Το τελευταίο γραμμάτιο που έχει να ξεπληρώσει ο Σπανούλης

Μπορεί να καθυστερήσουν τα σημάδια του χρόνου, μασκαρεύοντας, μακιγιάροντας και καλύπτοντας τις αδυναμίες που δημιουργεί, αλλά άπαξ και ξεκινήσει η διαδικασία… απόσυρσης, αυτή είναι μη αναστρέψιμη

Μόνο μία εκκρεμότητα έμεινε να τακτοποιηθεί πριν ο Βασίλης Σπανούλης κλείσει οριστικά τους λογαριασμούς του με την ιστορία, ως μπασκετμπολίστας.  Αυτή που αφορά τις τελευταίες παραστάσεις του πριν αποφασίσει εκείνος να πει το μεγάλο (και πάντα δύσκολο όταν μιλάμε για αθλητές αυτού του βεληνεκούς) αντίο στο χώρο στον οποίο κυριάρχησε -και φορές μονοπώλησε- με την παρουσία και τις επιλογές του μέσα κι έξω από το παρκέ. Αν διαβάσεις τα σχόλια μετά τις ήττες του Ολυμπιακού στα ματς με την ΑΕΚ και την Μπάμπεργκ, θα καταλήξεις στο συμπέρασμα ότι αποκλειστικά υπεύθυνος για την ατυχή κατάληξη των αγώνων ήταν ο Σπανούλης. Όσοι είδαν τα ματς (γιατί πολλοί είναι εκείνοι που εκφράζουν γνώμη χωρίς να έχουν μπει στον κόπο να τα παρακολουθήσουν) έχουν ελαφρώς διαφορετική άποψη.

Συντάσσονται με τους παραπάνω σε ό,τι αφορά το παιχνίδι με την Ένωση, αλλά διαφοροποιούνται στο δεύτερο σκέλος. Εκείνο που σχετίζεται με την ολοκληρωτική κατάρρευση των ερυθρολεύκων στη Βαμβέργη, η οποία κορυφώθηκε στην τελευταία φάση. Εκεί όπου αποτυπώθηκε η αδυναμία του αρχηγού να σκαρώσει μια στοιχειωδώς δομημένη επίθεση που θα έβγαζε υπό πίεση ένα σουτ με κάποιες (καλές ή λιγότερο καλές) προϋποθέσεις, ένα κανονικό σουτ. Ήταν, όμως, τέτοια η δύναμη της εικόνας με το μνημειώδες «βραχυκύκλωμα», που αποδείχθηκε αρκετή για να τον τοποθετήσει στο επίκεντρο του κάδρου των ευθυνών.

Αυτή η… νύχτα μένει

Εάν αυτή η φάση είχε συμβεί 2-3 χρόνια νωρίτερα, η κουβέντα θα εξελισσόταν με διαφορετικούς όρους. Τώρα έγινε υπό το βάρος των 35 (και κάτι ψιλά) χρόνων που κουβαλά στις πλάτες του, αλλά και μέσα από το πρίσμα της δίμηνης αποχής του λόγω τραυματισμού. Η συζήτηση μετατοπίστηκε (και περιορίστηκε) στο αν τα πόδια του αρχηγού αντέχουν ακόμα και κάτω από ποιες προϋποθέσεις. Όταν ο Kill Bill ανακοίνωσε στις 17 Σεπτεμβρίου 2015 πως αποχωρεί από την Εθνική, σίγουρα το έκανε με πόνο καρδιάς (15… χρονάκια είχε περάσει φορώντας τα γαλανόλευκα) αλλά με γνώμονα το πώς σχεδίαζε ο ίδιος στο μυαλό του τις τελευταίες σεζόν του στα παρκέ. Το αν θα ήταν αυτές 2, 4 ή 5 το ήξερε (ή τουλάχιστον το φανταζόταν) μόνο ο ίδιος.

Άλλωστε το τέλος της καριέρας ενός αθλητή πολλές φορές δεν υπακούει ούτε συμμορφώνεται με τα «θέλω» και τις «επιλογές» του. Υπάρχει πάντα το παράδειγμα του Νίκου Γκάλη, το «αντίο» του οποίου σόκαρε έτσι όπως ήρθε. Αυτό του Δημήτρη Διαμαντίδη, που προανήγγειλε ένα χρόνο πριν την απόσυρσή του και πέρασε την ψυχοφθόρο και αποθεωτική διαδικασία της καθολικής αναγνώρισης. Αλλά κι εκείνο του Φώτση, ο οποίος προτίμησε αντί για την άκρη του πάγκου του Παναθηναϊκού ή μια ύστατη αρπαχτή, να επιστρέψει εκεί από όπου είχε ξεκινήσει το ταξίδι του. Τον Ηλυσιακό. Από την άλλη, έχεις και τον Ναβάρο, που επιμένει να διεκδικεί περισσότερο με το όνομα και το βιογραφικό παρά με βάση την αγωνιστική κατάστασή του, χρόνο στην Μπαρτσελόνα.

Όταν τα σχέδια «καίγονται» από την ίδια τη ζωή

Η χρονιά που ξεκίνησε με τον Σπανούλη να αποχωρεί από την Εθνική ολοκληρώθηκε με έναν προσωπικό και συλλογικό θρίαμβο. Στο πρωτάθλημα που κατέκτησε ο Ολυμπιακός υπήρχε φαρδιά-πλατιά η υπογραφή του. Πρόλαβε να χωρέσει σε εκείνα τα ελάχιστα εκατοστά που χώρισαν το χέρι του 3D από την μπάλα και αποδείχτηκαν αρκετά για να κρίνουν τον τίτλο. Πολλοί υποστήριξαν πως αυτό το κενό δεν θα υπήρχε αν ο Μήτσος ήταν νεότερος. Δεν ήταν, όμως, μόνο τα «μπασκετικά γηρατειά» του αρχηγού του Παναθηναϊκού που έκαναν την διαφορά. Ισότιμη στη δημιουργία αυτού του ιστορικού στιγμιότυπου υπήρξε και η συνεισφορά της «μπασκετικής ωριμότητας» του αντιπάλου του.

Όταν ο άνθρωπος καβατζάρει τα 30, το πέρασμα του χρόνου αφήνει διαφορετικά το αποτύπωμά του.  Κανείς, ούτε καν οι αθλητές, δεν μπορεί να ξεφύγει από τον κανόνα. Μπορεί να καθυστερήσουν τα σημάδια του, μασκαρεύοντας, μακιγιάροντας και καλύπτοντας τις αδυναμίες που δημιουργεί, αλλά άπαξ και ξεκινήσει η διαδικασία… απόσυρσης, αυτή είναι μη αναστρέψιμη. Το πόσο γρήγορη θα αποδειχθεί εξαρτάται από πολλά. Και ένα από αυτό είναι και οι τραυματισμοί. Και ο Σπανούλης είχε δύο τέτοιους και μάλιστα σοβαρούς. Έναν πέρυσι τον Γενάρη κι έναν στην αρχή αυτής της σεζόν που στην ουσία τον κουβαλά ακόμα.

Η νέα βερσιόν του Kill Bill

Η μεταστροφή στο αγωνιστικό στυλ του ήταν η αναμενόμενη. Περισσότερο εγκεφαλικός και ομαδικός σε σχέση με την εποχή που καθάριζε μόνος του τα ματς, είχε την ευθυκρισία να αντιληφθεί ότι ο πανικός που δημιουργούσε η παρουσία του και μόνο στο επιθετικό κομμάτι του παιχνιδιού μπορούσε να ανοίξει ευκαιρίες για τους συμπαίκτες του. Ο Σπανούλης μπορεί να είναι το ίδιο σημαντικός ή καθοριστικός για την ομάδα χωρίς να καταγράφει αμέτρητους πόντους το ατομικό κοντέρ του. Και για έναν παίκτη με τον δικό του εγωισμό αυτό είναι μεγάλο παράσημο. Όταν έχεις συνδυάσει την καριέρα σου με αμέτρητα μεγάλα σουτ που έχουν κρίνει αγώνες, το να βλέπεις πλέον αυτό να το κάνει κάποιος άλλος δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα του κόσμου. Απαιτείται ένας ελάχιστος βαθμός αυτογνωσίας και σοφίας το να αποδεχτείς μια νέα τάξη πραγμάτων στην οποία το όνομά σου δεν είναι εκείνο που κυριαρχεί στα συστήματα που σχεδιάζει ο προπονητής σου.

Όποιος σπεύσει να χαρακτηρίσει τον Σπανούλη «τελειωμένο» είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα αναγκαστεί κάμποσες φορές μέσα στη χρονιά που διανύουμε να καταπιεί τα λόγια του. Το ίδιο συνέβη και πέρυσι άλλωστε. Πέρα από τη δεδομένη ικανότητα (όσο κι αν αυτή φθίνει στο πέρασμα των χρόνων) τέτοιοι αθλητές έχουν και μια περίπου υπερβατική παρουσία. Αυτή που έχτισαν μέσα από τη φήμη τους. Αυτή που ζει στο μυαλό των θαυμαστών, των συμπαικτών και των αντιπάλων  τους. Αυτή που αξίζουν με βάση τα πεπραγμένα τους. Όσο περισσότερο έχεις συνηθίσει να απολαμβάνεις τέτοιο status, τόσο δυσκολότερο γίνεται να το αποχωριστείς. Μπορείς όμως να το χρησιμοποιήσεις υπέρ σου.

Στη σκιά του τραυματισμού

Εφέτος ο Σπανούλης έπαιξε πρώτη φορά κόντρα στον Φάρο για το Κύπελλο. Όταν έγινε γνωστός ο τραυματισμός του στο γόνατο, λίγοι περίμεναν πως θα έπρεπε να περάσουν 2 μήνες μέχρι να αγωνιστεί ξανά. Η καθυστέρηση του come back του μαρτύρησε πως ιατρικό-τεχνικό επιτελείο δεν θέλησαν να θυσιάσουν στο βωμό μιας εφήμερης επιτυχίας την υγεία και το μέλλον του αθλητή. Βαδίζοντας προς τα 36 του, ο αρχηγός της ομάδας, χρειάζεται ειδική μεταχείριση και αντίστοιχη (αυτό)διαχείριση στο λίγο (λογικά) μπασκετικό χρόνο που έχει μπροστά του. Μέχρι τώρα η ιστορία τον έχει δικαιώσει σε μεγάλο βαθμό για τις επιλογές του. Οι δύο Ευρωλίγκες και τα back to back πρωταθλήματα με τον Ολυμπιακό είναι τα καλύτερα αποδεικτικά στοιχεία γι’ αυτό. Με το ημερολόγιο, όμως, να ετοιμάζεται να δείξει 2018, αυτές οι δάφνες διατηρούν μεν το… άρωμά τους, μα όχι τη φρεσκάδα τους. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με την αγωνιστική κατάσταση του V-Span.

 

Σαν αυτοκίνητο κορυφαίας ποιότητας κατασκευής, αλλά με πολλά χιλιόμετρα στο κοντέρ του, τόσο ο Ολυμπιακός όσο και ο Σπανούλης οφείλουν να πορευτούν με άξονα την ιδέα πως οι διαδρομές του αρχηγού πρέπει να είναι όσο το δυνατόν λιγότερο κακοτράχαλες για να παραμείνουν ουσιαστικές και χρήσιμες. Μάλλον αυτό είναι κάτι που δεν χρειάζεται να επισημανθεί. Αν κάποιοι το γνωρίζουν καλύτερα από όλους εμάς τους υπόλοιπους, αυτοί είναι οι ίδιοι. Ίσως ορισμένοι να ποντάρουν στον υπέρμετρο εγωισμό του, θεωρώντας πως θα είναι ο ιδανικός οδηγός για την ανάστασή του μετά από έναν σοβαρό τραυματισμό. Πολύ πιθανό να έχουν δίκιο. Υπάρχει, όμως, και η ανάποδη ανάγνωση. Να θολώσει το μυαλό του από αυτό το ενδεχόμενο, από αυτή την προοπτική και να τον βάλει στο… τριπάκι ότι οφείλει να δώσει απαντήσεις στους επικριτές του.

Ο τελευταίος χορός του Βασίλη δεν μπορεί να είναι… ζεϊμπέκικο

Αλλά όταν είναι ο Σπανούλης και βαδίζεις προς τον αναπόφευκτο τερματισμό της καριέρας σου, δεν χρωστάς απαντήσεις σε κανέναν και για τίποτα. Η τελευταία εκκρεμότητα που του έμεινε είναι να καθορίσει ο ίδιος πώς και πότε θα πει το δικό του «αντίο». Μόνο από τον ίδιο εξαρτάται. Εφόσον έχει αντιληφθεί (που μάλλον το έχει κάνει) ότι πλέον οι αντίπαλοι που θα τον μαρκάρουν θα είναι πάντα πιο δυνατοί, πιο γρήγοροι και πιο νέοι από εκείνον, θα καταλάβει και πως το… ζεϊμπέκικο δεν μπορεί να είναι ο χορός του. Σίγουρα θα έχει τις βραδιές του που το παρκέ θα μεταβληθεί σε πίστα για να σηκωθεί για την «παραγγελιά» του, όπως έχει κάνει αμέτρητες φορές. Εφόσον θέλει να συνεχίσει να συμβαίνει με συνέπεια αντίστοιχη του ονόματός του, θα χρειαστεί να κάνει υπομονή συντηρώντας τον εαυτό του και προφυλάσσοντάς τον για τις βραδιές που θα έχει σημασία.

Εκείνο που περιπλέκει αρκετά την κατάσταση είναι η παράξενη συγκυρία που αφορά το συμβόλαιό του, που λήγει το καλοκαίρι. Με τον ίδιο να μην έχει κάνει ξεκάθαρες τις προθέσεις του για το μέλλον του και τον Ολυμπιακό να γνωρίζει πως πρόκειται για τον άνθρωπο που άλλαξε τη σύγχρονη ιστορία του, αυτή η εκκρεμότητα δεν κάνει καλό σε κανέναν. Η μόνη που θα έπρεπε να υπάρχει στο μυαλό του Σπανούλη είναι το πώς και πότε θα έρθει το «αντίο». Και η μόνη αντίστοιχη στον μπασκετικό οργανισμό που λέγεται Ολυμπιακός, το ποιος θα είναι ο αντικαταστάτης του και πώς η μετάβαση στη νέα εποχή θα είναι όσο το δυνατόν λιγότερο αναίμακτη. Μέχρι τότε μοναδικός καθρέφτης είναι το παρκέ.