαλό του να έχει το πώς θα ξεπεράσει σε αγωνιστική αξία τον παίκτη από του οποίου τη σκιά θέλησε να ξεφύγει.
Μια ντροπή που δεν ταιριάζει στη «σελεσάο»
Το να εμπλακούν 5 τρόπαια Μουντιάλ σε ατομικά γινάτια ή στα «θέλω» ορισμένων που γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια το fair play, είναι μια ντροπή που δεν αξίζει στη «σελεσάο». Και μπορεί για εκείνη της 7άρας από την Γερμανία τα συγκλονισμένα από τα σοκ πρόσωπα στις εξέδρες να δημιουργούσαν μια συμπάθεια, αλλά για αυτή που θα προκαλέσει ένα ξετσίπωτο στήσιμο με θύμα την Αργεντινή, δεν θα υπάρξει καμία συγχώρεση.
Στη διαχείριση της μεγαλειώδους κληρονομιάς που έχει αφήσει η Βραζιλία στην ποδοσφαιρική ανθρωπότητα δεν χωρούν καιροσκοπικές μικρότητες. Ούτε το επιχείρημα ότι -και καλά- έτσι θα έχει έναν αντίπαλο λιγότερο το επόμενο καλοκαίρι μπορεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα.