Τα τελευταία 24ωρα κυκλοφορεί στο διαδίκτυο μια μικρού μήκους ταινία μόλις τεσσάρων λεπτών, η οποία κατάφερε να ανοίξει μια συζήτηση πολύ μεγαλύτερη της διάρκειας της. Τιτλοφορείται «Ο αδερφός μου» και στόχος της είναι να αφηγηθεί μια ιστορία που να καταδεικνύει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι με κινητικά προβλήματα όταν κινούνται στους δρόμους της Αθήνας.
Το σενάριό της είναι πολύ έξυπνα δομημένο. Αρχικά βλέπουμε έναν πιτσιρικά να διασχίζει έναν κεντρικό δρόμο της πόλης γεμάτο μαγαζιά και πολυκοσμία και φαινομενικά χωρίς καμία αιτία να σπάει ό,τι βρει μπροστά του: από τραπέζια μαγαζιών και στασίδια πλανόδιων πωλητών μέχρι παρκαρισμένα αμάξια. Ο πρωταγωνιστής συλλαμβάνεται από την αστυνομία και στην επόμενη σκηνή τον επισκέπτονται οι γονείς του μαζί με την αδερφή του, η οποία όπως αποκαλύπτεται είναι ΑΜΕΑ και βρίσκεται πάνω σε ένα καροτσάκι.
Στη συνέχεια, με την μέθοδο του flashback βλέπουμε τι έχει προηγηθεί των βανδαλισμών του νεαρού. Βλέπουμε τον ίδιο, πριν το ξέσπασμά του, να προσπαθεί να προχωρήσει μαζί με την αδερφή του στον ίδιο δρόμο (που μετά από λίγο θα κάνει γυαλιά καρφιά) και να δυσκολεύεται σε εκνευριστικό βαθμό εξαιτίας του γεγονότος ότι όλα είναι διαμορφωμένα με τέτοιο τρόπο που να δυσκολεύει την ζωή των ανθρώπων σαν την αδερφή του: από τους μαγαζάτορες που κλείνουν τα πεζοδρόμια με τα τραπέζια τους μέχρι εκείνους που αγνοούν τις διαβάσεις των ανθρώπων με αναπηρία, τα πάντα στην Αθήνα μπορούν να κάνουν τους ανθρώπουν που βιώνουν ή πρέπει να διαχειριστούν την κατάσταση της αναπηρίας να φλερτάρουν με την έκρηξη!
Για το βιντεάκι αυτό έγινε πολύς λόγος. Υπήρχαν διάφορες απόψεις που τάχθηκαν ξεκάθαρα κατά του προτάγματός του. Μπόλικοι το κατηγόρησαν πως με τον τρόπο του είναι σαν να κλείνει το μάτι στους βανδαλισμούς και τα σπασίματα, σαν να δικαιολογεί μια κατάσταση όπου ο καθένας μπορεί να ξεσπάει κατά δικαίων και αδίκων όταν νιώθει την αδικία. Ακόμα και το επιχείρημα πως η εν λόγω ταινία «ενθαρρύνει τους νεαρούς να κάνουν βανδαλισμούς» γράφτηκε στο μεγάλο καφενείο που ακούει στο όνομα internet.
Αυτό που πρέπει πάντως να γίνει παραδεκτό από όλους είναι ότι η ταινία θίγει ένα θέμα που είναι όντως υπαρκτό: η πρόνοια στην σύγχρονη Ελλάδα για την διευκόλυνση των άνθρωπων με κινητικά προβλήματα είναι ανύπαρκτη. Η επιβίωσή τους πάνω σε ζητήματα καθημερινότητας είναι κάτι που αντί να διευκολύνεται αντίθετα, δυσκολεύει από το γεγονός ότι οι περισσότεροι θεσμοί τους έχουν γραμμένους. Σημαίνει αυτό ότι ένα ξέσπασμα σαν αυτό της ταινίας μπορεί να είναι η λύση;
Το ερώτημα αυτό είναι εύκολο να απαντηθεί αλλά στην πραγματικότητα ανούσιο. Διότι το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αυτό, αλλά άλλο: η ταινία οικειοποιείται ντε και καλά αυτή τη λύση ή μήπως απλά την αποτυπώνει; Είναι προφανές πως μάλλον το δεύτερο ισχύει. Όπως άλλωστε σε τόσες και τόσες ιστορίες δεν είναι δεδομένο πως το κεντρικό νόημά τους είναι και η άποψη του δημιουργού, έτσι και στο «Ο αδερφός μου», ο σκηνοθέτης Θοδωρής Παπαδουλάκης και ο σεναριογράφος Παναγιώτης Παπουτσάκης επιχειρούν να αποτυπώσουν με ρεαλισμό την ψυχολογική κατάσταση μιας συγκεκριμένης κοινωνικής κατηγορίας.
Είναι δεδομένο φυσικά πως οι δυο δημιουργοί βλέπουν με συμπάθεια το ξέσπασμα του πιτσιρικά. Δεν το βάζουν στο ίδιο τσουβάλι με την υπόλοιπη κατάσταση που αποτυπώνουν. Άλλωστε ποιος μπορεί να διαφωνήσει ότι ανάμεσα σε όσους παραβιάζουν τον νόμο βγάζοντας τα τραπέζια των μαγαζιών τους σε όλο το πεζοδρόμιο και παρκάροντας σε θέσεις ανάπηρων και τον πιτσιρικά που εξαγριώνεται με αυτή την κατάσταση, είναι μόνο ο τελευταίος που αξίζει να πάει στη φυλακή;
Το έχει πει και ο Αμερικάνος ιστορικός Χάουαρντ Ζιν: «Η κραυγή των αδικημένων δεν είναι πάντα δίκαιη αλλά αν δεν την ακούσεις δεν θα μάθεις ποτέ τι σημαίνει Δικαιοσύνη».