Δυσφημίζοντας επιπλέον το σινάφι «Έλληνες διαιτητές»

Υπάρχουν καλοί Έλληνες διαιτητές;

Για να δώσεις σε μια ομάδα δεύτερο πέναλτι σε διάστημα οχτώ λεπτών πρέπει να είσαι 100% βέβαιος για την παράβαση. Ο Γιώργος Τζοβάρας, παρότι το οπτικό πεδίο του ήταν ανεπαρκές, έστριψε το νόμισμα στο κεφάλι του και έστησε ξανά τον Παναθηναϊκό στα 11 βήματα, δυσφημίζοντας επιπλέον το σινάφι «Έλληνες διαιτητές», που έως τώρα έχει ομολογουμένως δικαιώσει την κακή φήμη του.

Όχι, διότι τα εξόφθαλμα λάθη είναι περισσότερα από τις προηγούμενες χρονιές – πιθανότατα είναι λιγότερα – αλλά γιατί η σύγκριση με τα παιχνίδια που έχουν διευθύνει οι ξένοι τους «αδικεί».

Αν εξαιρεθεί το Άρης – ΠΑΟΚ, στο οποίο ο Ιταλός Ντανιέλε Ντόβερι δεν είχε την καλύτερη μέρα του, οι «εισαγόμενοι» ρέφερι δεν έχουν δώσει τροφή για σχόλια. Εξακολουθεί όμως να δίνει η ΚΕΔ με τα παιχνίδια που χαρακτηρίζει «ντέρμπι».

Έως τώρα τέτοια θεωρούνται μόνο τα παιχνίδια μεταξύ του Big-4 και η τοπική μονομαχία της Θεσσαλονίκης. Αλλά ο Ατρόμητος π.χ. έχει κάθε λόγο να αισθάνεται αδικημένος από αυτή την αξιολόγηση.

Στο πρόσφατο ματς με τον Ολυμπιακό έπαιζαν ο δεύτερος με τον τρίτο της βαθμολογίας, ενώ όταν έγινε το Άρης – ΠΑΟΚ ο 6ος αντιμετώπιζε τον πρώτο και στο Παναθηναϊκός – ΑΕΚ η 6η ομάδα της βαθμολογίας την 5η.

Μάλιστα η ομάδα του Περιστερίου έχει κάθε λόγο να πιστεύει ότι στο συγκεκριμένο ματς το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό με ξένο διαιτητή. Διότι είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα είχαν αποφευχθεί τα γεγονότα του ημιχρόνου, αν αυτός δεν μιλούσε «γρι» ελληνικά.

Ο Ατρόμητος είχε από τα τέλη Οκτωβρίου ζητήσει ξένη «σφυρίχτρα» στα παιχνίδια του με ΠΑΟΚ, Ολυμπιακό, ΑΕΚ και Παναθηναϊκό. Δεν εισακούστηκε από τον πρόεδρο της ΚΕΔ, Μέλο Περέιρα, ο οποίος από χθες αισθάνεται λίγο πιο άβολα στη θέση του.

Το λάθος του Τζοβάρα είναι από αυτά που καταχωρούνται στη συνείδηση ως all-time classic γκάφες. Και μοιραία δίνουν λαβή για αιτήματα περί μεγαλύτερου ποσοστού ξενόφερτης διαιτησίας στο πρωτάθλημα, απαξιώνοντας επιπλέον την ντόπια… παραγωγή.

Υπάρχουν καλοί Έλληνες διαιτητές; Ασφαλώς υπάρχουν, άλλωστε η FIFA έχει κρίνει άξιους εφτά από αυτούς για να διευθύνουν διεθνείς αγώνες την τρέχουσα σεζόν. Έχουν όμως ένα ξεκάθαρο ντεσαβαντάζ έναντι των ξένων.

Στο περιβάλλον που πρέπει να δράσουν, καλούνται να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες. Πληρώνουν αμαρτίες δεκαετιών, χωρίς απαραίτητα (πολλοί από αυτούς) να είναι υπεύθυνοι. Η πίεση στις πλάτες τους είναι πολύ μεγαλύτερη από τον τάδε Ιταλό ή τον δείνα Αυστριακό, που θα έρθει, θα σφυρίξει ένα ματς και θα επιστρέψει στην «κανονική» χώρα του.

Το «τοξικό» μείγμα που καλλιεργείται στα μυαλά των Ελλήνων ρέφερι με κάθε δυνατό τρόπο αποδομεί το ίδιο το έργο και την κρίση τους. Πολλές φορές η βασική σκέψη τους δεν είναι να αποφασίσουν με βάση αυτό που έχουν δει, αλλά ποιες θα είναι οι επιπτώσεις της απόφασης τους.

Ποιον ενδεχομένως θα… κακοκαρδίσουν, σε ποιου το στόχαστρο θα βρεθούν, σε τι είδους κινδύνους θα περιέλθουν και ποιους θα αποφύγουν. Με γνώμονα των αποφάσεων τους ποιος είναι ο πιο ισχυρός στα ποδοσφαιρικά κέντρα εξουσίας και τι φημολογείται για πάρτη τους στο παρασκήνιο, είναι φυσιολογικό να βγάζει αυτή η στάνη αυτό το τυρί…

Το VAR θα ήταν μια κάποια λύσις. Τουλάχιστον στον χθεσινό αγώνα του Άρη με τον Παναθηναϊκό, τα δύο από τα τρία πέναλτι δεν θα είχαν καταλογιστεί. Η είσοδος του (η κυβέρνηση έχει προαναγγείλει ότι θα εφαρμοστεί πιλοτικά στις 10 τελευταίες αγωνιστικές του πρωταθλήματος) θα βοηθούσε αναμφίβολα προς την κατεύθυνση της αξιοπιστίας.

Κατά συνέπεια και τους Έλληνες διαιτητές να «καθαρίσουν» εν μέρει το όνομα τους. Βρίσκοντας έναν αδιάσειστο – πέραν πάσης υποψίας – σύμμαχο στη δουλειά τους. Η τεχνολογία θα τους απαλλάξει από ένα τεράστιο ποσοστό κρίσης και ευθύνης.

Έως τότε βέβαια καλό θα ήταν να ορίζονται ξένοι διαιτητές σε όσο το δυνατόν περισσότερα παιχνίδια της Super League είναι δυνατό. Το ιδεατό θα ήταν και στα οχτώ κάθε αγωνιστικής. Ασφαλώς πρόκειται για ένα πολυδάπανο project, αλλά είναι από τις περιπτώσεις του ότι πληρώσεις παίρνεις…