Παραπλεύρως της κεντρικής δίκης των στελεχών της Χρυσής Αυγής με την κατηγορία της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης, μιας δίκης που κρατάει εδώ και πέντε χρόνια και οι εκτιμήσεις τη θέλουν να τελειώνει μέσα στο 2020, διεξαγόταν και η δίκη για την χρυσαυγίτικη επίθεση στον κοινωνικό χώρο «Συνεργείο» της Ηλιούπολης, το καλοκαίρι του 2013.
Και μπορεί, σε αντίθεση με την κεντρική δίκη της Χρυσής Αυγής, η εκδίκαση της υπόθεσης της Ηλιούπολης να μην έχει συγκεντρώσει τα πιο έντονα φώτα της δημοσιότητας, ωστόσο η σύνδεση ανάμεσα στις δυο υποθέσεις είναι κομβική.
Οι Λαγός και Μίχος, πρώην πλέον μέλη της Χρυσής Αυγής αλλά κατηγορούμενοι ως οργανωτές για την επίθεση στο «Συνεργείο» σε μια εποχή που ήταν βασικά στελέχη της ναζιστικής οργάνωσης, καταδικάστηκαν με απόφαση του δικαστηρίου ως ηθικοί αυτουργοί της επίθεσης στα μέλη του στεκιού της Ηλιούπολης.
Και αν η εισαγγελική πρόταση της απαλλαγής των δυο κατηγορούμενων με δικαιολογία τις… γκρίζες ζώνες του νέου ποινικού κώδικα αποτελεί από μόνη της ένα σκάνδαλο μεγατόνων (ούτε λίγο, ούτε πολύ η εισαγγελέας δήλωσε αδυναμία να κρίνει τους δυο κατηγορούμενους με βάση τον καινούριο ποινικό κώδικα και προχώρησε στην σκανδαλώδη πρόταση απαλλαγής τους), η έδρα αποφάσισε αγνοώντας την τελευταία να τιμωρήσει με ποινή οκτώ μηνών με αναστολή τα δύο πάλαι ποτέ στελέχη της Χρυσής Αυγής.
Η είδηση της καταδίκης με αναστολή του Λαγού και του Μίχου μπορεί να εξόργισε μπόλικο κόσμο στο άκουσμά της αλλά η αλήθεια είναι πως κανείς νομικός δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί πως αναλογούσε πιο βαριά τιμωρία στους δυο ναζιστές:
ανεξάρτητα από το βίο και την πολιτεία αυτών των δυο, η οκτάμηνη ποινή φυλάκισης με αναστολή δεν ήταν πτώση στα μαλακά όπως βιαστικά θα έβγαζε κανείς ως συμπέρασμα, αλλά μια ποινή που αντιστοιχεί στο έπακρο στην υπόθεση του «Συνεργείου».
Το πραγματικά ουσιαστικό ωστόσο αποτέλεσμα της εν λόγω απόφασης είναι άλλο: η φυλάκιση των ηγετικών στελεχών της Χρυσής Αυγής είναι πλέον, ζήτημα χρόνου.
Η μακρόχρονη δίκη της Χρυσής Αυγής υπήρξε μια διαδικασία αμφίρροπη ως προς την τελική της έκβαση εξαιτίας νομικών παραθύρων που έδιναν ελπίδες στην ηγετική της ομάδα πως θα μπορούσε να την σκαπουλάρει χωρίς φυλακίσεις.
Και αυτό διότι, μέσα στην απεριόριστη σχετικότητα που χαρακτηρίζει τους νόμους, το διακύβευμα της καταδίκης του Μιχαλολιάκου και της παρέας του ως ηθικών αυτουργών για τα εγκλήματα της Χρυσής Αυγής δεν ήταν μια απλή κατάσταση.
Τι και αν από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί στη δίκη αποδεικνύεται στο έπακρο πως πρόκειται για τον ορισμό της εγκληματικής οργάνωσης και άρα οι βιαιοπραγίες της Χρυσής Αυγής συνδέονται αυτονόητα με τα ανώτερα στελέχη της;
Η έλλειψη δεδικασμένου όσον αφορά την καταδίκη για «ηθική αυτουργία» έδινε το περιθώριο στα στελέχη της Χρυσής Αυγής να ελπίζουν πως η απόδειξη περί σύστασης εγκληματικής οργάνωσης δεν θα έφτανε για να οδηγήσει σε δική τους καταδίκη.
Παράδοξο και αντιφατικό για κάποιον που κρίνει τα πράγματα με γνώμονα την κοινή λογική αλλά ταυτόχρονα, πέρα για πέρα υπαρκτό ως σενάριο σε ένα περιβάλλον -το δικαστικό- που για να «γεννήσει» αποφάσεις βασίζεται σε δεδικασμένα και σε νομολογίες που προκύπτουν από παρελθοντικές δίκες. Και εδώ ακριβώς είναι το κλειδί: το συγκεκριμένο σενάριο ήταν πέρα υπαρκτό ως σενάριο μέχρι πρότινος. Όχι πια.
Η καταδίκη του Λαγού και του Μίχου ως ηθικοί αυτουργοί στην επίθεση στο «Συνεργείο» μετουσιώνει πλέον την κρίση πως τα ηγετικά στελέχη της Χρυσής Αυγής πρέπει να καταδικαστούν για τα εγκλήματα της οργάνωσής τους ως αντικειμενική. Ο Μιχαλολιάκος και οι φίλοι του μάλλον δεν θα βγάλουν ολόκληρο το 2020 εκτός φυλακής.