Ένα χρόνο σχεδόν μετά την έναρξη της πανδημίας η επιστήμη κατάφερε να σπάσει όλα τα ρεκόρ και να δώσει στον αόρατο εχθρό το πρώτο μεγάλο χτύπημα. Το εμβόλιο είναι εδώ και όλοι ελπίζουν ότι θα σημάνει την αρχή του τέλους του εφιάλτη.
Στην Ελλάδα ο εμβολιασμός ξεκίνησε, όμως εκείνο που απασχολεί πλέον κυβέρνηση και λοιμωξιολόγους είναι το τι θα γίνει με τις δόσεις. Ο αριθμός των εμβολίων που ήρθαν στη χώρα μας δεν έχει καμία σχέση με εκείνον που υπολογίζαμε λίγους μήνες πριν, με αποτέλεσμα ο προγραμματισμός για την επίτευξη της πολυπόθητης ανοσίας της αγέλης να πηγαίνει ολοένα και πιο πίσω.
Παρόμοιο πρόβλημα ασφαλώς αντιμετωπίζουν και άλλες χώρες, όπως η Ιταλία οι οποίες περιμένουν την έγκριση τριών ακόμα εμβολίων μέσα στον Γενάρη, προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες τους για μαζικό εμβολιασμό του πληθυσμού.
Υπάρχουν και άλλες όμως, οι οποίες επέλεξαν έναν διαφορετικό δρόμο. Η Τουρκία για παράδειγμα, δεν περίμενε τη Pfizer, αλλά αποφάσισε να εμπιστευτεί ένα άλλο εμβόλιο, το οποίο μπορούσε να τις εξασφαλίσει άμεσα τις απαιτούμενες ποσότητες δόσεων για τον πληθυσμό της.
Ναι, η Τουρκία έχει ήδη εκκινήσει διαδικασία μεταφοράς 10.000.000 εμβολίων που παρασκευάστηκαν από Κινέζους επιστήμονες, ενώ αντίστοιχη προτίμηση έδειξε προς την Κίνα και η Βραζιλία.
Θα πει κάποιος «εγώ δεν θέλω να βάλω το εμβόλιο της Pfizer, θα δεχτώ το κινέζικο που είναι ….αυτό που λέει το όνομα του και ποιος ξέρει τι του έχουν βάλει;».
Αφήνοντας όμως στην άκρη τέτοιες άτοπες αντιλήψεις, το κινέζικο εμβόλιο, καθώς ξεκινάει ταυτόχρονα την πορεία του και σύμφωνα με ανεξάρτητη μελέτη των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων έχει 86% αποτελεσματικότητα, δεν έχει πρακτικά τίποτα λιγότερο από τα εμβόλια που θα διατεθούν σε Βόρεια Αμερική και Ευρώπη.
Παρά το ότι στο παρελθόν η Κίνα έχει εμπλακεί σε σκάνδαλα γύρω από ανάπτυξη εμβολίων, αυτή τη στιγμή, εν έτει 2020, έχει αναπτύξει πάρα πολύ τον επιστημονικό της κλάδο την τελευταία δεκαετία και χάρη σε εμβόλια όπως αυτό κατά της ηπατίτιδας, δεν έχει αντιμετωπίσει ξέσπασμα κάποιου ιού, σύμφωνα με το πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ. Σε αυτό το διάστημα ο ΠΟΥ έχει προκρίνει 5 εμβόλια που έχουν παραχθεί στην Κίνα.
Εκτός από το εμβόλιο της Shinofarm, το οποίο έχει εγκριθεί και θα αρχίσει να μοιράζεται σε χώρες που η Δύση θεωρεί υπανάπτυκτες ή αναπτυσσόμενες, υπάρχει το εμβόλιο Sinovac που ακόμα δεν έχει πάρει έγκριση, ενώ ακόμα 6 μελέτες βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο ανάπτυξης εμβολίου. Επιπρόσθετα, το εμβόλιο της Shinofarm δεν χρειάζεται συνθήκες βαθιάς κατάψυξης, όπως της Pfizer, αλλά συντηρείται και σε θερμοκρασία ψύξης.
Ταυτόχρονα, σε χρονοδιάγραμμα ενός χρόνου θα έχει παράξει πάνω από 1 δισεκατομμύριο εμβόλια, ούσα μια από τις λίγες χώρες-αγορές στον κόσμο που διαθέτει τα μέσα για να πετύχει κάτι τέτοιο.
Κι ενώ λοιπόν η Δύση σνομπάρει ακόμα και σε αυτή την κρίσιμη περίοδο και η νομή της εμβολιακής πίτας θέτει την Αφρική και τα κράτη της Μέσης Ανατολής σε τρίτη, τέταρτη και τελευταία μοίρα, μιας και ο εμβολιασμός εκεί θα ξεκινήσει από τα τέλη του 2021, ου μην και αρχές 2022, η Κίνα προσφέρει σε αυτές τις χώρες μια εναλλακτική που κανείς δεν ξέρει αν θα εξελιχθεί σε χειρότερη. Κανείς όμως δεν ξέρει κι αν θα εξελιχθεί σε καλύτερη σε σχέση με τα καθ΄ημάς στην Ευρώπη.
Κι αν τα παραδείγματα της Βραζιλίας και της Τουρκίας δεν μας κάνουν, γιατί είναι χώρες με ιδιάζοντες ηγέτες και μια τάση για συγκάλυψη, ενδεχομένως να λέει κάτι ότι Αίγυπτος, Μεξικό, Μορόκο, Ινδονησία και Ρωσία είναι χώρες που είτε έχουν παραγγείλει αριθμό εμβολίων είτε αποτελούν μέρη τελευταίων σταδίων πειράματος άλλων εμβολίων κινεζικής προέλευσης.
Μια άλλη κουβέντα θα μπορούσε να αφορά την αξιοπιστία της αποτελεσματικότητας που επικοινωνείται από την Κίνα. Και σε αυτό υπάρχει απάντηση. Κουβέιτ, ΗΑΕ έχουν δημοσιεύσει μελέτες γι΄αυτή την αποτελεσματικότητα, ενώ και ο Τζέιμι Τρίκας, λοιμωξιολόγος και αρμόδιος διευθυντής στο αντίστοιχο τμήμα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ εξηγεί πως δεν διαφαίνεται από κάπου παραπλάνηση εκ μέρους της Κίνας.
Σε κάθε περίπτωση, ένα χρόνο και κάτι ημέρες μετά τον πρώτο καταγεγραμμένο ασθενή, φαίνεται πως βρισκόμαστε στη γραμμή εκκίνησης για έναν αγώνα δρόμου ανάμεσα σε εγκεκριμένα και σε τελικό στάδιο πειράματος εμβόλια και αναμφίβολα θα έχει ενδιαφέρον να δούμε ποιο θα αποδειχθεί πιο αποτελεσματικό και με καλύτερη θωράκιση στον ανθρώπινο οργανισμό.
* Με πληροφορίες από: New York Times, AP News,