Σε επίπεδο Παγκοσμίου Κυπέλλου η Ολλανδία έχει μείνει στην ιστορία ως η καλύτερη ομάδα που δεν φόρεσε ποτέ το στέμμα, φτάνοντας τρεις φορές – και παραμένοντας διψασμένη – στην πηγή.
Στο Τσάμπιονς Λιγκ δεν έχουμε κάτι αντίστοιχο, αφού όλα τα μεγάλα ποδοσφαιρικά «τζάκια» έχουν γευτεί, τουλάχιστον από δύο φορές, το νέκταρ της επιτυχίας. Υπάρχουν όμως δύο ομαδάρες που δεν τα κατάφεραν ποτέ και μία τρίτη που ακούμπησε για δεύτερη φορά το στέμμα, υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες και αφού πρώτα φλέρταρε ακόμα και με τη χρεοκοπία.
Η Μίλαν που έχασε το τρόπαιο το 2005 με το… θεόσταλτο 3-3 κόντρα στη Λίβερπουλ προκαλούσε τρόμο μόνο με τα ονόματα στην μαρκίζα (Κακά, Σεβτσένκο, Ζέεντορφ, Κρέσπο, Πίρλο, Μαλντίνι, Νέστα, Γκατούζο), ενώ η Μπαρτσελόνα του 2010, που αποκλείστηκε από την Ίντερ, ήταν μια dream team με Μέσι, Ινιέστα, Τσάβι, Ίμπρα, Ντάνι Άλβες Πουγιόλ, Αμπιντάλ, Πέδρο, Γιάγια Τουρέ και… Τιερί Ανρί, όπως δεν θυμούνται πολύ!
Δεν θα αναφερθούμε όπως προφανώς σε ομάδες που κατέκτησαν μόνο τη δεκαετία του 2000 από δύο φορές το τρόπαιο (και έχουν αθροιστικά 12 κούπες στη συλλογή τους), αλλά σε αυτές που έκαναν ένα μεγάλο… μετέωρο βήμα προς την αιωνιότητα.
Βαλένθια (1999-2001)
Όταν λέγεσαι Βαλένθια και φτάνεις δύο σερί χρονιές στον τελικό, θέλεις να σου τύχει κάτι… ελαφρύτερο σε φανέλα από τις Ρεάλ και Μπάγερν. Με την ομαδάρα που είχαν βέβαια οι «νυχτερίδες» τη διετία 1999-2000 θα μπορούσαν και να υπερβούν αυτόν τον παράγοντα, αλλά… it was not meant to be.
Όταν η παρέα των Μεντιέτα, Κίλι Γκονζάλες, Κλαούντιο Λόπες, Ανγκούλο και Αλμπέλδα έριχνε πέντε γκολ στον προημιτελικό του Τσάμπιονς Λιγκ το ’99 στη Λάτσιο και άλλα τέσσερα στον ημιτελικό στην Μπαρτσελόνα, πολλοί έσπευσαν να τη χρίσουν ακόμα και φαβορί στον τελικό απέναντι σε μια καθ’ όλα γήινη Ρεάλ.
Εκείνη τη σεζόν οι Μαδριλένοι είχαν τερματίσει στην 5η θέση στο ισπανικό πρωτάθλημα και στη β’ φάση των ομίλων κόντεψαν να μείνουν εκτός από την Ντιναμό Κιεβου, έχοντας δεχτεί οχτώ γκολ εντός-εκτός από την Μπάγερν. Τη βραδιά του τελικού ωστόσο, στο «Σταντ ντε Φρανς», εμφανίστηκε μόνο η μεγάλη ομάδα του ζευγαριού.
Το καθαρό και ξάστερο 3-0 αποτέλεσε ένα καλό μάθημα για την ομάδα του Έκτορ Ραούλ Κούπερ, που το αξιοποίησε την επόμενη χρονιά, φτάνοντας εκ νέου έως το τέλος της διαδρομής. O Κλαούντιο Λόπες είχε φύγει, αλλά στο ρόστερ είχαν προστεθεί ο Πάμπλο Αϊμαρ, ο Μπαράχα, ο Κάριου (και ο Ζλάτκο Ζάχοβιτς…), σε μια σεζόν που η Βαλένθια αντιμετώπισε στην α’ φάση των ομίλων τον Ολυμπιακό και στη β’ τον Παναθηναϊκό (με απολογισμό 2-2-0).
Ξεπερνώντας τα εμπόδια των Άρσεναλ και Λιντς σε προημιτελικά και ημιτελικά, έκλεισε θέση για τη μεγάλη βραδιά στο «Σαν Σίρο». Εκεί, ήταν ανταγωνιστική για 120 λεπτά απέναντι στους Βαυαρούς, αλλά ο Ζάχοβιτς (που είχε μπει αλλαγή στο 66’) και ο Πελεγκρίνο νικήθηκαν στη διαδικασία των πέναλτι από τον Όλιβερ Καν.
Η σπουδαία ομάδα που μπήκε σφήνα στους μεγάλους της Ευρώπης για μια διετία, απειλώντας την καθεστηκυία τάξη θα αρκούνταν τελικά στο Κύπελλο UEFA του 2004, με τον Ράφα Μπενίτεθ πια στο τιμόνι.
Άρσεναλ (2005-06)
Από τη μία Ροναλντίνιο, Ετό, Ινιέστα, Ντέκο, Λάρσον και Πουγιόλ. Ναι, αλλά και από την άλλη Τιερί Ανρί, Φάμπρεγας, Πιρές, Ζιλμπέρτο Σίλβα, Λιούνγκμπεργκ και Χλεμπ. Εκείνη η μετεξέλιξη της Αρσεναλ, που δύο χρόνια πριν είχε γράψει ιστορία, κατακτώντας (με τη συνδρομή των Βιεϊρά και Μπέργκαμπ) αήττητη την Πρέμιερ Λιγκ, έφτασε το 2006 πιο κοντά από ποτέ τα χείλη της στο άγιο δισκοπότηρο του Τσάμπιονς Λιγκ.
Στη διοργάνωση της σεζόν 2005/06 ήταν μια διαφορετική έκδοση Αρσεναλ «by Αρσέν Βενγκέρ». Αφήνοντας στην άκρη το jogo bonito με το οποίο απέκτησε θαυμαστές σε κάθε γωνιά της Γης, έφτασε στον τελικό του Παρισιού, ως μια ανασταλτική μηχανή, που δεν δέχτηκε ούτε ένα γκολ στη φάση των νοκ-άουτ!
Στον όμιλο παραχώρησε μόνο μία ισοπαλία και είχε μόλις δύο γκολ παθητικό, γράφοντας τέσσερα σερί clean sheets στα ισάριθμα τελευταία ματς. Στη φάση των «16» απέκλεισε τη Ρεάλ με ένα αριστούργημα του Ανρί στο «Μπερναμπέου» (0-1), μετά τη λευκή ισοπαλία του Λονδίνου, δύο σβηστά… under δηλαδή, όταν άπαντες περίμεναν πανδαισία από γκολ.
https://www.youtube.com/watch?v=usoFCtMZvk8
Ακολούθησε η επίδειξη αποτελεσματικότητας απέναντι σε ακόμα ένα μεγαθήριο, τη Γιουβέντους (2-0, 0-0) και όταν ο Χουάν Ρομάν Ρικέλμε έστηνε την μπάλα στα 11 βήματα στο 90ο λεπτό του επαναληπτικού ημιτελικού στο «Μαδριγάλ», ήξερε ότι ο Γενς Λέμαν ήταν… ανίκητος. Το ένιωσε επώδυνα στο πετσί του, τη στιγμή που ο Γερμανός έπεσε στη σωστή γωνία, κράτησε το 0-0 και έστειλε τους «Gunners» στον τελικό.
Τελικά εκείνη η σπουδαία Άρσεναλ έχασε το τρόπαιο χωρίς ο Λέμαν να δεχτεί γκολ στα νοκ-άουτ. Στον τελικό αποβλήθηκε προτού βγει το 20λεπτο, γκρεμίζοντας τον Σάμουελ Ετό και τη θέση του πήρε ο Μάνουελ Αλμούνια.
Παρά το αριθμητικό πλεονέκτημα, η Αρσεναλ προηγήθηκε στο 37’ με κεφαλιά του Κάμπελ και έχασε σημαντικές ευκαιρίες με τους Ανρί και Λιούνγκμπεργκ για το 2-0. Ο Βίκτορ Βαλδές (άκουσον, άκουσον) κράτησε όρθια εκείνο το βράδυ την Μπάρτσα και ο Χένρικ Λάρσον ήρθε από το… πουθενά (αλλαγή στο 61’) για να βρει την Κερκόπορτα σε ένα κάστρο που είχε μείνει απόρθητο για εννιά σερί ματς + 60 λεπτά!
Έγιναν 975, έως ότου ο Σουηδός μοιράσει δύο ασίστ στο άψε-σβήσε (76’ Ετό, 80’ Μπελέτι) και γκρεμίσει στο χορτάρι με την άχλη τραγικών ηρώων τους παίκτες της Αρσεναλ.
Ντόρτμουντ (2012-2013)
Όταν οι Μάρκο Ρόις, Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι, Ιλκάι Γκουντογάν, Μάριο Γκέτσε και Ματς Χούμελς συνέπεσαν στα καλύτερα τους, ο Γιούργκεν Κλοπ βρέθηκε ένα «κλικ» απ’ το να γράψει μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις όλων των εποχών στα κύπελλα Ευρώπης.
Όχι μόνο γιατί τους τέσσερις εξ’ αυτών (πλην του Ρόις) δεν τους γνώριζε κανείς τρία-τέσσερα χρόνια πριν, αλλά και διότι η ίδια η Ντόρτμουντ είχε περάσει μία βαθιά οικονομική κρίση, που απείλησε την ύπαρξη της στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του νέου αιώνα.
Η Μπορούσια έπαιξε στο Τσάμπιονς Λιγκ της σεζόν 2012-13 ως πρωταθλήτρια Γερμανίας. Ή καλύτερα ως… νταμπλούχος, καθώς στον τελικό κυπέλλου του 2012 είχε συντρίψει με 5-2 την Μπάγερν. Λίγες ημέρες αργότερα οι Βαυαροί του Γιουπ Χάινκες έχαναν και στον (εντός έδρας) τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ κόντρα στην Τσέλσι και… σκύλιαζαν για τα καλά ενόψει της επόμενης σεζόν.
Ο τελικός του «Γουέμπλεϊ» το 2013 θα ήταν μια γερμανική τιτανομαχία και θα κρινόταν από ένα γκολ του Άριεν Ρόμπεν στο 89’. Η Ντόρτμουντ είχε κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ στο Μόναχο το 1997 (αφότου στον ημιτελικό του «Ολντ Τράφορντ» είχε κοιμηθεί ο Θεός…), αλλά εκείνη η «έκδοση» του Κλοπ ήταν καλύτερη. Είχε φιλοδωρήσει αξέχαστα με τέσσερα «τεμάχια» τη Ρεάλ των Μουρίνιο και Ρονάλντο στα ημιτελικά (με το απίθανο «καρέ» του Λέβα), είχε όμως και την ατυχία να πέσει πάνω στην πιο «δολοφονική» ποδοσφαιρική μηχανή της σύγχρονης ιστορίας.
Η Μπάγερν είχε φτάσει τότε στον τελικό με τέρματα 11-0 σε προημιτελικά και ημιτελικά κόντρα σε Γιουβέντους και Μπαρτσελόνα. Ίσως, αν ο (παλιός καλός…) Μάριο Γκέτσε δεν είχε τραυματιστεί στη ρεβάνς του «Μπερναμπέου» και ήταν παρών στο «Γουέμπλεϊ», να είχε γραφτεί διαφορετικά η ιστορία.