Ένα από τα μεγαλύτερα «αν» στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου σχετίζεται –όπως τόσα άλλα- με τον Παναθηναϊκό. Και συγκεκριμένα με τον αστικό μύθο πως εκεί στα τέλη της δεκαετίας του ’80 έφτασε μια ανάσα από το να ντύσει στα πράσινα έναν παίκτη που αργότερα άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στο χώρο. Ο κόσμος τον έμαθε ως «Μαραντόνα των Καρπαθίων», «Στρατηγό» και «Βασιλιά», αλλά στην πραγματικότητα ήταν… απλά ο Γκεόργκι Χάτζι. Και αν υπάρχουν παράλληλα σύμπαντα, σίγουρα σε κάποιο από αυτά αναδείχθηκε πρωταθλητής Ευρώπης με το «τριφύλλι»…
Ένα σπάνιο ταλέντο
Στα 18 χρόνια του μόλις ο Χάτζι θα κληθεί στην εθνική Ρουμανίας, παρά το γεγονός πως αγωνιζόταν στην ταπεινή και άγνωστη Φάρουλ Κονστάντζα. Ο υπόλοιπος πλανήτης δεν έχει ιδέα πως σ’ αυτή την πόλη στις όχθες της Μαύρης Θάλασσας ζει και αναπνέει αυτό το σπάνιο κράμα ταλέντου και ποδοσφαιρικής αλητείας. Ντρίπλα, τεχνική κατάρτιση, ηγετική ικανότητα, ηγετικό προφίλ και μια άνεση στο να κάνει τον αγωνιστικό εξευτελισμό του προσωπικού αντιπάλου του ως το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο.
Η μετακίνησή του στην Σπόρτουλ Στουντεντέσκ δεν κάνει πρωτοσέλιδα ούτε προκαλεί σεισμό. Αυτό θα το πετύχει ο ίδιος αργότερα με τις εμφανίσεις του στο γήπεδο. Οι οποίες, σε μια εποχή που οι πληροφορίες έβγαιναν με το σταγονόμετρο και η Ρουμανία βρισκόταν υπό κομμουνιστικό καθεστώς, γίνονταν αντιληπτές μόνο εντός της χώρας ή στους λίγους που είχαν λόγω ειδικών συνθηκών πρόσβαση στα εσωτερικά της χώρας. Ένας από αυτούς ήταν και ο Γιώργος Βαρδινογιάννης.
Ο «καημός» του Καπετάνιου
Για τουλάχιστον μια τριετία ο Χάτζι μετατρέπεται στην απόλυτη «καψούρα» του Καπετάνιου που κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να τον ντύσει στα πράσινα. Είναι η περίοδος που ο Παναθηναϊκός φτάνει στα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και ο πρόεδρος ψάχνεται για μια μεταγραφή που θα προκαλέσει αίσθηση και παράλληλα θα εκτοξεύσει τη δημοφιλία του αλλά και τις ελπίδες της ομάδας για συστηματική διεκδίκηση ενός ευρωπαϊκού τροπαίου.
Το καλοκαίρι του ’86 όλα έδειχναν έτοιμα για την πραγματοποίηση της μεταγραφής. Με αφορμή φιλικό παιχνίδι με τον Παναθηναϊκό η Σπόρτουλ έρχεται στην Ελλάδα και ο Τύπος στοιχηματίζει πως ο Χάτζι δεν θα μπει ποτέ στο αεροπλάνο της επιστροφής αλλά θα μεταβεί απευθείας στην Παιανία για προετοιμασία.
Και ξαφνικά… Στεάουα
Ως ομάδα συνδεδεμένη με τον στρατό και αγαπημένη του Τσαουσέσκου, η Στεάουα Βουκουρεστίου αποφασίζει με το έτσι θέλω να τον κάνει δικό της. Για ένα παιχνίδι και συγκεκριμένα τον τελικό του Ευρωπαϊκού Σούπερ Καπ. Στο «Λουΐ ΙΙ» οι Ρουμάνοι επικρατούν 1-0 με τον ίδιο να κρίνει (έστω και με σπόντα) τον τίτλο.
Μετά το ματς οι άνθρωποι της Στεάουα θέλουν να τον διατηρήσουν στην ομάδα. Και βάσει νόμων δεν χρειάζεται να δώσουν ούτε δεκάρα. Αρκεί να κληθεί ο νεαρός να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Για όσο φορά τα χακί, αυτόματα λογίζεται ως περιουσιακό στοιχείο του στρατού και κατ’ επέκταση της ομάδας του Βουκουρεστίου. Ο Παναθηναϊκός θα πρέπει να κάνει υπομονή μέχρι να πάρει ο Χάτζι την… «Ροζαλία», δηλαδή το απολυτήριό του το 1988.
Τα δύο τεράστια αγκάθια
Ωστόσο πρέπει να ξεπεραστούν δύο τεράστια εμπόδια για την ολοκλήρωση της μεταγραφής. Το πρώτο σχετίζεται με την πολιτική και το δεύτερο με τους κανονισμούς. Ως κομμουνιστική χώρα, η Ρουμανία απαγορεύει την ελεύθερη μετακίνηση ποδοσφαιριστών. Ενώ οι μεταγραφές παικτών στο εξωτερικό είναι θέμα σχεδόν ταμπού για καθεστώτα τύπου Τσαουσέσκου. Ωστόσο η οικογένεια Βαρδινογιάννη διατηρεί καλές σχέσεις με τον ηγέτη του κράτους κι ελπίζει πως αυτός ο παράγοντας θα της επιτρέψει να κάνει μπίζνες μαζί του.
Το άλλο μεγάλο πρόβλημα έχει να κάνει με το γεγονός ότι στο ρόστερ των ελληνικών ομάδων μπορούν να δηλωθούν μάξιμουμ δύο ξένοι. Με το τριφύλλι να έχει την τύχη να διαθέτει ταυτόχρονα Ζάετς και Ρότσα, χώρος για έναν πιτσιρικά από τα Βαλκάνια δεν περισσεύει. Ωστόσο το θέμα σε κάθε χειμερινή ή θερινή μεταγραφική περίοδο επανέρχεται στην επικαιρότητα, με διάφορες αφορμές. Τη μία είναι η φήμη πως ο Γιώργος Βαρδινογιάννης συνέφαγε σε εστιατόριο του ΜΕΤΣ με τον γιο του δικτάτορα Τσαουσέσκου. Την άλλη όταν έρχεται στην Ελλάδα η εθνική Ρουμανίας για φιλικό. Ο Χάτζι θεωρείται δεδομένο πως θα αγωνιστεί για λογαριασμό του τριφυλλιού. Το μόνο ερώτημα μοιάζει να είναι το πότε.
Και εγένετο… Γιώργος Χατζής
Καθώς ο χρόνος περνά η υποτιθέμενη συμφωνία των οικογενειών Βαρδινογιάννη-Τσαουσέσκου δεν ολοκληρώνεται. Η Στεάουα συμμετέχει σε άλλον έναν τελικό, ενώ η εθνική της χώρας με καλές εμφανίσεις και τον Χάτζι ηγέτη φτάνει μέχρι τα τελικά του Μουντιάλ του ’90. Ο υπόλοιπος κόσμος αντιλαμβάνεται το μέγεθος του ταλέντου του και ξαφνικά Ιταλοί (πρωτίστως) και Ισπανοί μνηστήρες μπαίνουν στη μέση με στόχο να χαλάσουν το «προξενιό». Όπως και τελικά έγινε. Από τους Ρουμάνους προβάλλονται δικαιολογίες για γραφειοκρατικά κωλύματα για την μη υλοποίηση της μεταγραφής, όμως είναι δεδομένο πως απλά ψάχνουν μια καλύτερη πρόταση και περιμένουν.
Στο μεταξύ ο Παναθηναϊκός προχωρά στο «plan B». Την ελληνοποίηση του Γκεόργκι Χάτζι και την… μετατροπή του σε Γιώργο Χατζή. Αν το ελληνικό κράτος μπορούσε να αποδείξει ότι ο «Στρατηγός» ήταν πατριωτάκι μας, δεν θα παρέμενε δέσμιος του καθεστώτος. Έτσι, εκδίδεται ταυτότητα στο όνομα Γιώργος Χατζής, ενώ κάποιοι υποστηρίζουν πως κατατέθηκε και το συμβόλαιό του στην ΕΠΟ. Ο Χάτζι θα φορούσε επιτέλους τα πράσινα!
Η απάντηση των Ρουμάνων και ο… Κοσκωτάς!
Οι Ρουμάνοι παραθέτουν τα δικά τους στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η μητέρα του ποδοσφαιριστή δεν γεννήθηκε στις Σέρρες (όπως υποστήριζε η πλευρά του Παναθηναϊκού) και τα δύο μέρη ξεκινούν ένα ιδιότυπο «μπρα-ντε-φερ» για τα μάτια του κορυφαίου ποδοσφαιριστή των Βαλκανίων.
Την ίδια ώρα στην Ελλάδα εμφανίζεται το φαινόμενο Κοσκωτά, με τον πρόεδρο του Ολυμπιακού, τραπεζίτη και μιντιάρχη, να κάνει ό,τι μπορεί για να μην δει τον αντίπαλό του να μεγαλώνει. Σύμφωνα με όσα ακούγονται και γράφονται, η εμπλοκή του δεν περιορίζεται στον πόλεμο μέσω του Τύπου, αλλά φτάνει μέχρι την χρηματοδότηση των Ρουμάνων αξιωματούχων ώστε εκείνοι να μην επιτρέψουν την πραγματοποίηση της μεταγραφής.
Όταν πέθανε η ελπίδα
Το καλοκαίρι του 1988 ο Παναθηναϊκός καταθέτει στην ΕΠΟ το συμβόλαιό του με τον Χάτζι. Οι πράσινοι θα τον έκαναν δικό τους για 7 χρόνια. Τα πρώτα δύο ως ερασιτέχνη και άλλα πέντε ως επαγγελματία. Τελικά αυτό δεν συνέβη ποτέ. Την επόμενη χρονιά η Στεάουα φτάνει στον τελικό του Πρωταθλητριών καθοδηγούμενη από τον «Κομαντάντε» και το 1990 ο ίδιος άνθρωπος ηγείται της εθνικής στο Μουντιάλ της Ιταλίας. Ο κομμουνισμός αποτελεί παρελθόν και η αγορά, όπως και τα σύνορα, ανοίγει.
Τα σχεδόν 4 εκατ. ευρώ που δαπανά η Ρεάλ Μαδρίτης για να τον αποκτήσει είναι ένα σχετικά μικρό ποσό για την «βασίλισσα», αλλά αδύνατο να το «ματσάρει» ο Παναθηναϊκός. Φυσικά και ο ίδιος ο Χάτζι (που πολλές φορές σε συνεντεύξεις του έχει αναφερθεί στον Γιώργο Βαρδινογιάννη ως τον πρώτο πρόεδρο ξένης ομάδας που τον ανακάλυψε κι έχει επιβεβαιώσει τα περί συμφωνίας) στο δίλλημα Ισπανία ή Ελλάδα, Ρεάλ ή Παναθηναϊκός, δίνει την απάντηση που θα έδινε ο καθένας. Καταλήγει στους «μερένχες» και -παρά την όχι και τόσο επιτυχημένη παρουσία του εκεί- συνεχίζει το ταξίδι του που θα τον οδηγήσει στην κορυφή, αλλά ποτέ στην Ελλάδα. Ποτέ στον Παναθηναϊκό.