Το «έκτρωμα της Αθήνας» που αγαπήσαμε

Ο «Δρομέας» πλέον είναι ένας από εμάς

Μακάρι να μπορούσε να συμβεί με τον «Δρομέα» ό,τι στα παραμύθια, που βλέπεις άψυχα αντικείμενα να ζωντανεύουν. Να γινόταν δηλαδή να τρέξει μόνος του και να επιλέξει ο ίδιος το σημείο που του αρέσει. Αρκετά τον κουράσαμε με τα πήγαινε-έλα δίχως το παραμικρό ίχνος σεβασμό προς τον γλύπτη και το δημιούργημά του.

Ο Κώστας Βαρώτσος δεν ξύπνησε ένα πρωί και αποφάσισε να στήσει τον Δρομέα του στην Ομόνοια. Του ζητήθηκε να το κάνει πίσω στη δεκαετία του ’80, επί δημαρχίας του Μιλτιάδη Έβερτ στην Αθήνα, όταν ο Σταύρος Ξαρχάκος ήταν αντιδήμαρχος -υπεύθυνος για θέματα πολιτισμού.

Το αποτέλεσμα της έμπνευσης του Έλληνα γλύπτη ξένισε πολλούς, κυρίως μη ειδικούς των οποίων οι φωνές –όπως συνήθως συμβαίνει- σκέπασαν τα πάντα. Ο «Δρομέας», σε αντίθεση με ό,τι είχαμε μάθει πως συμβολίζουν τα μνημεία μεγάλης κλίμακας, δεν είχε αναφορές στο παρελθόν. Δεν συμβόλιζε κανέναν ήρωα της μακρινής ή νεότερης ιστορίας του τόπου και πίσω από αυτόν δεν κρυβόταν κανένα ανδραγάθημα ή κατόρθωμα για το οποίο διδαχτήκαμε στα σχολεία.

Ήταν -και παραμένει- η μορφή ενός σύγχρονου Έλληνα, ενός σύγχρονου ανθρώπου, ενός σύγχρονου πολίτη, που τοποθετήθηκε στο πλέον πολύβουο και (για πολλούς) ακαλαίσθητο σημείο της πρωτεύουσας. Την πλατεία Ομονοίας, που στο πέρασμα του χρόνου γνώρισε ακόμη μεγαλύτερη υποβάθμιση, κάνοντας ταυτόχρονα τον «Δρομέα» ακόμη πιο επίκαιρο. Λες και έτρεχε να ξεφύγει από ένα σήμερα και ένα αύριο που δεν του ταιριάζει.

Το έργο κατασκευάστηκε με γνώμονα την περιοχή στην οποία θα στηνόταν. Τα κτήρια, το ύψος και το μέγεθός τους, την προοπτική. Ωστόσο όσο συμβατός κι αν έμοιαζε με το πολύπαθο κέντρο της Αθήνας, τόσο ασύμβατος φάνταζε με τις αντιλήψεις των κατοίκων της. Άλλωστε, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έφτασαν στον σημείο να κάνουν λόγο για «έκτρωμα», μη μπορώντας να συνηθίσουν την μοντέρνα για την εποχή αισθητική του.

Σήμερα ο «Δρομέας» βρίσκεται κοντά στο Hilton, εξορισμένος από το αρχικό σπίτι του. Είναι αλήθεια πως στο πέρασμα του χρόνου αυτή η φτιαγμένη από μέταλλο και γυαλί μορφή κέρδισε υποστηρικτές. Ίσως να ευθύνεται και η δύναμη της συνήθειας, αυτό το καθημερινό «καλημέρα» και «καλησπέρα» των διερχόμενων οδηγών να έφερε και την οικειότητα που αρχικά δεν υπήρχε. Όπως και να έχει, ο «Δρομέας» κατόρθωσε να κάνει τον χρόνο να δουλέψει υπέρ του. Να γίνει ένας από εμάς. Ακόμη ένας Αθηναίος, ακόμη ένας Έλληνας που τρέχει είτε για να συναντήσει το νέο είτε για να απομακρυνθεί από το παλιό.

Τις τελευταίες μέρες ήρθε ξανά στην επικαιρότητα. Και όπως συνέβαινε πάντα με αυτόν, για λάθος λόγους. Αφορμή υπήρξε η φημολογούμενη ανταλλαγή του με τον «Έφιππο Πολεμιστή» των Σκοπίων, όπως αποκαλούν πλέον το αλά Μεξαλέξανδρο άγαλμα στην πρωτεύουσά τους οι γείτονες. Το θέμα έχει πάρει διαστάσεις, με τον γλύπτη και την υπουργό Πολιτισμού, Μυρσίνη Ζορμπά, να αλληλοδιαψεύδονται σχετικά με τα γεγονότα.

Σαν από θαύμα, ο «Δρομέας» κέρδισε νεόκοπους υποστηρικτές. Είδε να δημιουργείται ένα άνευ προηγουμένου κίνημα υποστηρικτών του, που αντιδρούν στην ιδέα μετακίνησής του και απομάκρυνσής του από το σημείο στο οποίο βρίσκεται σήμερα. Ίσως είναι η πρώτη φορά που τόσοι πολλοί συντάσσονται στο πλευρό του καλλιτέχνη και του έργου του.

Κάποιοι ενδεχομένως να δίνουν ξεκάθαρα πολιτικές προεκτάσεις πίσω από όσα συμβαίνουν. Να μιλούν με βάση τις κομματικές «επιταγές» ή την στάση τους απέναντι στις κυβερνητικές επιλογές. Ο «Δρομέας» το προκάλεσε, αλλά δεν ευθύνεται για αυτό το «εθνικό» γαϊτανάκι που έχει στηθεί γύρω του. Το σκληρό γυαλί του μπλέχτηκε στα δίχτυα σκοπιμοτήτων και μιας γελοίας αντιπαράθεσης που δεν θα έπρεπε να έχει ξεσπάσει ποτέ.

Και αυτό διότι, ανεξάρτητα με τον τρόπο που επιθυμεί κανείς να ασκεί πολιτική, η ουσία είναι μία και δεν αλλάζει. Ο «Δρομέας» πλέον είναι ένας από εμάς. Με τα καλά του, με τα κακά του, τα όμορφα και τα άσχημα. Είναι ένας από εμάς και η θέση του είναι κάπου εδώ γύρω, να συνεχίσει να προκαλεί θαυμασμό και αντιδράσεις, όπως έκανε πάντα.