Ο «εγκληματίας» που αντάλλαξε φανέλα με τον Βερόν

Ίσως η πιο χαρακτηριστική ιστορία για τα συναισθήματα που μπορεί να γεννήσει ένα τοπικό ντέρμπι «μίσους» στο δημοφιλέστερο σπορ

Για ένα ντέρμπι μίσους, με την κλασική έννοια του όρου, δεν χρειάζονται δύο σύλλογοι ίσου μεγέθους. Αρκεί να εδρεύουν στην ίδια περιοχή και η ιστορία τους να έχει σμιλευτεί μέσα από μάχες που πήραν μυθικές διαστάσεις, οδηγώντας σε υπερβολές δίχως προηγούμενο. Όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της Λα Πλάτα στην Αργεντινή, όπου η Εστουδιάντες θα αποτελεί πάντα ό,τι πιο μισητό για τους φίλους της σαφώς πιο ταπεινής Χιμνάσια. Σε τέτοιο βαθμό που να καταδικάζουν σε ποδοσφαιρικό «θάνατο» τον καλύτερο παίκτη της ομάδας τους μόνο και μόνο επειδή τόλμησε να ανταλλάξει φανέλα με αντίπαλο.

Ένα μικρό μάθημα ιστορίας

Σύμφωνα με διάφορες έρευνες και μελέτες, η Λα Πλάτα είναι μία από τις μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού πόλεις της Αργεντινής της οποίας οι κάτοικοι υποστηρίζουν σε μεγαλύτερους αριθμούς τις ντόπιες ομάδες, ξεπερνώντας τους οπαδούς τις Ρίβερ και της Μπόκα. Το πρώτο επίσημο τοπικό ντέρμπι χρονολογείται από τις 27 Αυγούστου 1916, όταν η Χιμνάσια επικράτησε με 1-0 της Εστουδιάντες.

Ωστόσο τα πράγματα εξελίχθηκαν εντελώς διαφορετικά στο πέρασμα του χρόνου. Οι ηττημένοι εκείνης της μέρας έγιναν μία από τις πιο επιτυχημένες ομάδες της χώρας, κατακτώντας –μεταξύ άλλων- 4 Λιμπερταδόρες και 1 Διηπειρωτικό, ενώ οι νικητές δεν κατόρθωσαν ποτέ να γίνουν πραγματικά υπολογίσιμη δύναμη στη χώρα. Παρέμειναν, όμως, η αγαπημένη ομάδα της εργατιάς της πόλης, την ώρα που οι… απέναντι ήταν ο σύλλογος που προτιμούσαν οι αστοί.

Το χρονικό του «εγκλήματος»

Η χαώδης διαφορά που χώριζε τα δύο στρατόπεδα σε επίπεδο τίτλων και διακρίσεων, αντί να αμβλύνει την αντιπαλότητα, την όξυνε. Η ένταση και οι υπερβολές αποτελούσαν απαραίτητο συστατικό κάθε παιχνιδιού και η αναμέτρηση της 4ης Νοεμβρίου 2007 δεν διέφερε από τις άλλες. Με τον Τσόλο Σιμεόνε τότε στον πάγκο της, η Εστουδιάντες καταφέρνει να κλείσει το ημίχρονο προηγούμενη 1-0, έχοντας τον τερματοφύλακά της σε μεγάλη μέρα. Ο Αντουχάρ πιάνει πέναλτι και κάνει μερικές σπουδαίες επεμβάσεις, γεγονός που κάνει τους οπαδούς των φιλοξενούμενων ακόμη πιο ευερέθιστους.

Κι ενώ τρίβουν τα μάτια τους με την απόδοση του αντίπαλου γκολκίπερ, στην ανάπαυλα αντικρίζουν κάτι που τους πληγώνει ακόμη περισσότερο. Ο Λουτσιάνο Λεγκισαμόν, ένας από τους καλύτερους παίκτες τους, ανταλλάσσει φανέλες με τον Χουάν Σεμπαστιάν Βερόν… Οι φίλοι της Χιμνάσια χάνουν τον κόσμο κάτω από τα πόδια τους για την πρωτοφανή «προδοσία».

Σταματούν να ασχολούνται με το ματς και βρίζουν εν χορώ τον δικό τους παίκτη, με αυτοσχέδια υβριστικά στιχάκια. Τον αποδοκιμάζουν σε κάθε επαφή του με την μπάλα, ενώ δεν σταματούν εκεί. Απαιτούν να γίνει αλλαγή, κάτι που θα συμβεί μερικά λεπτά αργότερα…

Η παράνοια συνεχίζεται

Θα περίμενε κανείς από τη διοίκηση της Χιμνάσια να δείξει μεγαλύτερη ψυχραιμία και περισσότερη σύνεση από τους οπαδούς. Κι όμως… Αντί να προστατέψει τον ποδοσφαιριστή της όταν αυτός δέχεται απειλές στην προπόνηση, αλλά και τηλεφωνικά στο σπίτι του, φτάνει σε μια αδιανόητη απόφαση. Τον αφήνει εκτός ομάδας, πρώτα να γυμνάζεται ατομικά και στη συνέχεια εκτός αποστολών…

Ο ίδιος παραμένει ψύχραιμος, αντιλαμβανόμενος πως δεν είναι προς το συμφέρον του να τους πάει κόντρα. Φτάνει στο σημείο να ζητήσει συγγνώμη για τη συμπεριφορά του, αλλά ακόμη κι έτσι παραμένει ανεπιθύμητος. Μοιραία, βλέπει την πόρτα της εξόδου και παραχωρείται στην Άρσεναλ Σαραντί.

Η αλήθεια και η εκδίκηση

Βερόν και Λεγκισαμόν αποκαλύπτουν την αλήθεια για το γεγονός. Ο ποδοσφαιριστής της άσημης Χιμνάσια δεν ζήτησε ποτέ τη φανέλα του διάσημου αντιπάλου του. Είχε συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Η «μπρουχίτα», όπως ήταν το παρατσούκλι του, από τη σέντρα κιόλας είχε έναν μικρό ανιψιό που αγαπούσε την Χιμνάσια και ιδιαίτερα τον «Λέγκι». Ήθελε ένα σουβενίρ… Πού να ήξερε κι αυτός σε τι μπλεξίματα θα έβαζε το ίνδαλμά του…

Φορώντας τη φανέλα της Άρσεναλ Σαραντί πια, ο Λεγκισαμόν θα βρεθεί λίγους μήνες μετά αντιμέτωπος με την πρώην ομάδα του. Παρά τη γιούχα από τους οπαδούς, όταν με δικό του γκολ θα ανοίξει το σκορ, δεν θα πανηγυρίσει.

Την επόμενη φορά, όμως, που θα συμβεί το ίδιο, δεν θα είναι πια το ίδιο καλό παιδί. Απηυδισμένος από την αδικία που βιώνει όλο αυτό το διάστημα, όχι μόνο θα πετύχει τέρμα (ένα από τα κάμποσα που ακολούθησαν) αλλά και θα το γιορτάσει με την ψυχή του. Και μάλιστα μέσα στην έδρα της Χιμνάσια! Φιλώντας το σήμα της νέας ομάδας του, μπροστά στους αποσβολωμένους οπαδούς.

Με την ίδια φανέλα λίγα χρόνια αργότερα, το 2012, θα κατακτήσει το πρωτάθλημα Κλαουσούρα. Με την ίδια φανέλα σημείωσε τα περισσότερα γκολ της καριέρας του. Αυτή τη φανέλα σε πολλά ματς την αντάλλαζε με όποιον ήθελε, χωρίς δράματα κι υπερβολές.