Κάθε χρόνο 12.000.000 τουρίστες βρίσκονται εκεί. Την επισκέπτονται. Κινούνται στα πέριξ και εντός της. Το καλοκαίρι ο μέσος όρος επισκεπτών την ημέρα είναι περί τις 50.000. Μέχρι το 2016 όλοι αυτοί έμπαιναν δωρεάν στην Παναγία των Παρισίων.
Τα τελευταία χρόνια οι υπεύθυνοι συντήρησης και η πόλη του Παρισιού αποφάσισαν ότι πρέπει να μπει ένα κόμιστρο εισόδου. Ο λόγος; Το κράτος ήθελε να αρχίσει να κάνει όλο και πιο ανεξάρτητα τα μνημεία. Όχι μόνο την Notre Dame. Όλα. Λιγότερη κρατική συμμετοχή σε οικονομικό επίπεδο, περισσότερη αυτονομία και αυτοσυντήρηση. Το 2017 άρχισε και η αναζήτηση δωρεών από επιφανείς ιδιώτες, κυρίως της Αμερικής.
Από τη θεωρία στην πράξη η απόσταση είναι πάντα τεράστια. Στην Παναγία των Παρισίων μια άλλη πράξη ήρθε να προλάβει την θεωρία. Η φωτιά που έγινε μοιάζει σαν να είναι ένας αυτοπυρπολισμός του ίδιου του μνημείου. Όχι δεν είμαι των θεωριών συνωμοσίας ούτε μιλάω για κάποια ανώτερη δύναμη.
Απλώς τείνω να δώσω μια λογοτεχνική χροιά σε αυτό που συνέβη. Ο καθένας όπως βολεύει το μέσα του. Το αναφέρω πάντως αυτό γιατί αν δε γινόταν η πυρκαγιά στην Παναγία των Παρισίων ώστε να γίνει κατανοητή η ανάγκη εγρήγορσης των έργων συντήρησης, ίσως να συνέβαινε κάτι πολύ χειρότερο που να περιελάμβανε θύματα τους ανθρώπους κι όχι τα υλικά κατασκευής.
Ναι, μιλάμε για ένα σπουδαίο σύμβολο της παγκόσμιας κοινότητας. Ναι, έστεκε αγέρωχη και όμορφη για να μας θυμίζει ότι μπορεί να αντέξει ο κόσμος μας το πραγματικά όμορφο. Νομίζω όμως πως όλοι μας θα διαλέγαμε μια τέτοια καταστροφή από μια μικρότερη καταστροφή που θα περιελάμβανε σοβαρά τραυματίες ή νεκρούς.
Κι αυτό θα συνέβαινε αργά ή γρήγορα. Μετά τη φωτιά μαζεύτηκαν σε χρόνο ρεκόρ 750 εκατομμύρια ευρώ από δωρεές. Πριν τη φωτιά, προβλεπόταν να μαζευτούν 150 εκατομμύρια σε βάθος δεκαετίας. Ήταν το 2014 που κρίθηκε ότι η Παναγία των Παρισίων χρειάζεται δομικές αλλαγές σε πολλά σημεία της. Από τότε μέχρι σήμερα μόνο η πρόσοψη είχε κάπως αλλάξει.
Δεν κομίζω γλαύκα στην Αθήνα με το ότι τα μνημεία παγκοσμίως βρίσκονται σε καθεστώς εξαφάνισης κάθε χρόνο. Για την όξινη βροχή που μας έμαθαν στο σχολείο, για την έντονη ακτινοβολία, για χίλιους δυο λόγους. Σε κάποια μέρη κινδυνεύουν γιατί δεν υπάρχουν άνθρωποι να τα συντηρήσουν, αφού καταφεύγουν στην πόλη και απουσιάζουν τα εργατικά χέρια.
Στην Παναγία των Παρισίων δεν υπάρχει προφανώς τέτοια έλλειψη. Ούτε κάποια οικονομική αδυναμία του κράτους. Για τη Γαλλία μιλάμε. Το πρόβλημα όμως που το ταμείο για το μνημείο γέμιζε μόνο κατά 2 εκατομμύρια το χρόνο για τις εργασίες συντήρησης είναι ότι η κυβέρνηση έκοβε προϋπολογισμό από τον πολιτισμό για να τον προσθέτει στην άμυνα ή καλύτερα στην επίθεση και γενικώς για να κάνει πιο παχιές τις ήδη παχουλές τσέπες.
Ουσιαστικά, με αυτά τα λίγο παραπάνω από 2 εκατομμύρια, γίνονταν απλώς επιφανειακές δουλειές και πασαλείμματα. Κι όπως συμβαίνει συνήθως με τη σήψη, όσο αφήνεις κάτι να σαπίζει, τόσο επηρεάζει και το περιβάλλον γύρω του. Αν λοιπόν σάπιζε το υλικό μιας κολόνας στην Παναγία των Παρισίων, αυτό είχε μικρό, αλλά σημαντικό αντίκτυπο και σε άλλα σημεία του οικοδομήματος.
Κι αν σκεφτεί κανείς ότι σύμφωνα με την υπουργό Πολιτισμού της χώρας μέχρι το 2018 Φρανσουάζ Νισέν, η Παναγία των Παρισίων δεν είναι η πιο έκτακτη ανάγκη μνημείου στη χώρα, αντιλαμβάνεται κανείς την αντιμετώπιση που έχουν τα άλλα.
Από χθες το βράδυ πολλοί νιώθουν την ανάγκη θρήνου για την Παναγία των Παρισίων. Μπορεί αυτή τη φορά να μην είχαμε νεκρούς ανθρώπους. Νέκρωσε όμως ένα μέρος του παρελθόντος. Η Notre Dame συνέδεε το συλλογικό φαντασιακό με κάτι. Τώρα αυτό δεν υπάρχει και δεν γίνεται να ξαναφτιαχτεί. Σχεδόν 10 αιώνες διαλύθηκαν εν μία νυκτί.
Το πρόβλημα είναι ότι δεν διαλύθηκαν προς τέρψιν κάποιων που το είχαν ανάγκη. Δεν είναι ότι μειώθηκε το κρατικό μπάτζετ για να δοθεί στους Clochard ή γενικά στα χαμηλά αστικά στρώματα. Δεν δόθηκε στην παιδεία. Αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο, δεν θα υπήρχε βάση επίκρισης. Δεν συνέβη έτσι όμως.
Τα μνημεία αποτελούν μια κραυγή του ανθρώπου απέναντι στον χρόνο και στη λήθη. Φτιάχνονται για να υπερβαίνουν και εμάς και το χρόνο. Είναι η μοναδική νίκη που πετυχαίνουμε απέναντι στο θάνατο. Ο μόνος λόγος για να τεθεί αυτή η κραυγή σε δεύτερη μοίρα είναι η σωτηρία των ανθρώπων. Κι ας έχουν μόνο μια ζωή, σε αντίθεση με το μνημείο που μπορεί να αντέξει χίλιες. Σίγουρα πάντως δε μπορεί να λησμονηθεί για χάρη του ασύδοτου πλουτισμού.