Μάρκο Φαν Μπάστεν ή Ρονάλντο: Ποιος ήταν ο πληρέστερος επιθετικός της ιστορίας;

Η ιδιοφυΐα του απόλυτου αρτίστα - εκτελεστή απέναντι στο πιο καθαρόαιμο «εργοστασιακό» μοντέλο

Εουσέμπιο, Γκερντ Μίλερ, Ρομάριο, Τιερί Ανρί. Η επιτομή του «9». Ο καθένας τους σημάδεψε μια διαφορετική εποχή. Υπηρετώντας όσο λίγοι την τέχνη του γκολ.

Αν έπρεπε όμως να στήσουμε ένα debate για τον καλύτερο σέντερ φορ όλων των εποχών (εξαιρουμένων των Πελέ, Πούσκας και Ντι Στέφανο που δεν ήταν οι κλασικοί φουνταριστοί), κανείς εκ των τεσσάρων δεν θα είχε θέση. Μόνο για δύο έμοιαζε ταβάνι ο ουρανός. Αν δεν υπήρχε ο ένας, για τον άλλο θα ίσχυε αυτό που οι Άγγλοι ονομάζουν «second to none».

Συνέπεσαν μόνο για δύο χρόνια. Όταν ο ένας έπαιζε για τελευταία φορά στην καριέρα του, «προδομένος» από την αχίλλειο πτέρνα του, ο άλλος ξεκινούσε να δείχνει ότι η κουβέντα για τον πληρέστερο φορ που κλώτσησε μπάλα, δεν έχει κλείσει.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 η σχολή του total football παρήγαγε το μοναδικό μοντέλο που δεν είχε παράξει ακόμα. Αυτό του total finisher. Ναι, ήταν ο απόλυτος εκτελεστής. Η τελειότητα διάσπαρτη στα 188 εκατοστά του. Η φινέτσα και η πλαστικότητα στις κινήσεις παρέπεμπαν σε γονίδια ενός χορευτή.

Για καλή τύχη όσων (μεγαλώνοντας) εθιστήκαμε στην μπάλα ένα «κλικ» παραπάνω για χάρη του, ο Μάρκο Φαν Μπάστεν έγινε ποδοσφαιριστής.

Έτοιμος ανά πάσα στιγμή για το απίθανο. Λάθος: έτοιμος ανά πάσα στιγμή να κάνει το απίθανο να μοιάζει απλό. Δεν είχε «καλό» πόδι και τα δύο σκότωναν από οποιαδήποτε απόσταση. Εκείνο το βελούδινο, πρώτο άγγιγμα, πολλές φορές αρκούσε. Η τεχνική κατάρτιση και η οξυδέρκεια δεν είχαν συνδυαστεί ποτέ έως τότε σε τέτοιο βαθμό στη θέση που ο ίδιος τελειοποίησε.

Ταχύτατος (για το ύψος του) στην κίνηση και στη σκέψη, έμοιαζε σαν να είχε βγει από τις ιστορίες του Ερίκ Καστέλ. Με ορισμένα γκολ – ραψωδίες, που θα διδάσκονται εσαεί στα σεμινάρια.

Όλοι θυμούνται το εκπληκτικό στον τελικό του Euro ’88 κόντρα στη Σοβιετική Ένωση, αλλά το πραγματικό αριστούργημα του ήταν εκείνο στο «Μπερναμπέου» στον ημιτελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1989. Τότε που πήρε μια σέντρα οριακά εντός μεγάλης περιοχής και με μια «αρρωστημένη» κίνηση ανέτρεψε τους νόμους της φυσικής. Πως γίνεται μια κεφαλιά – ψαράκι με το σώμα σε αντίθετη φορά να στέλνει την μπάλα με τόση δύναμη στο δοκάρι; Ο Ισάακ Νεύτων ίσως να μπορούσε να μας το εξηγήσει…

Προτού αφήσει άγαλμα τον Ρινάτ Ντασάεφ με το εκτός λογικής βολέ στην κίνηση στον τελικό του Μονάχου, χρειάστηκε να κλείσει το σπίτι της Δυτικής Γερμανίας στον ημιτελικό του Αμβούργου.

Αν έπρεπε κάποιος να ξεπληρώσει το γραμμάτιο στους «άσπονδους εχθρούς» για την οδυνηρή ήττα των «οράνιε» στον τελικό του Μουντιάλ το ’74, ποιος άλλος θα ήταν ο εκλεκτός; Με το σκορ στο 1-1 και το ρολόι να δείχνει το 88’, ο Γιούργκεν Κόλερ φαίνεται να έχει καλύτερες πιθανότητες για να φτάσει πρώτος στην μπάλα, μετά την πάσα του Γιαν Βάουτερς.

Ναι, αλλά δίπλα του είναι αυτός που τον έπιασε… κορόιδο και 14 λεπτά νωρίτερα, κερδίζοντας το πέναλτι με το οποίο ο Κούμαν έφερε το παιχνίδι στα ίσια. Βλέποντας ο Φαν Μπάστεν ότι δεν προλαβαίνει την μπάλα, οριζοντιώνεται και με τάκλιν αμυντικού τη στέλνει στη γωνιά του Άικε Ίμελ για το 1-2. Ένα μαγικό άγγιγμα – μία πρόκριση – η μοναδική κούπα στην ιστορία της Εθνικής Ολλανδίας. Με τον ίδιο να φτάνει στον τελικό τα πέντε γκολ, σε ισάριθμα παιχνίδια στο τουρνουά.

Ένα τέτοιο και μόνο άγγιγμα αρκούσε στην Μίλαν για να στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης και το 1990, νικώντας με 1-0 την Μπενφίκα. Σε μια εποχή που η στατιστική του ποδοσφαίρου δεν νοιαζόταν τόσο για τις ασίστ, ο Φαν Μπάστεν θα έπρεπε να νιώθει αδικημένος σε σύγκριση με τους μεταγενέστερους. Διότι η δημιουργία ήταν επίσης ένα από τα όπλα στο ρεπερτόριο του.

Πριν υποδεχτεί την μπάλα από τον Αλεσάντρο Κοστακούρτα τον τελικό της Βιέννης, έχει αντιληφθεί ήδη το σπριντ του Φρανκ Ράικαρντ. Η ταχύτητα της δικής του μεταβίβασης κόβει την άμυνα στα δύο και ο Ράικαρντ φροντίζει για τα υπόλοιπα, (συν)υπογράφοντας το back to back των «ροσονέρι» με γκολ στο 67’.

Κανείς δεν ξέρει σε ποια θέση στην πυραμίδα των ποδοσφαιρικών «ηρώων» θα είχε καταταγεί στις συνειδήσεις μας ο «Κύκνος της Ουτρέχτης» αν ήταν υγιής. Χτυπημένος αλύπητα από τους τραυματισμούς και από τις κλοτσιές των αμυντικών της Serie A, κρέμασε ουσιαστικά τα παπούτσια του πριν κλείσει τα 29. Για την ακρίβεια 28 και έξι μηνών, καθώς το τελευταίο ματς της καριέρας του ήταν ο τελικός του Τσάμπιονς Λιγκ του 1995.

Για μια ολόκληρη διετία προσπαθούσε να επιστρέψει, αλλά οι διαδοχικές επεμβάσεις στον αστράγαλο είχαν προαποφασίσει το πρόωρο φινάλε. Το ανακοίνωσε επίσημα το 1997, δέκα χρόνια μετά τον πρώτο σοβαρό τραυματισμό στο ίδιο σημείο που τον υποχρέωσε να παίξει μόνο σε 11 ματς πρωταθλήματος την παρθενική του σεζόν στη Μίλαν (1987-88).

Ήταν τότε που ένας 21χρονος έπαιρνε κατά συρροή αμπάριζα τις αντίπαλες άμυνες στην Ισπανία, βροντοφωνάζοντας «φαινόμενο είμαι εγώ». Παρουσιάζοντας τη δική του εκδοχή στο μοντέλο του τέλειου επιθετικού. Ταχύτητα, δύναμη, εκρηκτικότητα, ντρίμπλα, φαντασία, όλα σε πλεονάσμα και σε πρωτόγνωρη αρμονία.

Ο Ρονάλντο της Μπαρτσελόνα τη σεζόν 1996-97, με τα 47 γκολ σε 49 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις, είναι η διαστημική, η play station «απάντηση» στην ιδιοφυΐα του Ολλανδού. Δεν χρειάζονται πολλά λόγια, ο τύπος σακάτεψε δις τα γόνατα του και έμεινε συνολικά 661 ημέρες εκτός γηπέδων. Δεν ξέραμε αν θα παίξει ξανά μπάλα, αλλά επέστρεψε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002 για να διδάξει άλλη μία φορά πώς παίζεται η μπάλα.

Αφήνοντας παρακαταθήκη ένα έπος στην ιστορία των Μουντιάλ, όπως αυτό.

Για να γραφτεί το 5ο κεφάλαιο του βραζιλιάνικου μύθου στα Παγκόσμια Κύπελλα, ο Ρονάλντο έβαλε συνολικά οχτώ γκολ, τα δύο εκ των οποίων στον τελικό κόντρα στη Γερμανία. Τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε καταρρεύσει μυστηριωδώς ανήμερα του τελικού και εκείνη η «επιληπτική κρίση» παρέσυρε τη Σελεσάο στην ήττα – αμαχητί από τη Γαλλία στο Παρίσι.

Το σαράκι που τον έτρωγε μέσα του αποδείχτηκε πιο ισχυρό από τις δύο επεμβάσεις χιαστών. Ένα τέτοιο come back μπορεί να ανήκει μόνο στον παίκτη που ερίζει για τον τίτλο του κορυφαίου επιθετικού της ιστορίας.

Οι τραυματισμοί συνεχίστηκαν και μετά τη μετακόμιση του στη Μαδρίτη, αλλά παρά τα διαδοχικά προβλήματα ο Ρονάλντο έβαλε 84 γκολ με τη Ρεάλ την τριετία 2002-2005. To 2003 το «Ολντ Τράφορντ» σηκώνεται στο πόδι για να τον τιμήσει με standing ovation μετά τον αποκλεισμό της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από τη Ρεάλ με το δικό του χατ-τρικ!

Είναι η σεζόν (2003-04) που η Ρεάλ βρίσκεται σε τροχιά τρεμπλ, αλλά ένας νέος τραυματισμός τον αφήνει εκτός της τελικής ευθείας. Οι Μαδριλένοι τελικά χάνουν τα πάντα, ενώ ο ίδιος ολοκληρώνει τη σεζόν με 31 γκολ και αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με 24.

Από τη μία ο αριστοκράτης, ο «άρχοντας» της φανέλας με το Νο. 9. Και από την άλλη η επιτομή της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους στα σπορ. Ποιος ήταν ο πιο χαρισματικός; Απάντηση ασφαλώς δεν μπορεί να δοθεί, είναι καθαρά θέμα γούστου.

Μοιάζει με ειρωνεία της μοίρας ότι οι δυο πιο προικισμένοι είχαν και κάτι άλλο τόσο κοινό: την ατυχία να υποφέρουν μέσα από τόσους σοβαρούς τραυματισμούς. Εκτός κι αν αμφότεροι συμμάχησαν από νωρίς με το… διάβολο. Και σε αντάλλαγμα παροχής αυτών των διαολεμένων ικανοτήτων, συμφώνησαν να πληρώσουν τίμημα βαρύ: σφυρηλατώντας το μύθο τους σε μια βραχύβια, «ματωμένη» καριέρα.