Sky is his limit: Ο Έλληνας combo guard που μπορεί να γίνει σκόρερ ολκής

Όπως λένε και στην άλλη πατρίδα του, “Sky is the limit”. Για την ακρίβεια, γαλανόλευκος sky…

Για όλα (ευτυχώς για εμάς) «φταίει» ο παππούς του- αν δεν υπήρχε εκείνος, τότε δε θα προσγειωνόταν ποτέ στα γαλανόλευκα μέρη μας για να φορέσει τη φανέλα της εθνικής σαν πορτοκαλή κομήτης: πίσω στο 2014 ο 18χρονος, τότε, Τάιλερ Ντόρσεϊ βρέθηκε στην προεπιλογή της Team USA παρέα με άλλα πιτσιρίκια, προκειμένου να διεκδικήσει μία θέση για την τελική 12άδα στους παναμερικανικούς αγώνες.

Δυστυχώς για τον μπασκετικό του εγωισμό «κόπηκε», με αποτέλεσμα η ελληνική ομοσπονδία να κινηθεί με την γνωστή ταχύτητα του φωτός που την χαρακτηρίζει (και παραπέμπει ευθέως σε χελώνα με πολιομυελίτιδα) και, λόγω Έλληνα παππού, του έβγαλε διαβατήριο και τον… κατέβασε στο παγκόσμιο πρωτάθλημα U-19 του 2015- στο οποίο, θυμίζουμε, ήταν ο κορυφαίος παίκτης της ομάδας μας και συμπεριελήφθη στην καλύτερη 5άδα του τουρνουά.

Τρία χρόνια αργότερα, κάθε ακραιφνής μπασκετικός που γουστάρει σε βαθμό μη ελεγχόμενης παράνοιας την επίσημη αγαπημένη, ευχαριστεί τον (όποιο) Ύψιστο για εκείνη την απόφαση. Όχι τόσο για τον παίκτη που είναι σήμερα ο 22χρονος γκαρντ, αλλά για τον παίκτη που μπορεί να γίνει σε μια θέση που πονάμε πολύ.

Δεδομένου του γεγονότος πως ο ανυπέρβλητος Βασίλης Σπανούλης δε φοράει πλέον τη φανέλα με το εθνόσημο και ο Νίκος Παππάς δεν έφτασε ποτέ (κυρίως λόγω δικών του λαθών) το πολύ ψηλό αγωνιστικό του ταβάνι, η εθνική- που διεκδικεί με σοβαρότατες αξιώσεις την πρόκρισή της στο Μουντομπάσκετ του 2019- έχει τα θεματάκια της στο «2».

Αυτό μπορεί να μη φάνηκε στα εύκολα, μέχρι στιγμής, παιχνίδια των «παραθύρων» (εκεί όπου τα παιδιά που σκίστηκαν να φορέσουν τη γαλανόλευκη έκαναν υπέρ το δέον τη δουλειά τους), όμως όταν σφίξουν τ’ αγωνιστικά γάλατα θα χρειαστούμε το κάτι παραπάνω.

 

Και, βλέπετε, ο Ντόρσεϊ μπορεί να το προσφέρει: o combo guard των Χοκς έχει αποδείξει από τα χρόνια που αγωνιζόταν στο NCAA με τους Ducks του Όρεγκον πως είναι ένας σκόρερ ολκής, που μπορεί να δημιουργήσει μόνος του φάσεις για τον εαυτό του, αλλά και να βγει από τα σκριν και να «πυροβολήσει».

Διαθέτει αξιόπιστο σουτ πίσω από τη γραμμή του τρίποντου (μόνιμο πρόβλημα για τις εθνικές μας ομάδες ανά τα χρόνια), κάτι που φάνηκε και στην περσινή, rookie χρονιά του στο ΝΒΑ με την Ατλάντα, όταν και σούταρε με 36%- ποσοστό εξαιρετικό, αν αναλογιστούμε, φερ’ ειπείν, πως ο κορυφαίος σουτέρ του κόσμου, ο Στεφ Κάρι, είχε πέρυσι 42%.

Ο Τάιλερ έχει παιχνίδι και από μέση απόσταση, όπου και μπορεί να εκτελέσει συστηματικά και με επιτυχία midrange jump shots, ενώ όταν τα έχει… σπάσει από έξω, δεν διστάζει να «τα σπάσει» στο ζωγραφιστό, καθώς διαθέτει ικανοποιητικά τελειώματα κα με τα δύο χέρια έπειτα από διεισδύσεις.

Στην άμυνα δεν είναι από αυτούς που κλέβουν, χωρίς ν’ αποτελεί, βέβαια, αμυντικό τείχος τύπου Καουάι Λέοναρντ. Πάντως, παίζοντας σε μια κακή ομάδα (όπως ήταν οι περσινοί Χοκς), ο Ελληνοαμερικάνος παίκτης έδειξε πως έχει καλή αντίληψη στις περιστροφές και γενικά το ψάχνει στο πίσω μισό του παρκέ.

Εντάξει, ναι: δεν είναι όλα ρόδινα στην περίπτωσή του- έχει και χτυπητές αδυναμίες. Στο δημιουργικό κομμάτι παίρνει αρκετά κάτω του μετρίου, θέλει εμφανή βελτίωση στην πάσα, ενώ τα σωματικά του προσόντα δεν είναι ακριβώς πρωτοφανή για τα δεδομένα του ΝΒΑ, μιας και στην πραγματικότητα είναι ένα δυάρι «παγιδευμένο» σε σώμα playmaker (το άνοιγμα χεριών του, επί παραδείγματι, είναι αρκετά μικρό).

Ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο Ντόρσεϊ έχει αρχίσει ήδη να ρίχνει στο καναβάτσο τις απαισιόδοξες προβλέψεις στην από εκεί πλευρά του Ατλαντικού: όταν αποφάσισε ν’ αφήσει πίσω του το κολεγιακό μπάσκετ για να δηλώσει συμμετοχή στο draft, οι ειδήμονες τον έδιναν “undrafted” (ότι δεν πρόκειται, δηλαδή, να τον διαλέξει κάποια ομάδα). Αυτός όχι μόνο επελέγη στο νούμερο 41 από την Ατλάντα, αλλά ξεπέρασε και το ψυχολογικό σοκ του ότι τον έστειλαν στην αρχή στην αναπτυξιακή λίγκα του ΝΒΑ για να «ψηθεί».

Στο δεύτερο μισό της σεζόν 2017-2018 ο Τάιλερ ανέβασε κατακόρυφα την απόδοσή του, σταμάτησε να είναι ο καλύτερος φίλος με τα καθίσματα του πάγκου και βρήκε 17.5 λεπτά μέσο όρο ανά ματς, ενώ σκόραρε και 7.2 πόντους- νούμερο άκρως ικανοποιητικό για κάποιον που τον προηγούμενο Νοέμβριο βολόδερνε στην G-League.

Αν λάβουμε, μάλιστα, υπόψη πως ο Ντένις Σρέντερ (ένας ball dominant άσος που κρατούσε αρκετά την μπάλα στα χέρια του) ήταν στο πακέτο της ανταλλαγής του Καρμέλο Άντονι και του χρόνου θα βρίσκεται στην Οκλαχόμα, ο Ντόρσεϊ θ’ αυξήσει το χρόνο συμμετοχής του και θα έχει την ευκαιρία ν’ ανεβάσει και τα νούμερά του.

Σχεδόν «μοιραία», λοιπόν, θ’ αποκτήσει ακόμα περισσότερες παραστάσεις και όταν θα κληθεί στην Εθνική μας (με τον ίδιο να έχει δηλώσει προ 3-4 μηνών πως θα έρθει με μεγάλη χαρά ν’ αγωνιστεί), θα έχει σίγουρα ρόλο στην ομάδα.

Η αλήθεια είναι πως η Ελλάδα χρειάζεται το μακρινό του σουτ και τα γρήγορα- τουλάχιστον για τα ευρωπαϊκά δεδομένα- πόδια του, προκειμένου να προκαλέσει ατέρμονο πονοκέφαλο στις αντίπαλες άμυνες.

Δίπλα σε δημιουργικά γκαρντ, όπως ο Καλάθης και ο Σλούκας, ο (έχων εμπειρία ακόμα ενός χρόνου στο ΝΒΑ) Ντόρσεϊ θα μοιάζει ικανός να φορέσει το ανάλγητο αγωνιστικό του προσωπείο και να κάνει πολλές μανούλες να κλάψουν.

Ανάμεσα σε αυτές και τη δική του, την κυρία Κωνσταντινίδου, αλλά από συγκίνηση. Ο γιος της φοράει τη φανέλα της εθνικής μας και γι’ αυτό «φταίει» ο Έλληνας παππούς.

Ευτυχώς, εδώ που τα λέμε.

Ευτυχώς.