Όταν συνειδητοποιείς ότι η κατάθλιψη είναι το καταφύγιό σου

Όταν συνειδητοποιείς ότι η κατάθλιψη είναι το καταφύγιό σου

Πρόσεξε μην αφεθείς.

Δεν είμαι γιατρός, δεν είμαι ψυχολόγος, δεν είμαι κανένας ειδικός. Είμαι ένας άνθρωπος ελαττωματικός όπως εσύ. Κι εσύ. Κι εσύ. Ίσως να είμαι και πιο ελαττωματικός από εσάς. Το πρόβλημα είναι ότι το θεωρούμενο νορμάλ ως αντίδραση θα ήταν να με ενοχλεί. Να μη θέλω να είμαι πιο ελαττωματικός από το «φυσιολογικό». Αν μπορεί κάποιος να μιλήσει με τέτοιους όρους βέβαια. Αντιθέτως, εγώ δεν ενοχλούμαι. Χαίρομαι. Περηφανεύομαι. Θέλω να γίνω ακόμα περισσότερο προβληματικός. Εσωτερικά κι εξωτερικά. Δεν ξέρω αν η κατάθλιψη είναι ένα στάδιο κοινό για όλους, εγώ πάντως θα πω αυτή την κατάσταση αρχή κατάθλιψης.

Ξαναλέω, δεν είμαι κανένας ειδικός. Οι γνώσεις μου για ψυχολογία είναι αυτές που πήρα από κάτι μαθήματα στη σχολή ΕΜΜΕ. Ούτε εξειδίκευση έχω ούτε κανένα πτυχίο. Οπότε αν είσαι ένας άνθρωπος που βρίσκεται στην ίδια κατάσταση με μένα, σε παρακαλώ σταμάτα να διαβάζεις εδώ. Πήγαινε να διαβάσεις κάτι άλλο. Εδώ θα απιθώσω μόνο τα όσα ελαττώματά μου χωρίς να παρακινώ κάποιον σε κάτι.

Η κατάθλιψη λοιπόν είναι μια πολυφορεμένη λέξη στις μέρες μας. Τείνουμε πολλές φορές να την ξεστομίζουμε εύκολα. Ίσως θέλουμε να μεγαλοποιήσουμε ακόμα και την άσχημη κατάστασή μας. Θέλουμε να βιώνουμε μεγάλα πράγματα γιατί το έχουμε ανάγκη. Θέλουμε να είμαστε μέρος ενός μεγάλου γιατί έτσι νιώθουμε καλύτερα με τον εαυτό μας. Τουλάχιστον έτσι το διαβάζω και βιώνω εγώ.

Στην τελική όμως έχει καμία σημασία η επιστημονική πιστοποίηση; Αυτό που μετράει είναι το προς τα που ρέπει, προς τα που έλκεται το μέσα σου. Και το δικό μου μέσα θέλει να πάει διακοπές στην κατασκήνωση Η Κατάθλιψη. Θέλει να περάσει όσο περισσότερο καιρό μπορεί εκεί μέσα γιατί είναι πια πεπεισμένο πως εκεί θα βρει καταφύγιο. Ένα άσυλο απ΄όσα μικρά, ασήμαντα, μεγάλα, σημαντικά μπορεί να το κατατρύχουν.

Είμαι της άποψης ότι πρέπει να αφήνεις τον εαυτό σου να τα ζήσει όλα. Δεν χρειάζεται να μην κλάψεις. Αν το νιώθεις κάνε το. Δε χρειάζεται να μη λυπηθείς για κάτι, να μην κλειστείς στον εαυτό σου, να μην αφαιρεθείς για λίγο από το ενεργό ζην. Αξίζει να το κάνεις γιατί και εκτιμάς καλύτερα την άλλη κατάσταση και ξεδίνεις. Δεν μένεις με απωθημένα. Τα κενά μπορούν να επουλωθούν μόνο αν τους έχεις αφαιρέσει όλες τις πέτρες και τα βραχάκια.

Η κατάθλιψη δεν είναι απ΄αυτές τις περιπτώσεις. Δεν είναι από τα συναισθήματα διαρκείας που αξίζει να ενδώσεις. Αυτό λέει το κοινωνικά και επιστημονικά αποδεκτό. Κι όμως υπάρχει μια φωνή μέσα μου, μέσα σου, πιθανώς αυτοκαταστροφική, που ψιθυρίζει το εξής. «Έλα σε μένα, σε μένα ξέρεις ότι δεν έχεις να ζήσεις κάτι επώδυνο. Είμαι το πιο επώδυνο. Και μόλις με συνηθίσεις, θα σου αρέσει. Θα ξέρεις πάντοτε τι να περιμένεις. Δεν θα σου διαλύσω καμία ελπίδα που θα σου δώσω». Κι αυτό είναι δυστυχώς μια πραγματικότητα.

Σκεπτόμενος όλα αυτά, αρχίζω να σκέφτομαι τον Παπαδιαμάντη, τον Ζορμπά του Καζαντζάκη. Ενδίδω στη μοναξιά. Ακόμα κι όταν γύρω μου υπάρχουν άνθρωποι, εγώ με βλέπω μόνο. Γίνομαι ένας κοινωνικός αναχωρητής. Βρίσκω την ευκολία και την ηρεμία σε αυτή την απομόνωση, σε αυτό το τόσο σκοτεινό μέρος. Εκεί όπου καμία ηλιακή ακτίνα δεν θα μπει. Η Σειρήνα μου με κέρδισε. Οριστικά; Θα φανεί.

Θα αναρωτιέσαι γιατί κάθομαι και τα γράφω αυτά. Γιατί ανοίγομαι έτσι σε ανθρώπους που δεν με ξέρουν και δεν τους ξέρω. Ιδέα δεν έχω. Μπορεί γιατί αν κάποια πράγματα γραφτούν, ειπωθούν, χωρίς την αιδώ που σου προκαλεί το face to face, να γίνουν πιο διαχειρίσιμα. Μπορεί αυτά τα λόγια να είναι η ανακίνηση της θάλασσας που με βγάζει ξανά στην επιφάνεια.

Μέχρι τότε, νιώθω ασφαλής εδώ. Άτρωτος αν θες. Μήπως παραλογίζομαι;