Θα μπορούσαν να είναι οι αναζητούμενοι σε ένα ποδοσφαιρικό «Φως στο Τούνελ». Κάποιοι προσέγγισαν την κορυφή, άλλοι είχαν στρέψει την πυξίδα τους προς αυτήν – οι μεν τσακίστηκαν, πέφτοντας απότομα, οι δε παραστράτησαν, αποτυγχάνοντας ομοίως να πατήσουν φρένο στον κατήφορο.
Δεν θα σας πούμε για τον Αντριάνο, την πιο κλασική περίπτωση παιχταρά που στερήθηκε μια τεράστια καριέρα λόγω της αυτοκαταστροφικής φύσης του. Η ιστορία του Βραζιλιάνου είναι λίγο-πολύ γνωστή, η βουτιά στην κατάθλιψη είχε κυρίως να κάνει με τον αδόκητο χαμό του πατέρα του.
Οι πέντε παρακάτω κύριοι βρέθηκαν απ’ τα σαλόνια στ’ αλώνια για διαφορετικούς λόγους. Όπως, ένας γάμος με celebrity, μία εξωσυζυγική σχέση με στριπτιζέζ και μία αρρωστημένη θρησκοληψία…
Αλεξάντερ Χλεμπ
To 2005 η Αρσεναλ έδωσε 15 εκατ. ευρώ για έναν από τους κορυφαίους παίκτες του γερμανικού πρωταθλήματος. Ο 24χρονος τότε Αλιαξάντερ Χλεμπ είχε βγάλει μάτια με τη Στουτγάρδη και στο Λονδίνο θα συνέχιζε στον ίδιο ρυθμό, με αποτέλεσμα να γίνει τρία χρόνια αργότερα μια από τις πρώτες μεταγραφές του Πεπ Γκουαρδιόλα στην Μπαρτσελόνα.
Οι Καταλανοί πλήρωσαν τότε 17 εκατ. ευρώ, αλλά ο Λευκορώσος δεν κατάφερε ποτέ να προσαρμοστεί στα δεδομένα του τίκι-τάκα, κάνοντας στη Βαρκελώνη μόνο 19 συμμετοχές σε μια τετραετία! Ακολούθησαν οι δανεισμοί του σε Στουτγάρδη, Μπέρμιγχαμ και Βόλφσμπουργκ, προτού καταφύγει στη Ρωσία για λογαριασμό της άσημης Κρίλια Σοβέτοφ Σαμάρα.
Ούτε εκεί έπιασε και στα 32 χρόνια του επέστρεψε στην ΜΠΑΤΕ Μπορίσοφ (και μαζί της στο Τσάμπιονς Λιγκ), πραγματοποιώντας την τελευταία αξιόλογη σεζόν στην καριέρα του. Έκτοτε ενίσχυσε επιπλέον την ιδιότητα του γυρολόγου (ως αναπληρωματικού πια), φεύγοντας και επιστρέφοντας, ανά εξάμηνο, δύο φορές στην ΜΠΑΤΕ από την Τουρκία.
Έχοντας το παράξενο χούι να υπογράφει πάνω από μια φορά στην ίδια ομάδα (δις σε Στουτγάρδη, Γκεντσλερμπιρλιγί, τέσσερις στην ΜΠΑΤΕ), επέστρεψε το 2017 στην Κρίλια Σοβέτοφ, για να κλείσει την καριέρα του το 2019 στη λευκορώσικη Ίσλοχ Μινσκ Ράιον.
Οι κακές γλώσσες λένε ότι την καριέρα του κατέστρεψε ο γάμος του με την Αναστασία Κοσένκοβα, πρώην τραγουδίστρια του pop γυναικείου συγκροτήματος της Λευκορωσίας, «Topless». Διέκρινε πάνω της τη χάρη αυτού που ονομάζουμε «από φωνή… κορμάρα» και την παντρεύτηκε το 2008, το ζευγάρι ωστόσο χώρισε έξι χρόνια αργότερα.
Ο ίδιος «αναγνωρίζει» ως μεγαλύτερο λάθος της ζωής του τη φυγή από την Άρσεναλ, λέγοντας ότι έχει κλάψει για αυτή την απόφαση. Το σίγουρο είναι ότι ο συνδυασμός Μπαρτσελόνα – Κοσένκοβα αποδείχτηκε μη διαχειρίσιμος και φορτώθηκε στην καμπούρα του για το υπόλοιπο της καριέρας του.
Μαρουάν Σαμάκ
Στις τρεις τελευταίες εμφανίσεις του με την Μπορντό στο Τσάμπιονς Λιγκ (η μία κόντρα στον Ολυμπιακό) την άνοιξη του 2010 και στις τρεις πρώτες του με την Άρσεναλ το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, έγινε ο πρώτος παίκτης στην ιστορία της διοργάνωσης που σκοράρει σε έξι σερί ματς.
Όταν ο Αρσεν Βενγκέρ πήρε τον Μαρουάν Σαμάκ στο Λονδίνο τον προόριζε για τον βασικό επιθετικό της ομάδας (κάποια στιγμή μάλιστα έφερε πίσω ως βετεράνο τον Τιερί Ανρί για αναπληρωματικό του…), αλλά οι προσδοκίες του διήρκεσαν πολύ λίγο. Η πρώτη σεζόν του Μαροκινού ήταν γεμάτη (44 συμμετοχές / 11 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις), από εκεί και πέρα όμως ο κατήφορος ασταμάτητος.
Το πρώτο μισό της περιόδου 2012-13 δεν έπαιξε ούτε σε ένα ματς πρωταθλήματος και τον Ιανουάριο δόθηκε δανεικός στη Γουέστ Χαμ, όπου επίσης δεν βρήκε ρόλο. Ακολούθησε μια καλή σεζόν στην Κρίσταλ Πάλας και άλλες δύο μίζερες, ενώ το 2016 υποβαθμίστηκε στην Τσάμπιονσιπ με την Κάρντιφ.
Ύστερα από μόλις έξι μήνες (και 2 συμμετοχές) οι Ουαλοί τον άφησαν ελεύθερο και τον Φεβρουάριο του 2017 βρέθηκε ένα βήμα από τη Βιτσέντζα, που πάσχιζε να αποφύγει τον υποβιβασμό στη Γ’ κατηγορία του ιταλικού πρωταθλήματος (δεν τα κατάφερε). Εν τέλει δεν βρήκε ομάδα και στα 34 χρόνια του ήρθε το άδοξο φινάλε. Όταν το 2016 κρέμασε τα παπούτσια του, αυτά ήταν ήδη σκουριασμένα επί μια τριετία.
Άντι Φαν ντερ Μέιντε
Και οι εφτά ήταν υπέροχοι σε εκείνη την ομαδάρα που τη σεζόν 2002-2003 έχασε στο τσακ από τη Μίλαν την πρόκριση στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ. Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, Γούεσλι Σνάιντερ, Ράφαελ Φαν ντερ Φάαρτ, Μίντο, Κρίστιαν Κίβου και η αφεντιά του συνέθεσαν την (προ)τελευταία τόσο ισχυρή ομάδα τoυ Αγιαξ.
Μετά το τέλος εκείνης της χρονιάς, ο Άντι Φαν ντερ Μέιντε, με το χαρακτηριστικό σκοπευτικό πανηγυρισμό, πήρε μεταγραφή στην Ιντερ και ύστερα από μια διετία στο Μιλάνο μετακόμισε στην Πρέμιερ Λιγκ για λογαριασμό της Εβερτον. Ο Ντέβιντ Μόγες του είχε προσφέρει τετραετές συμβόλαιο με απολαβές 30.000 λίρες την εβδομάδα – τα διπλά απ’ όσα έπαιρνε στους «νερατζούρι».
Στο Λίβερπουλ, ο Ολλανδός έκανε όσα θα μπορούσε να κάνει, όχι ένας ποδοσφαιριστής, αλλά ένα ρεμάλι που αναζητά σε πάσης φύσεως ασωτίες το όπιο του. Το πρώτο βράδυ που ξεπόρτισε με την ολοκαίνουρια Ferrari του κατέληξε μεθυσμένος σε ένα strip club να κάνει sex με μία από τις χορεύτριες του μαγαζιού. Δεν έμεινε όμως στην ξεπέτα και η γυναίκα του (είχε και δυο παιδιά) προσέλαβε ιδιωτικό ντετέκτιβ για εξασφαλίσει τα αποδεικτικά στοιχεία της σχέσης του με την στριπτιζέζ, η οποία τον έβαλε επιπλέον στον κόσμο της κοκαΐνης.
Ο Φαν ντερ Μέιντε απαθανατίστηκε επ’ αυτοφόρω να κάνει σεξ στο αυτοκίνητό του, αλλά ούτε το επακόλουθο διαζύγιο τον «κλόνισε». Έφτασε να μην μπορεί να κλείσει μάτι απ’ την κόκα και το αλκοόλ και να κλέβει υπνωτικά χάπια από τον γιατρό της Εβερτον προκειμένου να κερδίσει λίγες ώρες ξεκούρασης.
Από τα 26 του ο πιο ταλαντούχος Ολλανδός δεξιός εξτρέμ τη δεκαετία του 2000 ήταν πρώην ποδοσφαιριστής. Όλα αυτά τα αναφέρει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του (με τον τίτλο «Χωρίς Οίκτο»), όπως και το απίστευτο επεισόδιο με τον Ντέβιντ Μόγες, ο οποίος τον έπιασε μια μέρα απ’ το λαιμό, απηυδισμένος από τα διαδοχικά κρούσματα απειθαρχίας και την άρνηση του να μεταγραφεί, έχοντας «καθίσει» πάνω στο τετραετές συμβόλαιο του.
Σε αυτά τα τέσσερα χρόνια ο Φαν ντερ Μέιντε «έγραψε» μόλις 20 συμμετοχές στην Πρέμιερ Λιγκ. Αφότου αποδεσμεύτηκε (2009) έμεινε έξι μήνες άνεργος και ακολούθως υπέγραψε στην Αϊντχόφεν, όπου δεν κατάφερε όμως να παίξει ούτε σε ένα ματς κατά την εξάμηνη θητεία του. Τον Φεβρουάριο του 2011, σε ηλικία 31 ετών, ανακοίνωσε την απόσυρση του από το ποδόσφαιρο, επανήλθε όμως για να παίξει μισή σεζόν με την ερασιτεχνική Έμεν στη… Δ’ κατηγορία.
Αφού ξεμπέρδεψε οριστικά με το ποδόσφαιρο, το γύρισε στο Kickboxing προσδοκώντας να ακολουθήσει επαγγελματική καριέρα. Ούτε το ρινγκ ωστόσο στάθηκε φιλόξενο.
Ακόμα και ο γιος της… αυτοκαταστροφής θα ζήλευε τα καμώματα ενός παίκτη, που έπαιξε 17 φορές με την Εθνική Ολλανδίας από το 2002 έως το 2004 και δύο χρόνια αργότερα έμπαινε σε κλινική αναίσθητος, έχοντας καταναλώσει αλκοόλ μαζί με κοκαΐνη.
Γιόχαν Φονλάντεν
Η περίπτωση του είναι μοναδική. Στα 18 του έγινε ο νεαρότερος σκόρερ όλων των εποχών σε τελικά Euro –σκοράροντας το 2004 στο ματς της Ελβετίας με τη Γαλλία- και στα 24 του αποφάσισε να εξαφανιστεί εν μια νυκτί από τον ποδοσφαιρικό χάρτη. Ο λόγος που συνέβη αυτό ανάγεται στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας.
Ο Γιόχαν Φονλάντεν είχε τότε πίσω του ορισμένες πολύ καλές σεζόν με την Αϊντχόφεν και τη Ζάλτσμπουργκ, ενώ μόλις ολοκλήρωνε μια εξαιρετική με τη φανέλα της Ζυρίχης, φτάνοντας στο pick της καριέρας του. Αν και μόλις 24χρονος είχε πραγματοποιήσει 40 συμμετοχές (7 γκολ) με την Εθνική Ελβετίας και οι πρώτες προτάσεις από συλλόγους των προηγμένων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων έφτασαν στην πόρτα του.
Τότε όμως, ο Ελβετός δεξιός εξτρέμ θυμήθηκε τη χώρα καταγωγής του (Κολομβία) και κατέφυγε εκεί – στην άσημη Ριονέγκρο Αγκίλας – διότι δεν μπορούσε να παίζει άλλο τα… Σάββατα. Είχε μυηθεί στο κίνημα των Αντβεντιστών, μια χριστιανική αίρεση, που είναι πιστά προσηλωμένη στις 10 εντολές και στην τήρηση της αργίας του Σαββάτου. Η πλήρης ονομασία της είναι Εκκλησία Αντβεντιστών της Εβδόμης Ημέρας (ανήκει στο χώρο των Σαββατιστών) και οι οπαδοί της δεν επιτρέπεται να κάνουν τίποτα το Σάββατο.
Ο Φονλάντεν έψαξε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ομάδα (και στην Ελλάδα) που να μην έχει αγωνιστικές υποχρεώσεις τα Σάββατα, αλλά… φυσικά δεν βρήκε. Ομοίως όμως δεν βρήκε τρόπο να προσαρμοστεί στην Κολομβία και ύστερα από έξι μόλις μήνες έμεινε ελεύθερος από την Αγκίλας, ανακοινώνοντας μάλιστα το τέλος της καριέρας του.
Το 2013, σε ηλικία 27 ετών, αποφάσισε να επιστρέψει στην ενεργό δράση και στην Ελβετία. Τίποτα πια δεν ήταν όμως το ίδιο. Υπέγραψε στην Γκρασχόπερς, αλλά πρόκειται για έναν τελείως διαφορετικό παίκτη, που σύντομα δόθηκε δανεικός στη Σαφτχάουζεν της Β’ κατηγορίας. Από το 2014 έχει παίξει σε τρεις ομάδες της Β’ Ελβετίας, μέχρι που το 2018 αποφάσισε να ρίξει αυλαία στην καριέρα του, αδυνατώντας να βρει αξιοπρεπές συμβόλαιο.
Θου Κύριε…
Λούκας Μπάριος
Το σκοράρισμα σε ρυθμούς πολυβόλου με τη φανέλα της Κόλο-Κόλο (49 γκολ σε 52 ματς – πρώτος σκόρερ του κόσμου το 2008) αποτέλεσαν το διαβατήριο του για την Ντόρτμουντ, ως ο εκλεκτός του Γιούργκεν Κλοπ για τη θέση του βασικού στην επίθεση.
Ο Παραγουανός με τις αργεντίνικες ρίζες αποδείχτηκε λίρα εκατό, βάζοντας 35 γκολ -με γαρνιτούρα 11 ασίστ- στις δύο πρώτες σεζόν του στην Μπουντεσλίγκα και κατακτώντας δύο πρωταθλήματα με την Μπορούσια (2011, 2012).
Και τότε, που στα 28 χρόνια του, είχε όλο τον ποδοσφαιρικό κόσμο στα πόδια του, αποφάσισε να αυτοεξοριστεί στο κινέζικο πρωτάθλημα – που τότε ήταν πολύ λιγότερο προβεβλημένο απ’ ότι σήμερα – με τη Γκουαντζού Εβεργκράντε. Ο Μπάριος θαμπώθηκε από το συμβόλαιο των 6,8 εκατ. ευρώ και κάπως έτσι εξαφανίστηκε μια για πάντα από το top επίπεδο.
Στην Κίνα έμεινε μόνο ένα χρόνο και ακολούθησε μια εντελώς αποτυχημένη διετής θητεία στην Σπαρτάκ Μόσχας, με την καριέρα του τελικά (Μονπελιέ, Παλμέιρας, Γκρέμιο, Αρχεντίνος Τζούνιορς) να απηχεί στο ευαγγέλιο του τυπικού γυρολόγου: «τη δόξα πολλοί εμίσησαν, αλλά το χρήμα ουδείς…». To 2018 o Μπάριος επέστρεψε στην Κόλο Κόλο προσπαθώντας να κάνει μια καινούρια αρχή και να αποδείξει ότι δεν είναι καμένο χαρτί, μάλλον όμως το πράγμα δεν πήγε τόσο καλά. Aπό τότε έως σήμερα έχει προλάβει να αλλάξει άλλες 5 ομάδες και στα 39 του εξακολουθεί να παίζει μπάλα στην (ουραγό σήμερα της Α’ κατηγορίας της Παραγουάης) Σπορτίβο Τρινιντένσε.