Η νευροεπιστήμη ένα βήμα πιο κοντά στην «ανάσταση» νεκρών

Ποια ηθική υψώνεται εδώ;

Walkind Dead, Ash vs Evil Dead, Game of Thrones. Τρεις σειρές με ένα κοινό χαρακτηριστικό. Νεκρανάσταση. Στις δύο πρώτες έχουμε αυθεντική μορφή ζόμπι, στην τρίτη μια πιο…παγωμένη περίπτωση. Μέχρι πρόσφατα η ανάσταση νεκρών ήταν μόνο για τις σειρές.

Πριν από λίγες μέρες μια επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου του Yale, με επικεφαλής τον Νέναντ Σεστάν έφερε την ανθρωπότητα ένα βήμα πιο κοντά στην επίτευξη αυτής της διαδικασίας. Προσοχή. Δεν λέμε ότι απέχει ένα βήμα απ΄αυτό, αλλά ότι έκανε ένα βήμα πιο κοντά. Αυτό σημαίνει πως ακόμα υπάρχουν πολλά να συμβούν για να δούμε μια τέτοια περίπτωση.

Και φυσικά δεν αναφερόμαστε στην ανάσταση νεκρών ανθρώπων μετά από καιρό και στη μετατροπή τους σε ζόμπι. Αναφερόμαστε σε μια νέα τεχνική ονόματι BrainEx που χρησιμοποίησαν οι επιστήμονες σε εγκεφάλους γουρουνιών που ήταν νεκρά για περίπου τέσσερις ώρες. Στην ουσία τοποθέτησαν μια αντλία οξυγόνου στον εγκέφαλο και τον τροφοδότησαν, με αποτέλεσμα να πάρουν ξανά μπρος κάποια κύτταρα και εν μέρει η κυκλοφορία του αίματος.

Πώς φτάνουμε λοιπόν απ΄αυτό στον άνθρωπο; Ο Σεστάν τόνισε ότι δεν πρόκειται ακόμα για κάτι τέτοιο, αλλά είναι στόχος να χρησιμοποιηθεί αυτή η τεχνική, ή μια τελειοποιημένη μορφή της, σε ανθρώπους που έχουν υποφέρει από εγκεφαλικό, βρίσκονται σε κώμα ή είναι εγκεφαλικά νεκροί, αλλά με λειτουργική καρδιά, μα κυρίως και πολύ πιο εφικτό, σε συγκεκριμένα σημεία του εγκεφάλου όπου τα κύτταρα μπορεί να έχουν υποστεί ζημιά από τραυματισμό.

Αυτή η πολύ σημαντική ανακάλυψη αποτελεί σίγουρα ένα προοίμιο για τον άνθρωπο, όμως αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι πως αφορά περιπτώσεις όπου ο εγκέφαλος έχει σταματήσει να λειτουργεί για μερικές ώρες και όχι μέρα ή κάτι περισσότερο. Και σίγουρα δεν σημαίνει επαναφορά στη ζωή για τον εγκέφαλο ολοκληρωτικά.

Σημαίνει περισσότερο απ΄το οτιδήποτε, ότι η νευροεπιστήμη θα έχει μια τεράστια δυνατότητα να μελετήσει αυτό το τόσο ανεξερεύνητο μέρος του ανθρώπου. Είναι το ίδιο ανεξερεύνητο με το διάστημα. Το ένα βρίσκεται έτη φωτός μακριά μας, το έτερο στο κεφάλι μας. Κι όμως είναι πολύ πιο δύσκολο αυτό.

Η αναβίωση λειτουργιών ενός νεκρού εγκεφάλου θα προσφέρει τρομερά εμπειρικά δεδομένα στην επιστημονική κοινότητα που λογικά θα προωθήσουν πολλές άλλες επιστήμες και τομείς της καθημερινότητας. Για να συμβεί αυτό βέβαια, μπορεί να περάσουν 40-50 χρόνια.

Η συγκεκριμένη πάντως δημοσίευση έρχεται σε συνέχεια μιας έρευνας-πειράματος που είχε ξεκινήσει το 2016 στην Ινδία από την Bioquark, όπου θα χρησιμοποιούνταν νεκρά σώματα ανθρώπων για να εκχύσουν επιστήμονες βλαστοκύτταρα στον εγκέφαλο, εκείνα να αναπτυχθούν, να συνδεθούν και να δώσουν νέα πνοή στις λειτουργίες του εγκεφάλου.

Το συγκεκριμένο πείραμα δεν έγινε ποτέ προφανώς, αφού δεν βρέθηκαν «συμμετέχοντες». Λίγους μήνες αργότερα, μια άλλη εταιρεία, η Humai, διατεινόταν ότι θα χρησιμοποιούσε την ίδια τεχνική μόνο για να χρησιμοποιήσει τα δεδομένα σε έναν υπολογιστή, να φτιάξει βάσει αυτών ένα τεχνητό σώμα, ένα ρομπότ, και μετά να τοποθετήσει εκεί τον ζωντανό εγκέφαλο. Φιλόδοξο και αυτό. Μάλιστα, το πλάνο της εταιρείας λέει ότι σε 30 χρόνια θα το έχει πετύχει.

Και τα τρία παραπάνω παραδείγματα, με ελάχιστη εξαίρεση στην πρώτη περίπτωση, δείχνουν ότι ο άνθρωπος έχει φτάσει σε ένα τρομερή επίπεδο παρέμβασης στην ίδια τη φύση του και εξελίσσεται διαρκώς. Αυτό όμως εγείρει και ζήτημα ηθικής. Όχι μόνο στο κομμάτι του αν είναι λογικό ένας άνθρωπος που πεθαίνει να επαναφέρεται στη ζωή για να ζει με ελάχιστες από τις λειτουργίες του εγκεφάλου και δίχως συνείδηση.

Αλλά ακόμα και στο πιο πρακτικό ζήτημα, αυτό της επανενεργοποίησης κυττάρων σε ανθρώπους που έχουν πάθει εγκεφαλικό. Εκεί η απόφαση θα πηγαίνει στους συγγενείς, οι οποίοι ίσως αποδεχθούν την τακτική της «ανάστασης» για να επαναφέρουν τον δικό τους άνθρωπο. Κι εδώ τίθεται η διαλεκτική για το αν υπάρχει ανάγκη να βρεθεί ένα νέο πλαίσιο όπου η επιστήμη θα προστατεύει τον ασθενή από τους συγγενείς ή το ανάποδο.