Λίγες εβδομάδες πριν, όταν ο Λάνθιμος βρισκόταν ενώπιον της ιστορικής στιγμής των 10 υποψηφιοτήτων, έγραφαν πολλοί ότι δεν θα μπορούσε να πετύχει ποτέ κάτι τέτοιο στη μικρόνοη Ελλάδα. Έβρισκα και βρίσκω αυτή τη λογική τοποθετημένη σε λάθος βάση.
Ακόμα κι αν η Ελλάδα ήταν μια χαρά, ακόμα κι αν η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου είχε ένα μεγάλο μπάτζετ να διαθέσει για να στηρίξει, πάλι δε θα μπορούσε να γίνει ταινία 10 υποψηφιοτήτων και με αυτό το καστ.
Ήταν και είναι αλήθεια όμως πως δεν υπήρξε ποτέ στήριξη σε Έλληνες δημιουργούς. Μια στήριξη που δεν θα είναι κατά το δοκούν και σίγουρα δεν θα καθορίζεται από αδαείς. Γι΄αυτό και υπήρχε για χρόνια η απαίτηση να δίνεται μια επιχορήγηση από το κράτος. Μέχρι πρόσφατα αυτή η απαίτηση ήταν ψιλά γράμματα. Παρά το ότι αρκετοί δεσμεύτηκαν πως θα τον κάνουν.
Ώσπου έγινε το Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας ή αλλιώς ΕΚΟΜΕ. Ένας οργανισμός επιφορτισμένος με αυτό ακριβώς το κομμάτι. Της αξιολόγησης των σεναρίων που προτείνονται και σε συνδυασμό με το όραμα των προσώπων που θα κάνουν πράξη την ταινία.
Για τον Κώστα Γαβρά δεν χρειάζονται ιδιαίτερες αποδείξεις. Ούτε για το σκηνοθετικό του ποιόν, ούτε για την στόχευσή του που είναι καθαρά καλλιτεχνική. Η επιλογή του να κάνει ταινία τα όσα συνέβησαν το καλοκαίρι του 2015 και να τα παρουσιάσει με την οπτική αφήγησης του Γιάνη Βαρουφάκη, κρίνεται ως αμφιλεγόμενη. Όχι για κάποιον άλλο λόγο, αλλά γιατί είναι ένα πολιτικό πρόσωπο που αυτή τη στιγμή δεν έχει μεγάλο έρεισμα στο κοινό και θεωρήθηκε-χαρακτηρίστηκε πολλάκις ως λαϊκιστής.
Δεν παύει όμως να είναι ένα πρόσωπο που συμμετείχε σε μια από τις πιο ιστορικές στιγμές της χώρας στη σύγχρονη εποχή. Είναι απίθανο να μη συμπεριλαμβάνεται σε βιβλία ιστορίας 40 χρόνων μετά το καλοκαίρι του 2015. Επομένως, η ταινία, στημένη στη λογική της μυθοπλαστικής αφήγησης αυτών των γεγονότων, και με το κέλευσμα στον Γαβρά, παρουσιάζει και εμπορικό ενδιαφέρον προοπτικά.
Τα περίπου 630 χιλιάδες ευρώ που πήρε επιχορήγηση από το ΕΚΟΜΕ δεν είναι κάποιο έγκλημα. Δεν είναι κάποια τροφοδότηση των «δικών μας παιδιών» που κατηγορεί η εκ φύσεως λαϊκίζουσα αντιπολίτευση. Κάτι που βέβαια είναι μιμητικό της παρούσας κυβέρνησης όταν οι ρόλοι ήταν αλλιώς.
Εξίσου σωστό είναι και το επιχείρημα αν θα επιχορηγούσε η παρούσα κυβέρνηση ταινία που θα εξιστορούσε τα ίδια γεγονότα αλλά με επίκεντρο της αφήγησης την οπτική του Γιάννη Στουρνάρα ή κάποιου άλλου επιφανούς στελέχους της οικονομικοπολιτικής ζωής της περιόδου που έκανε εκκλήσεις σε Τσίπρα και Βαρουφάκη για να σταματήσουν τη διολίσθηση. Όμως τα αν είναι αν. Όταν υπάρξει τέτοια στιγμή, πάλι το ίδιο θα εγείρουμε ως ερώτημα.
Πέραν της ταινίας του Γαβρά, ο κύριος Νίκος Παππάς ανακοίνωσε ότι υπάρχουν ακόμα 20 παραγωγές διεθνείς και εγχώριες για τις οποίες έχει εγκριθεί αυτό το 35% επιχορήγησης σε σχέση με το μπάτζετ. Χάρη σε τέτοια είδαμε τις προάλλες, αλλά και τον περασμένο Νοέμβριο να γυρίζονται δύο διεθνείς παραγωγές σε ελληνικά εδάφη. Η μία μάλιστα του σκηνοθέτη-παραγωγού Λούκα Γκουαντανίνο.
Κι ο Κώστας Γαβράς δεν είναι μικρότερου διαμετρήματος στο ευρωπαϊκό σινεμά. Άρα προς τι ο «τζούφιος» μυκηθμός; Επειδή είναι κεντρικός ήρωας ο Βαρουφάκης; Κάποια στιγμή θα γινόταν μια ταινία γι΄αυτό το καλοκαίρι. Οκ, έγινε πολύ πιο γρήγορα απ΄ό,τι θα περίμενε κανείς και σίγουρα πολύ πριν το ποτάμι του χρόνου αφήσει μια λιγότερο ενοχλητική γεύση και της κεντρικής φιγούρας και όσων διαδραματίστηκαν.
Δεν υπάρχει όμως τίποτα το μεμπτό σε αυτή την επιχορήγηση. Ιδίως από τη στιγμή που δεν είναι μια επιχορήγηση «αποφασίζομεν και διατάζομεν» κάποιου στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μια πρόταση που πέρασε από ειδική επιτροπή.
Και εν πάση περιπτώσει, σε μια χώρα που μόλις πριν λίγες μέρες η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου έδωσε βραβείο στον Γιάννη Σμαραγδή για την προώθηση της χώρας στο εξωτερικό με τα έργα του και αγνόησε τον Λάνθιμο, είναι τραγελαφικό να καθόμαστε να συζητάμε αν έπρεπε να δοθεί επιχορήγηση στον Γαβρά.