Τη σεζόν 1960-61 η Μπαρτσελόνα έγινε η πρώτη ομάδα που απέκλεισε την πέντε φορές κάτοχο του τροπαίου Ρεάλ Μαδρίτης από το Κύπελλο Πρωταθλητριών. Ήταν για τα προημιτελικά του θεσμού και η πρωταθλήτρια τότε Ισπανίας επικράτησε στον επαναληπτικό της Βαρκελώνης με 2-1, ύστερα από το 2-2 του πρώτου αγώνα (η Ρεάλ έπαιζε στη διοργάνωση ως κάτοχος). Την κούπα όμως δεν την πήραν οι Καταλανοί. Στον τελικό της Βέρνης, η Μπενφίκα των Άγκουας, Κολούνα, Σαντάνα και Αουγκούστο νίκησε με 3-2 τους «μπλαουγκράνα» και αφαίρεσε από την Ισπανία τα πρωτεία του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, σε συλλογικό επίπεδο.
Την επόμενη σεζόν η Ρεάλ προσπάθησε να κάνει το έξι στα εφτά, φτάνοντας έως το τέλος της διαδρομής. Εκεί όμως την περίμενε η πρωταθλήτρια Μπενφίκα, που στο μεταξύ είχε ενισχυθεί με τον πιτσιρικά Εουσέμπιο. Η ομάδα που «τρομοκράτησε» όποια αντίπαλο βρήκε στο διάβα της την πενταετία 1955-60 θα έπρεπε να αποκαθηλώσει τους Λουζιτανούς για να ανακτήσει τα σκήπτρα.
Ο τελικός του Άμστερνταμ, παρουσία 65.000 θεατών, αποτέλεσε το πρώτο μεγάλο blockbuster του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Ο Φέρεντς Πούσκας το ήθελε πολύ. Με δυο δικά του γκολ η Ρεάλ προηγήθηκε 2-0, ενώ ο ίδιος έδωσε εκ νέου προβάδισμα στους Μαδριλένους στο 38’, μετά τη διπλή «απάντηση» των «αετών».
Το δεύτερο ημίχρονο όμως ήταν όλο Μπενφίκα. Στο 51’ ο Κουλούνα ισοφάρισε και τη σκυτάλη πήρε ο Εουσέμπιο, οδηγώντας με δύο γκολ εντός τριών λεπτών (65’, 68’) την Μπενφίκα στο θριαμβευτικό 5-3 και στο back to back.
Στις δύο αυτές διοργανώσεις η Μπενφίκα είχε οχτώ νίκες σε ισάριθμους αγώνες στην έδρα της, με τέρματα 30-5. Στο πρωτάθλημα Πορτογαλίας ο απολογισμός διετίας ήταν 21-5-0 με τέρματα 107-24. Πάνω από 100 γκολ+ δηλαδή στο συντελεστή τερμάτων στους αγώνες του «Ντα Λουζ»!
Την ίδια εποχή, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ο νικητής της τρίτης «έκδοσης» του Κόπα Λιμπερταδόρες θα κρινόταν σε τρίτο ματς. Η δις κάτοχος του τροπαίου Πενιαρόλ ξύπνησε φαντάσματα «Maracanaco» στον επαναληπτικό. Η Σάντος νίκησε με 2-1 στον πρώτο αγώνα μέσα στο «Σεντενάριο», αλλά οι Ουρουγουανοί απάντησαν με το ίδιο νόμισμα, επικρατώντας με 3-2 στο Σάο Πάολο.
Λεπτομέρεια: Σε κανένα από τα δύο ματς δεν αγωνίστηκε, λόγω τραυματισμού, ο Πελέ…
Το τρόπαιο θα κρινόταν σε αγώνα μπαράζ στο «Μονουμεντάλ» του Μπουένος Άιρες (το πώς η Αργεντινή δέχτηκε να φιλοξενήσει έναν τελικό ανάμεσα σε Βραζιλιάνους και Ουρουγουανούς είναι ξεχωριστό θέμα…) και η επιστροφή του κορυφαίου παίκτη στον κόσμο έγειρε μονόμπαντα την πλάστιγγα. Με δυο γκολ του Πελέ, η Σάντος έκανε περίπατο (3-0) και διαδέχτηκε την Πενιαρόλ στο θρόνο.
Στα 22 χρόνια του, ο Βραζιλιάνος «μάγος» ήταν ως γνωστόν ήδη τρανός σε όλο τον κόσμο. Το ντεμπούτο του σε διεθνές επίπεδο δεν έχει επαναληφθεί και ούτε πρόκειται να επαναληφθεί ποτέ, καθώς έγινε ο πρώτος και τελευταίος ανήλικος που έκανε «τσιφλίκι» του ένα Παγκόσμιο Κύπελλο.
Έχοντας χάσει τους δύο πρώτους αγώνες σε αυτό του 1958 λόγω τραυματισμού, έμεινε «άσφαιρος» μόνο στον τελευταίο του ομίλου, απέναντι στην ΕΣΣΔ. Σε μια Βραζιλία με Γκαρίντσα, Βαβά, Ντιντί και Ζαγκάλο εξελίχθηκε στον MVP των νοκ-άουτ, σκοράροντας το μοναδικό γκολ στον προημιτελικό (1-0 την Ουαλία), χατ-τρικ στον ημιτελικό (5-2 τη Γαλλία) και δύο γκολ στο 5-2 επί της γηπεδούχου Σουηδίας στον τελικό, συμπεριλαμβανομένου ενός εκ των καλύτερων σε τελική φάση Μουντιάλ.
Ο Πελέ είχε διδάξει μπάλα τους Ευρωπαίους προτού κλείσει τα 18. Την ημέρα του τελικού ήταν 17 χρόνων και 249 ημερών…
Ακριβώς το ίδιο, σαν εκπαιδευόμενοι, αισθάνθηκαν ότι ήταν οι αντίπαλοί του και την επόμενη φορά που πήγε το «Μαύρο Διαμάντι» στην Ευρώπη για να κατακτήσει ένα τρόπαιο.
Ήταν 11 Οκτωβρίου του 1962 όταν η κορυφαία ομάδα της Γηραιάς Ηπείρου υποδέχτηκε τη Σάντος στον επαναληπτικό τελικό του Intercontinental Cup. Στο πρώτο ματς, που διεξήχθη στο «Μαρακανά», η Μπενφίκα υπέφερε, αλλά τη γλίτωσε με… μώλωπες, ήτοι μια οριακή ήττα με 3-2. Ο Πελέ πέτυχε δύο γκολ και ο Σαντάνα ισάριθμα, το ένα εκ των οποίων στο 87’, μειώνοντας το σκορ.
Στο απόρθητο «Ντα Λουζ», μπροστά σε 73.000 φιλάθλους της, η δις πρωταθλήτρια Ευρώπης έμοιαζε το φαβορί, τουλάχιστον για να στείλει τον τελικό σε τρίτο ματς (δεν μετρούσε ακόμα, όχι μόνο το εκτός έδρας γκολ, αλλά ούτε η διαφορά τερμάτων).
Αυτό που αντίκρισαν οι τυχεροί – άτυχοι που βρέθηκαν εκείνο το βράδυ στις εξέδρες, ήταν σαν μια έκθεση έργων τέχνης ενός φημισμένου ζωγράφου σε μια υποανάπτυκτη καλλιτεχνικά χώρα.
Ύστερα από 77 λεπτά αγώνα το σκορ ήταν 0-5 με χατ-τρικ και μια ασίστ του Πελέ (!), ο οποίος σκόραρε δις στο πρώτο 25λεπτο.
Οι Βραζιλιάνοι απλώς χαλάρωσαν στο φινάλε και οι Πορτογάλοι… διέσωσαν εν μέρει τα προσχήματα, μειώνοντας σε 2-5 με γκολ των Εουσέμπιο (85’) και Σαντάνα (89’). Επρόκειτο για το μεγαλύτερο one-man show στην ιστορία των διηπειρωτικών τελικών, καθώς ο Πελέ το είχε πάρει φαίνεται προσωπικά απέναντι στους πάλαι ποτέ αποικιοκράτες της χώρας του.
Ο 22χρονος Βραζιλιάνος έκανε πλάκα με τους αντιπάλους του, προσπερνώντας όποιον ή όποιους έβρισκε μπροστά του, με πιο φημισμένη όλων τη διπλή ντρίπλα που «έσκασε» στον Εουσέμπιο.
«Ήρθα στο γήπεδο ελπίζοντας να σταματήσω έναν μεγάλο παίκτη και τελικά έφυγα πεπεισμένος πως έχω κατατροπωθεί από κάποιον που δεν γεννήθηκε στον ίδιο πλανήτη με εμάς», συνόψισε όσαν έγιναν εκείνη την ημέρα ο τερματοφύλακας της Μπενφίκα, Κόστα Περέιρα!
Αν στη Σουηδία ο κόσμος είχε μείνει άφωνος με τα καμώματα ενός αμούστακου rookie, τον Οκτώβρη του ’62 πείστηκε ότι δεν είχε υπάρξει ποτέ κάτι αντίστοιχο με μπάλα στα πόδια.
Ένα από τα (δήθεν) πιο ισχυρά επιχειρήματα των οπαδών του Μαραντόνα στο αιώνιο ερώτημα για τον κορυφαίο όλων των εποχών (αν και πλέον το debate έχει και τρίτο πόλο), είναι ότι ο Πελέ δεν έπαιξε ποτέ μπάλα στην Ευρώπη. Κριτήριο που ασφαλώς δεν στέκει, καθώς εκείνη την εποχή οι λατινοαμερικάνικοι σύλλογοι δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από τους ευρωπαϊκούς.
Από τις πρώτες εννιά «εκδόσεις» του Intercontinental Cup, οι πρωταθλήτριες της Λατινικής Αμερικής κατέκτησαν τις έξι, ενώ έως το 1984 το head-head ήταν 15-8! Με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα χρόνια που μεγαλούργησε ο Πελέ οι καλύτεροι παίκτες της ηπείρου δεν ξενιτεύονταν στην Ευρώπη – αυτό άρχισε να συμβαίνει μαζικά από τις αρχές των ‘80ς.
Είναι χαρακτηριστικό είναι στο ρόστερ της ομάδας που κατέκτησε εύκολα και θεαματικά το Μουντιάλ του 1970, μια ομάδα που θεωρείται η καλύτερη Εθνική στην ιστορία του ποδοσφαίρου, δεν υπήρχε ούτε ένας παίκτης που δεν αγωνιζόταν στο πρωτάθλημα Βραζιλίας.
Ήταν σαφές άλλωστε ότι ύστερα απ’ όλα αυτά ο Πελέ θα είχε μια… δυσκολία να δει την Ευρώπη ως «ανώτερο» επίπεδο. Αφού όποτε είχε αλλάξει ήπειρο μοίραζε «πεντάρες», κάνοντας τους αυτόπτες μάρτυρες να αναρωτηθούν αν το άθλημα που ήξεραν ως ποδόσφαιρο, παιζόταν με τον ίδιο τρόπο στη Βραζιλία…