Σνομπάροντας 9 εκατ. ευρώ: Η απόφαση που αλλάζει τη σύγχρονη ιστορία του ΠΑΟΚ

Οι γνωστές ατάκες του τύπου «που θα βρει καλύτερα» και «είναι βασιλιάς στη Θεσσαλονίκη» είναι για εσωτερική κατανάλωση.

Ο Αλεξάντερ Πρίγιοβιτς δεν ήταν τόσο παικταράς όταν ήρθε στον ΠΑΟΚ. Ή μάλλον για να το θέσουμε καλύτερα δεν είχε δείξει στην καριέρα του ότι είναι τόσο παικταράς. Μεταξύ μας, αν το είχε δείξει πιθανότατα δεν θα ερχόταν ποτέ στην Ελλάδα – κάποια εκπρόσωπος προηγμένου πρωταθλήματος θα τον είχε «τσιμπήσει».

Στα 27 χρόνια του είχε αγωνιστεί σε 11 ομάδες και καλύτερη εξ’ αυτών ήταν η τελευταία πριν από τον ΠΑΟΚ, η Λέγκια Βαρσοβίας. Χρειαζόταν πέραν διορατικότητας και τόλμη για να δώσεις 1,9 εκατ. ευρώ και να πάρεις παίκτη σε αυτή την ηλικία που το πιο ανταγωνιστικό πρωτάθλημα στο οποίο είχε παίξει ήταν το τουρκικό, με τη φανέλα της… Μπολουσπόρ.

Αλλά χρειαζόταν ακόμα περισσότερη τόλμη για να πεις ένα μεγαλοπρεπές «όχι» στην κινεζική Χενάν Γιανί, που τον περασμένο Φλεβάρη σου έδινε περίπου επί 5 φορές αυτό το ποσό, μόλις 13 μήνες μετά την απόκτηση του παίκτη!

Η προσφορά των Κινέζων ανερχόταν στα 9 εκατ. ευρώ + 4 εκατ. για κάθε χρόνο του τετραετούς συμβολαίου στον Σέρβο επιθετικό. Ένας «σωστός» businessman δεν θα σκεφτόταν στιγμή αν θα πουλήσει. Βάσει ψυχρής λογικής δεν θα υπήρχε χώρος για δεύτερες σκέψεις.

Ο σύλλογος θα έβγαζε περίπου 7 εκατ. ευρώ σε έναν χρόνο από τον παίκτη, όταν το μεγαλύτερο ποσό που έχει εισπράξει στην ιστορία του για μεταγραφή είναι τα 4 εκατ. ευρώ του Βιεϊρίνια το 2012. Αλλά και διαχειριστικά να το δει κανείς, το δέλεαρ υποτίθεται ότι θα έπρεπε να είναι μεγάλο.

Με τα χρήματα αυτά, ο ΠΑΟΚ θα μπορούσε να αποκτήσει ό,τι τραβούσε η ψυχή του – έως και δύο «αναγνωρίσιμους» επιθετικούς αν το ήθελε. Δεν το έκανε. Διότι είδε τον Πρίγιοβιτς εξ’αρχής ως μακρόπνοη επένδυση, επιλέγοντας να χτίσει πάνω του. Και είναι άξιος επαίνου για αυτή την αφοσίωση του στο πλάνο και για τη νοοτροπία απεξάρτησης από μια φράση που στο σύγχρονο ποδόσφαιρο συνιστά αξίωμα: «όλοι και όλα έχουν την τιμή τους».

Είναι επιπλέον ο ΠΑΟΚ «μάγκας» που έχει δημιουργήσει τέτοιες συνθήκες ζωής και καριέρας στον Πρίγιοβιτς ώστε να αδιαφορεί για το πολύ μεγαλύτερο συμβόλαιο που του πρόσφεραν οι Ασιάτες. Και άντε πες αυτοί δεν καλύπτουν τις φιλοδοξίες του (αν και μιλάμε για 10 εκατ. ευρώ παραπάνω σε μια τετραετία), αλλά η Σπόρτινγκ Λισσαβώνας και Μπορντό, που τον πλησίασαν το καλοκαίρι;

Ο Δικέφαλος είχε ξανά τη γενναιότητα να αρνηθεί τα 7 εκατ. ευρώ των Γάλλων, επιβεβαιώνοντας ότι πέραν των αριθμών (οι αποδοχές του Σέρβου μοιραία έχουν διπλασιαστεί) η σχέση μαζί του περιέχει και μπόλικο συναίσθημα.

Οι γνωστές ατάκες του τύπου «που θα βρει καλύτερα» και «είναι βασιλιάς στη Θεσσαλονίκη» ακούστηκαν ξανά στα ποδοσφαιρικά πηγαδάκια, αλλά όλα αυτά είναι για εσωτερική κατανάλωση. Όλοι γνωρίζουμε ποια είναι η εικόνα και η φήμη του ελληνικού πρωταθλήματος στο διεθνή χώρο.

Η επιλογή του παίκτη να ρίξει άγκυρα στον Θερμαϊκό ενώ έχει πρόταση από ομάδα του Σαμπιονά καθρεφτίζει την αψεγάδιαστη σχέση του με το σύλλογο και το προνόμιο να αισθάνεται τόσο σημαντικός.

Η ομάδα δρέπει τώρα τους καρπούς της απόφασης να… αγαπήσει και να αγαπηθεί από τον 28χρονο επιθετικό. Αυτή η απόφαση είναι ίσως και η σημαντικότερη της σύγχρονης ιστορίας του. Ο Πρίγιοβιτς προσωποποιεί το πνεύμα του νικητή που ταξιδεύει την ομάδα προς τον τίτλο. Με μια άνευ προηγουμένου επίδειξη φονικού ενστίκτου.

Σε λιγότερο από δύο χρόνια παρουσίας στην Ελλάδα, ο «Πρίγιογκολ» έχει πετύχει 47 τέρματα. Η συχνότητα με την οποία το κάνει, χωρίς να δέχεται σημαντικά πολλές τελικές πάσες, είναι εντυπωσιακή. Δεν ξοδεύει τίποτα, πολύ σπάνια θα εκτελέσει απλώς για να εκτελέσει. Στατιστικά πετυχαίνει ένα γκολ ανά περίπου 2,8 τελικές προσπάθειες! Φέτος έχει στο πρωτάθλημα ένα γκολ ανά 102 λεπτά και ένα ανά 115 σε όλες τις διοργανώσεις.

Ο ΠΑΟΚ εξακολουθεί να μην εντυπωσιάζει, ούτε με τον Άρη ήταν επαρκής, αλλά διαθέτει ένα υπερόπλο που όμοιο του δεν έχει καμία ομάδα στην Ελλάδα. Η χθεσινή ενέργεια του δε, το πώς μύρισε αίμα στη φάση του 1-2, θα μπορούσε να διδάσκεται σε σεμινάρια απόκτησης της φανέλας με το Νο 9.

Δεν έτυχε όμως, είναι ο ορισμός αυτού που λέμε «πέτυχε». Η πίστη του επίδοξου πρωταθλητή στον Πρίγιοβιτς από τη μέρα που τον «ανακάλυψε» κι έπειτα, είναι πραγματικά άξια ανταμοιβής.