Η πρώτη φορά που ο Μουρίνιο «ομολόγησε» πως ο Γκουαρντιόλα είναι καλύτερος

Είναι καλύτερα να μη δίνεις καμία δικαιολογία, παρά να δίνεις μια κακή. Το είπε κάποτε ο Τζορτζ Ουάσινγκτον, αλλά ο Ζοσέ Μουρίνιο (προφανώς) δεν το έχει υπόψη του…

Τον Ζοσέ Μουρίνιο τον γουστάρω.

Αν και δεν υπήρξα ποτέ φαν του ποδοσφαίρου που έπαιζαν οι ομάδες του (ακόμα και οι πολύ πετυχημένες) τον θεωρώ γοητευτική προσωπικότητα.

Εξάλλου δεν γίνεται να μην είσαι γοητευτική προσωπικότητα και να έχεις κάνει παίκτες όπως ο Ματεράτσι να κλαίνε σαν κοριτσάκια όταν έπρεπε να σε αποχωριστούν.

Όσο κι αν συμπαθείς όμως τον «εκλεκτό», όσο κι αν είσαι διατεθειμένος να επιχειρηματολογήσεις υπέρ του σε συζητήσεις με τους (πολλούς) αντιπαθούντες, δεν γίνεται να μην το παραδεχθείς:

Αυτή τη φορά έβαλε ένα αδικαιολόγητο αυτογκόλ…

«Φορτωμένος» λοιπόν από τη νέα γκέλα με την Μπέρνλι και από το γεγονός ότι η διαφορά της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με τη Σίτι αρχίζει να ξεπερνάει σε πόντους τον μέσο όρο που ισχύει για το πέος (εκτός Κίνας και Ιαπωνίας) ο Πορτογάλος το μπουμπούνισε.

Πρώτα λοιπόν έριξε το υπονοούμενο ότι «η Σίτι αγοράζει ακραία μπακ σε τιμή επιθετικών». Και έπειτα το έκανε ακόμα σαφέστερο, απαντώντας ότι τα 350 εκατ. ευρώ που έχει δαπανήσει η δική του ομάδα σε μεταγραφές «δεν είναι αρκετά για να πάρεις το πρωτάθλημα».

Με λίγα λόγια η πλάκα που κάνουν οι «πολίτες» σε όλες τις άλλες ομάδες της Premier League (συμπεριλαμβανομένης και της Γιουνάιτεντ) δεν είναι τόσο αποτέλεσμα δουλειάς και προπονητή, όσο χρημάτων και μπάτζετ.

Και εντάξει, δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μουρίνιο χρησιμοποιεί δικαιολογία. Στην Αγγλία έχουν φτιαχτεί κατάλογοι ολόκληροι με τα πράγματα που (κατά δηλώσεις του) ευθύνονται για παλαιότερες αποτυχίες του.

Αυτή τη φορά όμως ο Ζοσέ το παράκανε. Και δυστυχώς για εκείνον και όλους τους υπόλοιπους που τον γουστάρουμε, άνοιξε το κουτάκι με τις μαλακίες…

Γιατί ακόμα κι αν το επιχείρημα «δωσ’ μου κι εμένα ένα κάρο λεφτά και θα σου κάνω ομαδάρα» είναι καφενειακό (και έχει διαψευστεί από δεκάδες προπονητές που με εξαιρετικό υλικό έκαναν μια τρύπα στο νερό), θα ήταν αποδεκτό να το χρησιμοποιήσει κάποιος που δεν είχε πολλά λεφτά να διαχειριστεί.

Ή που θα είχε τελοσπάντων στη διάθεσή του πολύ λιγότερα από εκείνον που συγκρίνεται (στην προκειμένη περίπτωση τον Γκουαρντιόλα).

Όσο κι αν τα υλικά, όμως, του αντιπάλου είναι ακριβά και όσο κι αν ο Καταλανός «αρμέγει» του Άραβες ιδιοκτήτες της Σίτι (πράγματα που αμφότερα ισχύουν), ο Μουρίνιο από την πλευρά του δεν είχε ακριβώς ψίχουλα στη διάθεσή του.

Γιατί εδώ μιλάμε για 350 «χαρτιά». Για δυο από τις ακριβότερες μεταγραφές στην ιστορία του ποδοσφαίρου (Πογκμπά και Λουκάκου). Για έναν παίκτη που πληρώθηκε 42 εκατ. ευρώ (Μχιταριάν) και δεν υπολογίζεται.

Και όλα αυτά για να χτιστεί μια ομάδα που σε αδικαιολόγητα πολλά παιχνίδια της έχει ως πολυτιμότερο παίκτη τον τερματοφύλακα (Ντε Χέα)…

Εννοείται φυσικά ότι η παρουσία του Μουρίνιο στη Γιουνάιτεντ δεν κρίνεται αποτυχημένη. Προφανώς και είναι σοβαρό ελαφρυντικό το χάος που παρέλαβε. Κι ακόμα κι αυτή η βαθμολογική της συγκομιδή στο πρωτάθλημα -αν δεν υπήρχε ετούτη η εκτός ανταγωνισμού Σίτι- θα την καθιστούσε διεκδικήτρια του τίτλου.

Καλά είναι όλα αυτά. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα. Δεν φτάνουν για προπονητή της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Και δεν (θα έπρεπε να) φτάνουν για έναν προπονητή με το βιογραφικό, τις ικανότητες και το εκτόπισμα του Μουρίνιο. Α! Και για τα λεφτά που παίρνει…

Διότι όταν κάνουμε συγκρίσεις για τα μπάτζετ μπορούμε να κάνουμε συγκρίσεις παντού. Και να λάβουμε υπόψη, ας πούμε, ότι Μουρίνιο πληρώνεται καλύτερα από τον Γκουαρντιόλα. Ελάχιστα μεν (15,5 εκατ. ευρώ ετησίως έναντι 14,1) αλλά πληρώνεται. Και αν συνυπολογιστούν οι χορηγίες, κερδίζει τα διπλάσια χρήματα τον χρόνο από τον Καταλανό.

Δεν θα κρίνουμε όμως (εμείς) βάσει χρημάτων. Δεν θα πούμε ότι ένας τεχνικός που παίρνει τόσα λεφτά και έχει τέτοιο μπάτζετ στη διάθεσή του (350, μην ξεχνιόμαστε) θα έπρεπε τουλάχιστον να διεκδικεί το πρωτάθλημα. Αλλού πρέπει να σταθούμε.

Ότι η δικαιολογία των χρημάτων δεν αρκεί. Ειδικά από το στόμα ενός προπονητή που κατάφερε να υπερνικήσει μεγαθήρια του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου με χειρότερες ομάδες και να σηκώσει το Champions League με μια ομάδα όπως η Πόρτο ακούγεται σαν ομολογία επιτυχίας.

Πόσω μάλλον όταν όλη αυτή η συζήτηση (περί του αν τα λεφτά κάνουν τη διαφορά) γίνεται για ένα πρωτάθλημα που την προπερασμένη σεζόν κατακτήθηκε από τη… Λέστερ με προπονητή τον Ρανιέρι!

Αντί για υποθέσεις λοιπόν (τι θα γινόταν αν η Γιουνάιτεντ είχε να διαθέσει ίδια χρήματα με τη Σίτι) και θεωρίες (ότι ο Γκουαρντιόλα δεν θα μπορούσε με λιγότερους πόρους να χτίσει μια τέτοια ομαδάρα) ας μείνουμε στα γεγονότα:

Ο Καταλανός ξόδεψε περισσότερα -αλλά ψώνισε πιο σωστά. Τα χρησιμοποίησε για «χτίσει» μια ομάδα και όχι για να της μπαλώσει τρύπες. Πολλοί από τους παίκτες που απέκτησε ο Μουρίνιο (συμπεριλαμβανομένων των Πογκμπά και Λουκάκου) υπερτιμολογήθηκαν.

Και εν πάση περιπτώσει, ποιος μπορεί να διαφωνήσει στα εξής:

Ότι ακόμα κι αν ο αντίπαλος δαπανά περισσότερα (που όντως το κάνει) η διαφορά εντός αγωνιστικού χώρου και κυρίως στη βαθμολογία δεν είναι αντίστοιχη.

Ότι από τη μια βλέπεις μια καλοκουρδισμένη μηχανή παραγωγής θεάματος που τρομοκρατεί τους αντιπάλους της και από την άλλη μια ομάδα με πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, που δεν παίζει καλή μπάλα και δίνει δικαιώματα.

Και κυρίως ότι αυτό είναι κάτι που το βλέπει κι ο ίδιος ο Μουρίνιο. Ότι αποτελεί μια διαπίστωση που είναι αδύνατο για τον εγωισμό του να τη δεχθεί (πόσω μάλλον να την εξηγήσει).

Γι’ αυτό «ομολόγησε» πρώτη φορά (με την αστεία δικαιολογία που επικαλέστηκε για τη διαφορά των ομάδων τους) ότι ο Γκουαρντιόλα είναι πλέον σε ανώτερο επίπεδο ως προπονητής…