Το μοτίβο του ταλαντούχου αλλά αυτοκαταστροφικού ποδοσφαιριστή αντιμετωπίζεται πολλές φορές με μια διάθεση γοητείας από το κοινό. Η αίσθηση άλλωστε πως οι μεγάλοι παικταράδες δεν είναι κάτι τύποι που γυμνάζονται 24 ώρες το 24ωρο ή πειθαρχημένα ρομπότ χωρίς καμία περεταίρω ζωή και δίχως καμία ατέλεια, είναι κάτι που μας κάνει να ταυτιζόμαστε μαζί τους και έτσι ο μύθος τους γιγαντώνεται. Καμία φορά βέβαια, ισχύει και το ακριβώς ανάποδο…
Όταν δεν μιλάμε για παίκτες όπως ο Τζορτζ Μπεστ ή ο Ερίκ Καντονά ή ο Ρομάριο, αλλά για μικρότερου βεληνεκούς ποδοσφαιριστές, τότε αυτόματα η γοητεία του φοβερού αλλά ατελούς ποδοσφαιριστή πετιέται στα σκουπίδια. Όταν έχουμε να κάνουμε με έναν παίκτη που παρά το ταλέντο του δεν έκανε ποτέ την καριέρα που θα μπορούσε εξαιτίας των εξωγηπεδικών χαρακτηριστικών του, τότε η λέξη που κυριαρχεί είναι κατά βάση μια: κρίμα.
Ο Ιγκόρ Σιμπνιέφσκι ήταν μια τέτοια περίπτωση. Όταν ήταν πιτσιρικάς θεωρήθηκε το μεγαλύτερο ταλέντο του πολωνικού ποδοσφαίρου. Οι «ειδικοί» έλεγαν πως θα αφήσει εποχή, πως θα ηγηθεί της Εθνικής Πολωνίας με τρόπο που κανείς δεν είχε καταφέρει στο παρελθόν.
Το φιλικό για τους Πολωνούς ελληνικό πρωτάθλημα (λόγω Βαζέχα και Βάντσικ) τον έφερε στα μέρη μας. Πρώτος σταθμός η Καβάλα για μόλις έξι μήνες και δεύτερος –και κομβικός για την εξέλιξη της καριέρας του- ο Παναθηναϊκός. Οι «χρησμοί» για τη μεγάλη αξία του λογικά θα επιβεβαιώνονταν. Μόλις στα 24 του είχε την τέλεια ευκαιρία να γράψει ιστορία με τον Παναθηναϊκό. Ωστόσο, ο Σιμπνιέφσκι έκρυβε ένα μυστικό που ελάχιστοι γνώριζαν.
Από μόλις εννιά χρονών (!) ήταν εθισμένος στο αλκοόλ. Το ποδόσφαιρο ήταν η διέξοδος από την τραγική κατάσταση που επικρατούσε στο σπίτι του αλλά το πρόβλημα με τα ποτά δεν κατάφερε να το αποβάλλει ποτέ όσο και αν άλλαξε η ζωή του, όσο και αν απομακρύνθηκε από την προηγούμενη συνθήκη στην οποία ζούσε.
Κάποτε επιχείρησε ακόμα και να αυτοκτονήσει για να γλιτώσει από τους δαίμονες του. Για να πάψει επιτέλους να φοβάται. Το επίμαχο απόσπασμα από την αυτοβιογραφία του είναι συγκλονιστικό: «Κατάπια τα χάπια και έπεσα για ύπνο για λίγο. Είχα περίπου πενήντα, πήρα νομίζω τα τριάντα από αυτά κατευθείαν. Έπεσα για ύπνο και ένιωσα ελεύθερος για λίγο, γιατί γνώριζα ότι δεν υπήρχε λόγος να φοβάμαι πλέον. Ήθελα απλά να τελειώσει όλο αυτό. Με βρήκαν και όταν ξύπνησα και είδα τα σκορπισμένα χάπια που δεν μπόρεσα να πάρω, κατάλαβα αμέσως τι έκανα. Όταν ο ατζέντης μου έμαθε τι έκανα, ήρθε αμέσως σπίτι μου. Κάλεσε ασθενοφόρο και με πήγαν στην εντατική. Πέρασα τρεις ή τέσσερις μέρες εκεί και μετά δεν άντεχα να επιστρέψω σπίτι μου ούτε να πάω για προπόνηση».
Τα ψήγματα του μεγάλου ταλέντου του γινόντουσαν κατανοητά σε μεμονωμένα παιχνίδια αλλά του έλειπε η διάρκεια. Σε εκείνο το ιστορικό ματς στο Ολντ Τράφορντ για παράδειγμα, τότε που ο Παναθηναϊκός αν και έχασε με 3-1 κοίταξε στα μάτια την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ο Σιμπνιέφσκι είχε κάνει μια εμφάνιση από άλλο πλανήτη, τέτοιες είναι οι εμφανίσεις που αλλάζουν καριέρες και «χαρίζουν» μεγάλες μεταγραφές.
Στην αυτοβιογραφία του, ο Σιμπνιέφσκι περιγράφει με απίστευτο τρόπο το ακριβώς προηγούμενο βράδυ πριν την μεγάλη εκείνη εμφάνιση:
«Άνοιξα τα μάτια μου και για μερικές στιγμές αναρωτιόμουν που ήμουν. Ο πονοκέφαλος υποδήλωνε ξεκάθαρα ότι λίγες ώρες πριν είχα πιει μια-δυο μπύρες, αλλά το δωμάτιο στο οποίο ήμουν ξαπλωμένος ήταν θεοσκότεινο. Ο πονοκέφαλος δεν ήταν τόσο δυνατός, αλλά ήταν εκεί για πολλή ώρα. Στο μυαλό μου έρχονταν διάφορες σκηνές χωρίς λογική σειρά, αλλά αυτό ήταν κάτι σύνηθες για μένα.
Ο υπάλληλος μού έφερε τις μπύρες και μου μίλησε για λίγο. Με κοιτούσε εντυπωσιασμένος και ρωτούσε πως είναι να παίζεις στο Τσάμπιονς Λιγκ, πως νιώθω που θα έπαιζα σε λίγο με τη Μάντσεστερ! Είμαι καλά του απάντησα κι επίσης ότι δεν έβλεπα την ώρα να παίξω. Άρχισα να πίνω και του εξηγούσα ότι, κατά τη γνώμη μου, ο Μπέκαμ δεν ήταν κάποιος σπουδαίος και απλώς το έπαιζε ιστορία. Σίγουρα, θα αναρωτήθηκε όσο και εγώ, όταν άκουσε ότι άρχιζα στην ενδεκάδα και μάλιστα έπαιζα αντίπαλος με τον Μπέκαμ στον αγωνιστικό χώρο».
Ο Παναθηναϊκός ήταν η μεγαλύτερη και η μοναδική του ευκαιρία να παίξει μπάλα στο επίπεδο που του αντιστοιχούσε. Όταν έφυγε από τους «πράσινους», μετά από τρία χρόνια στα οποία μόνο οι εκλάμψεις του φανέρωναν την αξία του, ο Σιμπνιέφσκι δεν κατάφερε ποτέ να παίξει σε υψηλό επίπεδο. Αντίθετα, η πορεία του πήρε την κατιούσα.
Αφού πέρασε πέντε χρόνια ως γυρολόγος, το 2006 μπήκε στη φυλακή για απόπειρα ανθρωποκτονίας εναντίον της μητέρας του. Όταν βγήκε το 2009 ορκίστηκε πως ήταν ένας άλλος άνθρωπος. Ελάχιστοι τον πίστεψαν αλλά και πάλι δεν είχε σημασία. Ήταν άφραγκος, ζούσε με δανεικά, δεν είχε λεφτά ούτε για τα βασικά. Όταν έγραψε την αυτοβιογραφία του στάθηκε για λίγο στα πόδια του. Αλλά όπως και να έχει το μεγάλο όνειρό του είχε πάει περίπατο, ποτέ δεν θα γινόταν το ταλέντο που όλοι πίστευαν.
Ενα ταλέντο και -κυρίως- μια ψυχή πεταμένη στα σκουπίδια του αλκοολισμού και της κατάθλιψης. Αντίο, τρελέ, Ιγκόρ. Θα μας λείψεις.