διαιτητές

Βάλε τον εαυτό σου στη θέση του Κομίνη

Ήταν μία από τις ελάχιστες φορές που δεν μπορεί να έχει κανείς παράπονο από τον κόσμο

Είσαι διαιτητής στην Ελλάδα. Έχεις επιλεχθεί για να σφυρίξεις ένα ντέρμπι που σε μεγάλο βαθμό καθορίζει την έκβαση του τίτλου. Ξέρεις ότι τα ντέρμπι γενικά έχουν πάντοτε δύο ομάδες να φωνάζουν. Είτε θες να σφυρίξεις σωστά είτε έχεις δόλο, στο τέλος θα σε κυνηγάνε και οι δύο. Στο δεύτερο σενάριο δεν έχεις δικαίωμα να πεις τίποτα. Και λίγα θα σου κάνουν. Στο πρώτο σενάριο όμως; Εκεί τι γίνεται; Σκέφτηκε ποτέ κάποια ελληνική ομάδα ότι ο διαιτητής μπορεί και να είναι άνθρωπος; Ότι μπορεί και να θέλει να σφυρίξει αυτό που βλέπει κι όχι να επηρεάσει εκκούσια το αποτέλεσμα;

Όσα συνέβησαν χθες το βράδυ στο γήπεδο της Τούμπας είναι πράγματα που πρέπει να τα σκεφτούμε με έναν διαφορετικό τρόπο. Όχι μόνο ως προς το ίδιο το ποδόσφαιρο, αλλά και ως προς τους διαιτητές. Είναι δύσκολο σαφώς μετά από μια 20ετία που η καχυποψία είχε ριζώσει να αντιληφθούμε το ανθρώπινο λάθος. Το δέχομαι. Είναι επίσης δύσκολο να σβήσουμε το παρελθόν συγκεκριμένων διαιτητών. Ο Κομίνης για παράδειγμα είχε χαρακτηριστεί ως ανεπιθύμητος κι από την ΑΕΚ κι από τον ΠΑΟΚ. Για δίκαιους ή άδικους λόγους, αυτό είναι άλλη κουβέντα.

Πάει λοιπόν στην Τούμπα ο συγκεκριμένος διαιτητής και σε κάθε του σφύριγμα δεν σκέφτεται αυτό που δίνει. Σκέφτεται αυτό που θα τον κατηγορήσουν ότι δίνει. Η αμφιβολία υπάρχει σε κάθε του απόφαση. Ένας μικρός φόβος επίσης. Στην Ελλάδα ζούμε και αρκετοί διαιτητές έχουν βρεθεί σε κίνδυνο μετά από παιχνίδια.

Και έχει τη μέγιστη ατυχία να του κάτσει μια από τις δύσκολες φάσεις στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, στο χειρότερο timing. Φάση που εναπόκειται στην ευχέρεια του διαιτητή να ερμηνεύσει αν ο παίκτης που είναι offside επηρεάζει τη φάση. Καλείται να αποφασίσει σε δέκατα. Προσωπικά το γκολ θα το μετρούσα κι εγώ. Αλλά εγώ έβγαλα πόρισμα μετά από 2-3 replay. Ο διαιτητής δεν έχει τέτοια δυνατότητα. Σκεπτόμενος λοιπόν ότι θα τον περάσουν πριονοκορδέλα, αποφασίζει να διακόψει για λίγο και να συνεννοηθεί με τον επόπτη.  Ξαφνικά οι παίκτες της ΑΕΚ ορμάνε κατά πάνω τους και ασκούν αφόρητη πίεση. Μετά κάνουν το ίδιο και οι του ΠΑΟΚ. Θεμιτά ποδοσφαιρικό θα έλεγε κάποιος.

Σε μια άλλη χώρα μπορεί. Στην Ελλάδα όχι. Και είναι τεράστια η ευθύνη των ποδοσφαιριστών γι΄αυτά που έγιναν χθες. Αυτοί άναψαν τη φωτιά. Αν δεν είχαν κάνει όλον αυτό τον ντόρο, τα πράγματα πιθανόν δεν θα είχαν ξεφύγει. Ήταν η πρώτη φορά που δεν μπορεί κανείς να έχει παράπονο από τον κόσμο. Δεν έφταιξε σε τίποτα απολύτως. Ήταν όπως έπρεπε. Αλλά είναι ο τρόπος που έχει λειτουργήσει στο παρελθόν ο εκάστοτε κόσμος – πράσινος, κίτρινος, κόκκινος, ασπρόμαυρος, δεν έχει σημασία – ο οποίος κάμωσε έτσι τους ποδοσφαιριστές στην Ελλάδα.

Αν βάλουμε σε μια σειρά τους 22 παίκτες του χθεσινού ΠΑΟΚ-ΑΕΚ και τους δείξουμε στο βίντεο την επίμαχη φάση χωρίς τον αναβρασμό που προκαλεί ένα σημαντικό ματς, όλοι θα πούνε πως οποιαδήποτε απόφαση κι αν έπαιρνε ο Κομίνης δεν ενέχει κάποιο δόλο. Ενδεχομένως να  απαντήσουν με κριτήριο τη φανέλα τους. Αδύνατο όμως να μιλήσει κάποιος με 100% πεποίθηση.

Κι όμως χθες προκάλεσαν ό,τι προκάλεσαν. Αφαιρώντας το δικαίωμα του ανθρώπινου λάθους, που όπως και ο οποιοσδήποτε παίκτης πρέπει να έχει και ο διαιτητής. Αυτό το μαθαίνει ένας ποδοσφαιριστής από τη στιγμή που ξεκινάει να παίζει μπάλα. Δεν είναι κάτι που προκύπτει ξαφνικά στην καριέρα του.

Και ενώ λέμε φέτος ότι η διαιτησία κάνει λάθη από και προς όλους, δεν δίνουμε στους διαιτητές αυτό το δικαίωμα. Έστω κι αν καλούνται να πάρουν άμεσα αποφάσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις με φάσεις τόσο αμφισβητούμενες όσο η χθεσινή.

Πώς περιμένουμε αυτοί οι άνθρωποι να σφυρίξουν σωστά με τέτοια πίεση πάνω από το κεφάλι τους; Πώς περιμένουμε να αποφύγουν τα μεγάλα λάθη όταν ξέρουν ότι μπορεί να τη βρει από το πουθενά η γυναίκα, το παιδί ή η επιχείρηση τους; Αν όλο αυτό το θεωρούν κάποιο λογικό, είναι μάλλον γιατί η ποδοσφαιρική σήψη έχει τρυπώσει έως το κεφάλι τους.