Ο 20χρονος που έσωσε τον σερ Άλεξ από την απόλυση, αλλά δεν άκουσε ποτέ «ευχαριστώ»

Το βροχερό απόγευμα της 7ης Ιανουαρίου του '90 ο Φέργκι έπαιζε την τελευταία ζαριά του ως τεχνικός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ένας μετέπειτα παίκτης του Πανιωνίου ήταν αυτός που θα έφερνε για λογαριασμό του εξάρες...

Το project είχε προσκρούσει σε τοίχο. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ήταν στις παρυφές της ζώνης του υποβιβασμού, με απολογισμό 6-6-9 και αρνητικό σερί οχτώ αγώνων χωρίς νίκη. Ένα μήνα πριν είχε ηττηθεί εντός έδρας με 2-1 από την Κρίσταλ Πάλας, η οποία είχε διασυρθεί νωρίτερα με 9-0 στο «Άνφιλντ» από τη Λίβερπουλ. Το 0-3 με την Τότεναμ στο «Ολντ Τράφορντ» για το Λιγκ Καπ, σήμαινε ότι ο μόνος τίτλος που θα μπορούσε να διεκδικήσει τη σεζόν 1989-90 ήταν το κύπελλο. Όχι βέβαια μια ασυνήθιστη κατάσταση. Στα τρία χρόνια με τον Άλεξ Φέργκιουσον στο τιμόνι, η Γιουνάιτεντ δεν είχε κατακτήσει τίποτα…

Ο Σκωτσέζος, που είχε μετατρέψει την ταπεινή Αμπερντίν σε μεγαθήριο εντός συνόρων και ομάδα – «θαύμα» στην Ευρώπη, με τις κατακτήσεις του Κυπέλλου Κυπελλούχων (όταν απέκλεισε την Μπάγερν και νίκησε στον τελικό τη Ρεάλ) και του ευρωπαϊκού Σούπερ Καπ – έμοιαζε να έχει χάσει το κοκαλάκι της νυχτερίδας.

Ο Φέργκιουσον με τον βοηθό του Άρτσι Νοξ, μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων από την Αμπερντίν

Έστω κι αν τις δύο πρώτες χρονιές είχε αφήσει υποσχέσεις. Ανέλαβε την ομάδα προτελευταία στη βαθμολογία το Νοέμβρη του ’86 και την οδήγησε στην 11η θέση, ενώ τη σεζόν 1987-88 οι «κόκκινοι διάβολοι» τερμάτισαν δεύτεροι (πολύ πίσω πάντως από τη Λίβερπουλ). Τα μεγάλα μεταγραφικά έξοδα των δύο επόμενων σεζόν όμως, δεν είχαν πιάσει τόπο. Τον Μάη του ’89 η Γιουνάιτεντ έκοψε το νήμα στην 11η θέση και τώρα πάλευε να αποφύγει τον υποβιβασμό.

Η διοίκηση αναγνώριζε το άλλοθι των πολλών τραυματισμών στον «Φέργκι», καθώς και την αναδιοργάνωση του συστήματος σκάουτινγκ και των τμημάτων υποδομής. Στα τέλη του ’89 όμως ο κόμπος είχε φτάσει στο χτένι.

Ο τοπικός Τύπος και μεγάλη μερίδα των οπαδών ζητούσε την εκδίωξη του προπονητή. «Three years of excuses and it’s still crap … ta-ra Fergie», έγραφε το πανό που είχε αναρτηθεί στο «Ολντ Τράφορντ», στο εντός έδρας 0-0 με την ΚΠΡ την πρωτοχρονιά του ‘90.

Ενόψει του εκτός έδρας αγώνα με τη Νότιγχαμ Φόρεστ για τον τρίτο γύρο του κυπέλλου, η φημολογία περί απόλυσης είχε οργιάσει. Τα πρωτοσέλιδα είχαν προεξοφλήσει ότι αυτό θα ήταν το τελευταίο παιχνίδι του Φέργκιουσον στον πάγκο, σε περίπτωση νέας αποτυχίας.

«Κάθε ημέρα από εκείνες που προηγήθηκαν του αγώνα, διαβάζαμε στις εφημερίδες ότι στο Νότιγχαμ έπαιζε το κεφάλι του», θυμάται ο δεξιός μπακ της ομάδας τότε, Βιβ Άντερσον. «Δεν συζητούσαμε ωστόσο τίποτα τέτοιο στα αποδυτήρια. Ο Φέργκι προετοίμαζε την ομάδα σα να μη συμβαίνει τίποτα, σα να ήταν ένα συνηθισμένο παιχνίδι. Αν αισθανόταν κάτι, το είχε κρύψει πολύ καλά. Ξέραμε όμως ότι υπάρχει πρόβλημα. Τη μία εβδομάδα παίζαμε καλά και την άλλη απαίσια. Αν και η ατμόσφαιρα στο εσωτερικό του club έμοιαζε φυσιολογική, είχαμε πάει σε αυτό τον αγώνα υπό έντονη πίεση».

Σε ένα τερέν – χωράφι από τη βροχή το παιχνίδι ήταν κακό και για 55 λεπτά ο Φέργκιουσον ακροβατούσε μεταξύ παράτασης «ζωής» και απόλυσης. Στο 56’ ο Λι Μάρτιν θα κλέψει την μπάλα πάνω στη λασπωμένη γραμμή και θα πασάρει άμεσα στον Μαρκ Χιουζ. Με μια καταπληκτική σέντρα με το εξωτερικό, ο Ουαλός θα γεμίσει στην περιοχή και ο Μαρκ Ρόμπινς με κεφαλιά θα σκοράρει το μοναδικό γκολ της αναμέτρησης.

Ο προερχόμενος από το φυτώριο της Γιουνάιτεντ Ρόμπινς ήταν τότε 20 ετών και εξελίχθηκε στον X Factor της κατάκτησης του κυπέλλου εκείνη τη σεζόν, πετυχαίνοντας άλλα δύο καθοριστικά γκολ στο δρόμο για τον τελικό. Μπορεί οι «κόκκινοι διάβολοι» να έχασαν και τα επόμενα δύο παιχνίδια πρωταθλήματος, αλλά εκείνη η νίκη κράτησε στον πάγκο τον Φέργκιουσον, που στο τέλος της σεζόν κατέκτησε τον πρώτο τίτλο του στην Αγγλία, χάρη στο 1-0 επί της Κρίσταλ Πάλας σε επαναληπτικό στο «Γουέμπλεϊ» (πρώτο ματς 3-3).

Τα υπόλοιπα είναι γνωστή ιστορία. Το ‘91 η Γιουνάιτεντ κατέκτησε το Κύπελλο Κυπελλούχων και από το 1993 ξεκίνησε η συλλογή τίτλων εντός συνόρων, που θα αναδείκνυε τον Φέργκι σε θρύλο του βρετανικού ποδοσφαίρου.

Τι θα συνέβαινε όμως αν ο Ρόμπινς δεν είχε βάλει το… κεφαλάκι του εκείνο το βροχερό απόγευμα της 7ης Ιανουαρίου του ’90;

«Ήταν η εποχή που λάμβανα πολλές επιστολές από οπαδούς, που ζητούσαν την απόλυση του Φέργκι. Απαντούσα σχεδόν σε όλες. Υποστήριζα ότι δουλεύει σκληρά και αξίζει στήριξης, αλλά βέβαια ήλπιζα και προσευχόμουν από μέσα μου να γυρίσει άμεσα ο τροχός», δήλωσε τον περασμένο Νοέμβριο ο Μάρτιν Έντουαρντς, πρόεδρος τότε της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

«Θέλαμε πραγματικά να τον κρατήσουμε, αλλά αν δεν είχαμε πάρει την πρόκριση σε εκείνο τον αγώνα, θα ήταν μάλλον πολύ δύσκολο με τις ήττες που ακολούθησαν στο πρωτάθλημα. Πιθανόν να ερχόταν η μέρα που θα του έλεγα “Αλεξ σε στήριξα όσο μπορούσα, αλλά η κατάσταση δεν βελτιώνεται και δυστυχώς πρέπει να χωρίσουμε…“».

Δύο χρόνια μετά ο Ρόμπινς έφυγε από τη Γιουνάιτεντ και ακολούθησε καριέρα γυρολόγου, περνώντας ένα φεγγάρι (χωρίς επιτυχία) και από τον Πανιώνιο, τη σεζόν 1998-99. Από το 2007 ξεκίνησε καριέρα προπονητή, με τελευταίο σταθμό τη Χάντερσφιλντ, το 2013. Ο άνθρωπος που άλλαξε πιθανότατα την ιστορία του αγγλικού (εν μέρει και του ευρωπαϊκού) ποδοσφαίρου το έχει ακόμα και σήμερα… παράπονο, που εκείνο το γκολ δεν αναγνωρίστηκε όσο του έπρεπε.

«Ο Φέργκι δεν μου είπε ποτέ “ευχαριστώ” για εκείνο το γκολ. Νομίζω ότι δεν του αρέσει καν να το θυμάται. Αλήθεια όμως δεν ξέρω αν έσωσα τη θέση του. Δεν είχα αντιληφθεί καμία τέτοια κουβέντα μεταξύ των παικτών. Εγώ τότε ήμουν 20 ετών και το μόνο που με ένοιαζε ήταν να έχω θέση στην ομάδα.

Στα βιβλία του ο σερ Αλεξ Φέργκιουσον έχει παραδεχτεί ότι το Δεκέμβρη του ’89 βίωσε την πιο δύσκολη περίοδο του ως προπονητής. Για τον εγωισμό ανθρώπων σαν το δικό του όμως, θα ήταν η βαριά η παραδοχή ότι ένα παιδαρέλι διέσωσε μια καριέρα που έμελλε να τον αναδείξει σε μία από τις σπουδαιότερες φυσιογνωμίες των πάγκων, από καταβολής αθλήματος.

Η ιστορία άλλωστε, γράφεται, ως γνωστόν, από τους νικητές. Έστω κι αν λίγο έλειψε να γραφτεί από τους τύπους που ζητούσαν με πανό και επιστολές την… τσίχλα του Σκωτσέζου επί πίνακι…

Εν τέλει ήταν η ιστορία αυτή που «έγραψε» ξανά το επίμαχο πανό κάπως έτσι: