Νικ Καλάθης: Ο παικταράς που από μαέστρος έγινε πρώτο βιολί της ορχήστρας

Στο μυαλό του Νικ Καλάθη ο Νικ Καλάθης είναι ψεγάδι στο εκτελεστικό πλάνο του προπονητή

Υπάρχει άραγε άλλη πίστα την οποία πρέπει να περάσει ο Νικ Καλάθης για να πειστούν και οι τελευταίοι πως πρόκειται μαζί με τον Σέρχι Ροντρίγκεθ (το… φαινόμενο Ντόντσις είναι μια ξεχωριστή κατηγορία) για το κορυφαίο αυτή την περίοδο point guard στην Ευρώπη; Έχοντας αφήσει πίσω του την παροιμιώδη αστοχία του από τα 6,75μ (με ποσοστό που υπερβαίνει το 40% στο δεύτερο μισό της Ευρωλίγκας) και με 3/4 κόντρα στην Αναντολού, πολλοί βλέπουν πλέον στο πρόσωπό του τον πιο ολοκληρωμένο «κοντό» της πιάτσας.

Η αλήθεια είναι πως ο play maker του Παναθηναϊκού θα αξίζει τον ίδιο χαρακτηρισμό ακόμη κι αν η δαιμονιώδης ευστοχία του αποδειχτεί πρόσκαιρη. Αν υπάρχει στον αθλητισμό ιστορία «ασχημόπαπου» που στα μάτια του κόσμου μετατράπηκε σε «κύκνο», αυτή είναι του ομογενούς γκαρντ. Του ανθρώπου που δεν σταμάτησε ποτέ να βάζει τον πήχη ολοένα και ψηλότερα. Και σε πείσμα των επικριτών του, κατόρθωσε να κερδίσει το σεβασμό τους.

Πώς; Αντιλαμβανόμενος πως έστω κι αργοπορημένα, έπρεπε αυτός ο πραγματικός μαέστρος με τη «σπυριάρα» στα χέρια να συνηθίσει στην ιδέα πως σε κάποια… κοντσέρτα θα πρέπει να… σολάρει ως το πρώτο βιολί μιας ορχήστρας που ο ίδιος διευθύνει.

Ο στιγμιαίος δισταγμός πριν το τρίποντο, εκείνο το εκατοστό του δευτερολέπτου που την ώρα του αγώνα μοιάζει αιώνας, δεν είναι κάτι που διορθώνεται στην προπόνηση. Ο Νικ μπορεί να κάνει χιλιάδες σουτ στην προθέρμανση, αλλά ούτε ένα υπό τις συνθήκες κανονικής, πιεστικής ροής. Ο Καλάθης δεν διστάζει όταν σουτάρει για… πλάκα. Διστάζει μόνο όταν ο ίδιος αμφισβητεί τον εαυτό του.

Αυτό το έλλειμμα αυτοπεποίθησης δεν παρουσιάζεται σχεδόν ποτέ, όταν ο γκαρντ του Παναθηναϊκού συμμετέχει με διαφορετικό τρόπο στο δημιουργικό κι επιθετικό παιχνίδι. Οι πάσες του δεν είναι μόνο ακριβείς, αλλά και συχνά ριψοκίνδυνες, τζογαδόρικες και τολμηρές. Εκεί ο Νικ νιώθει σαν στο… σπίτι του. Έτσι έμαθε να παίζει μπάσκετ. Κι έτσι έκανε μάγκα στη διάρκεια της καριέρας του κάθε παλικάρι πάνω από δύο μέτρα, με αθλητικά προσόντα ικανά να του επιτρέψουν μια πτήση πάνω από το καλάθι κι ένα θεαματικό κάρφωμα.

Ίσως να φαντάζει οξύμωρο, αλλά μπορεί το πρόβλημα πίσω από τη σχέση του Καλάθη με το τρίποντο να κρύβεται στην αίσθηση αυτογνωσίας του ίδιου του παίκτη.

Ο Ελληνοαμερικανός είναι εκείνο το είδος του εγκεφαλικού γκαρντ-λογιστή. Του τύπου που στο μυαλό του παίζει διαρκώς με τις πιθανότητες μιας παρτίδας πόκερ. Δουλειά του είναι να διαβάζει τις αντίπαλες άμυνες. Να συνδυάζει αυτή την εικόνα με τα επιθετικά συστήματα που έχει διδαχθεί και να περιμένει από τους συμπαίκτες του να πράξουν ανάλογα. Στους ασταμάτητους υπολογισμούς του λογαριάζει τα δυνατά και τα τρωτά σημεία όλων. Και αυτή η αξιολόγηση αφορά και τον εαυτό του, τον οποίο κρίνει αυστηρά.

Στο μυαλό του Νικ Καλάθη ο Νικ Καλάθης είναι ψεγάδι στο εκτελεστικό πλάνο του προπονητή. Ξέρει πως η μηχανική του σουτ του δεν είναι άρτια. Κι όταν αυτό συνδυαστεί με εκείνον τον στιγμιαίο δισταγμό που γίνεται αντιληπτός σε όλο το γήπεδο, τα αποτελέσματα είναι σαν εκείνα των 7 πρώτων αγώνων της Euroleague: 3/19 ή αλλιώς 15,7%.

Όταν πρωτοδιάβηκε τον Ατλαντικό, στις βαλίτσες του κουβαλούσε συστατικές επιστολές για τη «γρήγορη πάσα» του, όπως έλεγαν οι γνώστες του αθλήματος.

Στα χέρια του Ομπράντοβιτς προστέθηκε στο βιογραφικό του και το στοιχείο της καλής άμυνας. Σταδιακά κέρδισε πολλά γαλόνια στα γήπεδα. Καθιερώθηκε στη συνείδηση του κόσμου ως ένας παίκτης ικανός να κάνει με συνέπεια, προσήλωση και επιτυχία σχεδόν ό,τι του ζητούσες. Όμως λίγα χρόνια αργότερα, όταν επέστρεφε στην ομάδα το 2015, του ανατέθηκε μια αποστολή στην οποία ήταν καταδικασμένος να αποτύχει. Να λειτουργήσει κάτω από το ασήκωτο πέπλο που δημιουργούν χαρακτηρισμοί όπως το «διάδοχος του Διαμαντίδη». Προσοχή. Όχι απλά «ηγέτης» του «εξάστερου». Αλλά «διάδοχος» ενός από τα μεγαλύτερα σύμβολα (αν όχι το μεγαλύτερο) στην αγωνιστική ιστορία του συλλόγου.

Ούτε ο Μήτσος είχε την καλύτερη δυνατή σχέση με το τρίποντο.

Το επιχειρούσε μόνο όταν συνειδητοποιούσε πως η ομάδα ξέμενε από χρόνο και επιλογές. Όχι για να πάρει τη δόξα του σκόρερ, αλλά για να την ξελασπώσει. Μια κίνηση που συνέβη τόσες πολλές φορές, σε τόσες μεγάλες και κρίσιμες στιγμές που στο μυαλό μας έγινε (και αυτό) σήμα κατατεθέν του 3D. Γι’ αυτό και είχε δημιουργήσει ένα μαξιλαράκι ασφαλείας το οποίο τον προστάτευε τις (όχι πολλές είναι αλήθεια) κακές στιγμές ή μέτριες βραδιές του.

Το χειροκρότημα που ήχησε στο ΟΑΚΑ όταν ο Καλάθης έκανε airball σε ελεύθερη βολή στο ματς με την Αναντολού Εφές είναι η απόδειξη πως μέσα από δυσκολίες και διαρκή αμφισβήτηση, ο Καλάθης μπόρεσε επιτέλους να δημιουργήσει ένα διχτάκι για τον εαυτό του. Αυτό μαρτυρά η μεταστροφή της κοινής γνώμης. Εκείνη που σιγοντάριζε με δυσπιστία, μουρμούρα, και απανωτά face palms τα διστακτικά σουτ του πλέι μέικερ του τριφυλλιού. Εκείνη που αναρωτιόταν το πώς πιάστηκαν τόσο κορόιδα οι άνθρωποι της διοίκησης και του έδιναν 2 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο.

Είναι η ίδια που σήμερα φωνάζει για το πώς γίνεται να μην έχει ανανεωθεί το συμβόλαιό του. Αυτό το οποίο λήγει το καλοκαίρι. Και πολύ καλά κάνει. Τέτοια point guard σπανίζουν πια στα παρκέ του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Και ο Παναθηναϊκός έχει ένα δικό του.