Όταν δεν θέλεις να νικήσει ΚΑΝΕΙΣ στον τελικό του Champions League

Καλή τύχη και στις δυο ομάδες. Ή και όχι…

Είναι το ματς της χρονιάς.

Η απόλυτη ποδοσφαιρική φαντασίωση (μαζί με τον τελικό του Μουντιάλ).

Η βραδιά που ονειρεύεσαι από το ξεκίνημα της σεζόν και σχεδιάζεις από καιρό πριν το πώς και πού θα την περάσεις.

Και όταν πλησιάζει η άγια ώρα της σέντρας -αντί να ενθουσιάζεσαι και να ξεχειλίζεις από προσμονή σαν έφηβος που έψησε επιτέλους το γκομενάκι να έρθει σπίτι «να δουν DVD», είσαι σε μια φάση… «ντάάάάάξει μωρέ».

ΜΗ ΣΟΥ ΤΥΧΕΙ!

Μη σου τύχει αυτό που έτυχε φέτος σε αρκετό κόσμο (και λογικά έχει συμβεί και σε άλλον στο παρελθόν):

Να μη θέλεις να νικήσει κανένας στον τελικό του Champions League!

Αυτό το απαράδεκτο συναίσθημα, αυτό το φρένο ενθουσιασμού δεν προκύπτει μονάχα όταν η ομάδα που υποστηρίζεις εσύ απέτυχε να φτάσει στον τελικό.

Ούτε μονάχα επειδή οι φιναλίστ είναι αιώνιοι εχθροί συλλόγων που συμπαθείς.

Με λίγα λόγια δεν χρειάζεται να είσαι οπαδός της Μπαρτσελόνα και να γουστάρεις τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ όπως εγώ για να ξενερώνεις προκαταβολικά στη σκέψη ότι κάποιος εκ των Ρεάλ και Λίβερπουλ θα σηκώσει το βράδυ την κούπα.

Γιατί το συγκεκριμένο ζευγάρι σου δίνει ούτως ή άλλως λόγους για να μην θέλεις κανένας τους να πανηγυρίσει:

Αν το πάρει η Ρεάλ, θα ακούσεις δεκάδες αλαζονικά σχόλια για το «13ο» και αμέτρητες υπερβολές για το (όντως ανεπανάληπτο αν γίνει) κατόρθωμα των τριών συνεχόμενων.

Αν το πάρει η Λίβερπουλ, θα αποκαλυφθούν και πάλι δεκάδες φίλοι σου στα social media που αγνοούσες ότι την υποστήριζαν και θα θυμηθούν (συμπτωματικά σε μια τεράστια επιτυχία) ότι «You ‘ll never walk alone».

Αν το πάρει η Ρεάλ, θα κατακτήσει ένα ακόμα Champions League χωρίς να είναι η ομάδα που παίζει το καλύτερο ποδόσφαιρο στην Ευρώπη και χωρίς να τη θυμάται κανένας άλλος με νοσταλγία στο απώτερο μέλλον πλην των οπαδών της.

Αν το πάρει η Λίβερπουλ, θα αρχίσει ξανά να μας ζαλίζει το επιχείρημα για την ευρωπαϊκή ταυτότητα του συλλόγου και τη δήθεν αδιαφορία για τα 28 χρόνια χωρίς πρωτάθλημα μπροστά στην «έκτη κούπα με τα μεγάλα αυτιά».

Αν το πάρει η Ρεάλ, θα επιβεβαιωθεί για μια ακόμη φορά το φάρδος του Ζινεντίν Ζιντάν, που όσο τεράστιος παίκτης υπήρξε, άλλο τόσο ευνοήθηκε σκανδαλωδώς από την τύχη σε κρίσιμα παιχνίδια από τότε που ανέλαβε ως προπονητής. Πόσο συμπτωματικό να είναι ότι έχει σκίσει δυο φορές παντελόνια;

Αν το πάρει η Λίβερπουλ, θα εξυμνηθεί υπέρμετρα ο Γιούργκεν Κλοπ και θα παρακαμφθεί μπροστά στο τεράστιο επίτευγμα το γεγονός ότι στην τριετία που βρίσκεται στον πάγκο της όχι μόνο δεν κατέκτησε, αλλά δεν διεκδίκησε καν τον εγχώριο τίτλο στην Premier League (8ος, 4ος και 4ος).

Και βέβαια όποιος από τους δυο κι αν νικήσει, θα έχει κατακτήσει το τρόπαιο με τη βοήθεια και της διαιτησίας:

Στον δρόμο προς τον τελικό η Λίβερπουλ ευνοήθηκε όταν δεν μέτρησε κανονικό γκολ του Σανέ στον δεύτερο προημιτελικό με τη Μάντσεστερ Σίτι και δεν δόθηκε πέναλτι και αποβολή σε κραυγαλέο χέρι του Αλεξάντερ-Άρνολντ στη ρεβάνς των ημιτελικών με τη Ρόμα.

Από την άλλη η Ρεάλ ξεπέρασε το εμπόδιο της Γιουβέντους στα προημιτελικά χάρη στο περιβόητο πέναλτι που έδωσε ο Μάρινερ στο 90’ της ρεβάνς με το σκορ στο 0-3, ενώ στον δεύτερο ημιτελικό με την Μπάγερν δεν δόθηκε πέναλτι εναντίον της σε χέρι που παραδέχθηκε μέχρι και ο ίδιος ο Μαρσέλο.

Οπότε χαρείτε ο καθένας για την ομάδα του, απολαύστε οι ουδέτεροι τη ματσάρα και επιτρέψτε σε εμάς (τους πικαρισμένους ομολογουμένως) να ευχόμαστε από τον καναπέ μας:

Όχι παράταση και πέναλτι (όπως πιθανώς θα ελπίζαμε σε άλλον τελικό) αλλά μπούκα… Φλορεντίνο Πέρεθ με κουμπούρι και οριστική διακοπή του αγώνα!

Μπροστά στην αγαλλίαση του να μην το σηκώσει κανένας, θα ανεχθούμε να γίνουν οι Ζιντάν και Κλοπ… Λουτσέσκου.

Και για κάνα χρόνο να μας τα πρήζουν, δηλώνοντας αμφότεροι πρωταθλητές Ευρώπης «with one game less»