Ο δεινόσαυρος που σκέπαζε τα πάντα: Ο μοναδικός παίκτης που «φοβόταν» ο Τζόρνταν

Καθόλου άσχημα για ένα «σκιάχτρο» που έφτασε 20 χρονών πριν σκάσει την πρώτη του ντρίπλα

Τον «ουρανό» του γηπέδου της Γιούτα κοσμούν οι φανέλες 9 ανθρώπων της που έχουν αποσυρθεί οριστικά από την… κυκλοφορία, ως ένδειξη της προσφοράς τους στην ομάδα. Αναμφισβήτητα ξεχωρίζουν εκείνες παικτών όπως ο Μάραβιτς, ο Χόρνατσεκ και φυσικά των Τζον Στόκτον και Καρλ Μαλόουν που για χρόνια προσέφεραν την… μορμόνικη εκδοχή του show time στο NBA. Ωστόσο εκεί βρίσκει κανείς και το νούμερο 53, το οποίο ανήκει σε έναν άνθρωπο με ελάχιστο επιθετικό ταλέντο σε σχέση με αυτούς. Σε έναν παίκτη που σε καμία από τις 11 σεζόν της καριέρας του δεν κατάφερε καν να έχει διψήφιο μέσο όρο πόντων. Ίσα-ίσα που είχε καταγράψει και πάνω από 30 παιχνίδια στα οποία είχε μείνει στο απόλυτο μηδέν.

Στην περίπτωση του θηριώδους Μαρκ Ίτον, ήταν τα κατορθώματά του στην άμυνα που τον οδήγησαν τόσο μακριά και τον κράτησαν στην ιστορία ως ένα «σκιάχτρο» το οποίο «φοβόταν» ακόμη και ο ένας και μοναδικός Air Jordan.

Όχι βέβαια πως δεν είχε καταφέρει να καρφώσει στα μούτρα του…

Κίνδυνος-θάνατος

Κάποτε κάποιος είχε πει πως το μοναδικό καλό που μπορεί να προκύψει από το να είσαι αντίπαλος του MJ και να έχεις εντολές να τον παίξεις man to man ήταν πως σίγουρα θα κέρδιζες μια θέση στα πρωτοσέλιδα της επόμενης μέρας. Φυσικά, όχι για κάτι που πέτυχες εσύ, αλλά εξαιτίας μιας μαγικής φάσης που θα έβγαζε ο «αέρινος», κάνοντάς σε να φαίνεσαι βλάκας. Μέχρι ενός σημείου, το ίδιο ίσχυε και με τον Ίτον. Που μπορούσε να σου σβήσει τα φώτα με ένα κόψιμο δίχως καν να πηδήξει. Καμιά φορά, χωρίς να κοιτάζει ή να τον νοιάζει ποιος είσαι.

Η αλήθεια είναι πως πριν τον γεννημένο στην Καλιφόρνια σέντερ, σπάνιζαν παίκτες με ύψος πάνω από τα 2.20. Εκείνος έβλεπε τον κόσμο από τα 2 μέτρα και 24 εκατοστά. Δεν ήταν όμως το μπόι που έκανε τη διαφορά. Για παράδειγμα, την ίδια χρονιά με αυτόν έγινε draft και ο Τσακ Νέβιτ, ο οποίος ήταν δύο πόντους ψηλότερος. Τελείωσε την καριέρα του με ένα μέσο όρο 0.7 μπλοκ ανά παιχνίδι την στιγμή που ο Ίτον είπε «αντίο» αφήνοντας κληρονομιά και παρακαταθήκη του 3.5 τάπες/ματς, όταν οι πόντοι του δεν ξεπερνούσαν τους 6!

Ειδικά τη σεζόν 1984-85, την καλύτερη της ζωής του, είχε 5.6 μπλοκ και 9.7 πόντους στην regular season, μετατρέποντας την ρακέτα των Τζαζ σε ναρκοπέδιο. Εκείνη την χρονιά συμπαίκτης του έγινε ο Στόκτον (ο Μαλόουν πήγε την επόμενη) ο οποίος με λίγα λόγια περιέγραψε το δέος που ένιωθε οποιοσδήποτε πλησίαζε το ζωγραφιστό κι έβλεπε αυτόν τον «δεινόσαυρο» απέναντί του. «Έκανε τους αντιπάλους τόσο νευρικούς που δεν προλάβαιναν καν να δώσουν πάσα όταν τον συναντούσαν».

Σβήσε τα φώτα

Με 456 τάπες (ακατάρριπτο ρεκόρ), 6 ματς στα οποία είχε πάνω από 10 (14 σε παιχνίδι κόντρα στο Πόρτλαντ) δεν είναι καθόλου τυχαίο που ψηφίστηκε κορυφαίος αμυντικός της χρονιάς, επίτευγμα που επανέλαβε 4 χρόνια αργότερα, όταν και αγωνίστηκε για μία και μοναδική φορά σε All Star Game. Σε μια περίοδο που το μπάσκετ γινόταν ολοένα και πιο θεαματικό, ο Ίτον και τα κατορθώματά του έφτιαχναν καλές ιστορίες στα αποδυτήρια, αλλά δεν κέρδιζαν σε δημοφιλία τις «καλαθομηχανές» τύπου Τζόρνταν που κυκλοφορούσαν.

Ίσως το επιθετικό ταλέντο του να είχε αναπτυχθεί περισσότερο αν είχε ξεκινήσει νωρίτερα να ασχολείται με το μπάσκετ. Όμως εκείνος είχε δοκιμάσει για λίγο το πόλο και στη συνέχεια αποφάσισε πως τα σπορ δεν ήταν του γούστου του. Έγινε μηχανικός αυτοκινήτων και στα 20 χρόνια του προσπαθούσε να τα βγάλει πέρα επισκευάζοντας αμάξια, μέχρι που ένας τύπος που τον είδε και τα έχασε, του πρότεινε να δοκιμάσει λίγο να ακουμπήσει την… «σπυριάρα». Λεγόταν Τομ Λούμπιν και ουσιαστικά του χάρισε το δρόμο για μια καλύτερη ζωή κι έδωσε στο NBA μια ατραξιόν που μέχρι τότε δεν είχε ξαναδεί.

Ξεπέρασε τις προσδοκίες

Παρά την πρόοδό του στο κολλέγιο (και φυσικά το ύψος του), ο Ίτον συνέχιζε να μην «γεμίζει» το μάτι στους scouts του NBA. Οι περισσότεροι πίστευαν πως στην καλύτερη περίπτωση μπορούσε να γίνει ένας ρολίστας που θα ερχόταν για μερικά λεπτά από τον πάγκο και θα «διασκέδαζε» το κοινό με την «αμπαλοσύνη» του. Το 1979 οι Σέλτικς τον επέλεξαν ως λύση ανάγκης στο νούμερο 107, στον 5ο γύρο των drafts! Εκείνος επέλεξε να επιστρέψει στο πανεπιστήμιο, όπου κι εκεί η παρουσία του ήταν πολύ μέτρια. Μμμμ, βασικά ήταν τραγική. Ως τελειόφοιτος έπαιξε 42 λεπτά όλα κι όλα σε 11 ματς. Είχε 1.3 πόντους και 2 ριμπάουντ

Ξαναμπαίνοντας στη διαδικασία του draft το 1982 συγκέντρωσε ελάχιστο ενδιαφέρον από ομάδες του NBA. Σαν από θαύμα, ασχολήθηκε με την περίπτωσή του η Γιούτα. Στον 4ο γύρο και στο νούμερο 72 ακούστηκε το όνομά του. Πολλοί απόρησαν και γέλασαν με την επιλογή του τότε προπονητή των Τζαζ, Φρανκ Λέιντεν, ο οποίος απάντησε στους επικριτές του με μια φράση του συναδέλφου του στους Σέλτικς, Ρεντ Άουερμπαχ. «Δεν μπορείς να διδάξεις ύψος» είχε πει ο θρύλος της Βοστώνης και στην περίπτωση του Ίτον ίσχυσε 100%.

Λένε πως ο άνθρωπος που άλλαξε το μυαλό του απογοητευμένου στο κολλέγιο Ίτον ήταν ο Γουίλτ Τσάμπερλεν, ένας από τους μεγαλύτερους σέντερ που έχει αναδείξει ποτέ το άθλημα. Παρακολουθώντας πολλές προπονήσεις στο UCLA στο οποίο έπαιζε ο τότε πιτσιρικάς, του εξήγησε πως δεν ήταν δυνατό να ονειρεύεται καριέρα σαν τη  δική του με τους 31.419 πόντους. Αν ήθελε να πετύχει οτιδήποτε, έπρεπε να επικεντρωθεί στο ακριβώς αντίθετο. Να μην επιτρέπει σε κανέναν να σκοράρει μπροστά του. Οι 3.056 τάπες (ρεκόρ) που μοίρασε ήταν η απόδειξη πως ο «Big Dipper» είχε δίκιο.

Πλέον η φανέλα με το νούμερο 53 και το όνομά του γραμμένο πάνω σε αυτήν βρίσκεται πλάι σε εκείνες των μύθων του αθλήματος. Καθόλου άσχημα για ένα «σκιάχτρο» που έφτασε 20 χρονών πριν σκάσει την πρώτη του ντρίπλα.