Αλήθεια τώρα, Στιβ;

Είναι πολύ κρίμα αλλά μια από τις πιο συμπαθητικές φιγούρες του ελληνικού μπάσκετ έχει αποφασίσει -εδώ και καιρό- να στρατευτεί συνειδητά κατά της ελευθερίας και της ισότητας.

Έχουμε πολλές φορές την τάση να θεωρούμε ότι ένας τύπος που μοιάζει κουλ και πετάει ωραίες ατάκες, είναι αυτόματα και ένας ωραίος τύπος. Δεν μας περνάει από το μυαλό ότι μπορεί να είναι συντηρητικός, ότι μπορεί οι ιδέες του να είναι πιο κοντά στις ακροδεξιές αντιλήψεις και όχι στις προοδευτικές.

Η παρεξήγηση αυτή είναι δικαιολογημένη: πως γίνεται κάποιος που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να προσφέρει ένα θετικό πρόσημο στον περίγυρό του, να συμπαθεί ταυτόχρονα και μια αντίληψη που υπάρχει για να προωθεί το μίσος και την εξόντωση του διαφορετικού; Μοιάζει αντιφατικό όπως και να του κάνουμε. Δυστυχώς, ωστόσο ο κόσμος δεν διέπεται από όλες τις αλληλουχίες που μοιάζουν λογικές στα μυαλά μας.

Αυτός ήταν και ο λόγος που όταν ο Στιβ Γιατζόγλου δήλωσε για πρώτη φορά υποστηρικτής της Χρυσής Αυγής, πάρα πολλοί έσπευσαν να τον δικαιολογήσουν. Mε βασικό επιχείρημα, όπως πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, την αμάθεια. «Δεν ξέρει τι είναι αυτό που υποστήριξε», «είναι αφελής αλλά δεν είναι φασίστας», «έχει παρεξηγήσει το είναι η Χρυσή Αυγή και έτσι είπε απλά μια βλακεία» ήταν ορισμένες από τις ατάκες που ειπώθηκαν ως υπερασπιστικές για τον Γιαντζόγλου μετά την αρχική δημόσια δήλωσή του περί στήριξης στην Χρυσή Αυγή.

Φυσικά, όπως σε κάθε αντίστοιχη συζήτηση αναφορικά με τη δημοτικότητα της Χρυσής Αυγής έτσι και στην περίπτωση του Γιατζόγλου, η υπεράσπιση με άξονα την αμάθεια (ή την αφέλεια) είναι ο λάθος τρόπος προσέγγισης του φαινόμενου: ο κόσμος που στηρίζει τη Χρυσή Αυγή γνωρίζει πολύ καλά τι ακριβώς στηρίζει. Ας το αποδεχθούμε και ας ψάχνουμε παντού παρεξηγήσεις: ένα μεγάλο κομμάτι κόσμου στην Ελλάδα είναι φασίστες. Και ναι, ο Γιατζόγλου είναι συνειδητά περήφανο και απενοχοποιημένο μέλος αυτής της συνομοταξίας.

Η κάθοδός του στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές με την Χρυσή Αυγή απλά έρχεται ως επιστέγασμα στην διαπίστωση πως ο πάλαι ποτέ αγαπημένος Ελληνοαμερικάνος προπονητής είναι για τα καλά ένας στρατευμένος εχθρός της ελευθερίας και της ισότητας, ένας στρατευμένος εχθρός της ίδιας της ζωής.

Τι και αν ο Στιβ έχει εβραϊκές ρίζες; Τι και αν η καταγωγή του θα έπρεπε να τον κάνει φανατικό πολέμιο της ιδεολογίας της Χρυσής Αυγής και όλων όσων αυτή πρεσβεύει; Αυτά είναι λεπτομέρειες για όλους εκείνους που νιώθουν το μίσος τους για το διαφορετικό να ξεχειλίζει και κάπου θέλουν να βρουν έναν τόπο έκφρασης. Δεν έχει κανένα νόημα να εκτεθεί καν η έλλειψη συναίσθησης που διαπερνάει την επιλογή συστράτευσης με την συμμορία του Μιχαλολιάκου: με φασίστες γενικά, απλά δεν βγάζεις καμία άκρη. Δεν υπάρχει καμία άκρη να βγάλεις.

«Είπαν ότι υποστηρίζω την Χρυσή Αυγή… Φυσικά και είμαι φασίστας! Ο αθλητισμός είναι φασισμός. Κάθε αθλητικός χώρος έχει φασισμό. Οι προπονητές δηλαδή τι είναι; Δημοκράτες; Υπάρχει κανένας αθλητής που ψηφίζει για να παίξει βασικός ή όχι; Κάθε προπονητής και κυρίως οι μεγάλοι, ο Ιωαννίδης, ο Ίβκοβιτς, ο Ομπράντοβιτς, δεν έχουν δημοκρατικές αρχές. Έτσι είναι, τι να κάνουμε;», ανέφερε πριν μπόλικο καιρό ο Γιατζόγλου προκειμένου να απαντήσει σε όλους εκείνους που εναντιώνονται στις απόψεις.

Θα έπρεπε να ξέρει φυσικά ο Γιατζόγλου ότι η συνθήκη της απόλυτης υπακοής στην ιεραρχία μπορεί να μοιάζει αναγκαία για μια μπασκετική ομάδα αλλά σε κοινωνικό επίπεδο αποτελεί τον ορισμό του φασισμού. Και καλό θα ήταν να μην χρησιμοποιεί τα δεδομένα του επαγγέλματός του για να εξορθολογίσει τις αντιλήψεις του για την κοινωνία συνολικά: προφανώς και δεν είναι φασίστες όλοι οι προπονητές που απαιτούν απόλυτη πειθαρχία. Τα λογικά άλματα του Γιαντζόγλου μπορεί να πείσουν κάνα 10χρονο αλλά κανέναν ενήλικα.

Κρίμα ρε Στιβ…