«Συμπαθώ τους Κούρδους, αλλά δεν μας βοήθησαν στη Νορμανδία» είπε ο Ντόναλντ Τραμπ. Μία αιτιολόγηση της στάσης των ΗΠΑ που ανταγωνίζεται σε γελοιότητα άλλες δημόσιες τοποθετήσεις του προέδρου των ΗΠΑ.
Το πολύ κακό της υπόθεσης είναι ότι ο Ντόναλντ δεν είναι ένας από τους τόσους και τόσους χρήστες των social media των οποίων τα status δεν βγάζουν το παραμικρό νόημα, δεν έχουν καμία σχέση με τη λογική και ξεπερνούν τα όριο της γραφικότητας και της ασχετοσύνης. Είναι ο «πλανητάρχης» και οι αποφάσεις επηρεάζουν και διαμορφώνουν την μοίρα εκατομμυρίων ανθρώπων.
Με την άτιμη στάση των Αμερικανών απέναντι στους Κούρδους (για άλλη μία φορά) άνοιξε ο δρόμος για να κάνουν οι (και πάλι σύμμαχοί τους Τούρκοι) αυτό που ξέρουν να κάνουν καλύτερα από κάθε άλλον σ’ αυτή τη γειτονιά του κόσμου. Να «ξεριζώσουν» αυτό που εκείνοι θεωρούν πρόβλημα στην προσπάθειά τους (εδώ κι έναν αιώνα) να αναστηλώσουν τρόπον τινά την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Απέχοντας χρονικά τόσο λίγο από τις μέρες της δόξας και της κυριαρχίας της στην νοτιοανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία επιδεικνύει μια κατά τα άλλα αξιοθαύμαστη σταθερότητα στα «θέλω» της εξωτερικής πολιτικής της, καταφεύγοντας συχνά σε κατάπτυστες μεθόδους δίχως ενοχές.
Αποφεύγοντας ρομαντισμούς και συναισθηματισμούς, καταφέρνει να εκμεταλλεύεται διαρκώς το μέγεθός της, την στρατηγική θέση της και λειτουργεί δίχως να επηρεάζεται από πιέσεις. Έτσι, μπορεί να παραμένει σύμμαχος των ΗΠΑ, αλλά να κάνει μπίζνες με τον «προαιώνιο εχθρό» Ρωσία. Μπορεί να τα βάζει ακόμη και με το Ισραήλ, κάνοντας επίδειξη δύναμης και φανερώνει την πυγμή κάθε φορά που διαπιστώνει την αδυναμία κάποιου γείτονά της. Η ιστορία της περιοχής γράφτηκε από τέτοιες ενέργειές της που ακύρωσαν στην πράξη συνθήκες, υπογραφείσες συμφωνίες, το διεθνές δίκαιο. Όπως συνέβη στην περίπτωση της Κύπρου, όπως συνέβη με τις επιχειρήσεις της σε ιρακινά εδάφη, όπως μαρτυρούν οι δράσεις της στη Συρία, όπως συμβαίνει για άλλη μια φορά τώρα στο Κουρδικό.
Για την ώρα, οι διεκδικήσεις της στο Αιγαίο παραμένουν στο επίπεδο των κραυγών, με την υιοθέτηση μιας πολιτικής ευθείας αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας, η οποία εξαντλείται σε επιθετική ρητορική, που δοκιμάζει τις αντοχές και τα ανακλαστικά της «γαλάζιας» πλευράς της θάλασσας. Αυτό που οι ίδιοι αποκαλούν «γαλάζια πατρίδα» και πολύ πιθανά θα ασχοληθούν… σοβαρά μόλις «καθαρίσουν» τα εξ ανατολής «αγκάθια» τους.
Μέχρι να συμβεί αυτό, οι Έλληνες ζουν κατά βάση στο δικό τους «ροζ συννεφάκι», αντιδρώντας σαν όλα αυτά που συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια δεν αφορούν το διπλανό μας σπίτι, αλλά ένα μέρος πολύ μακριά από εμάς. Σαν να αναφερόμαστε στα τερτίπια του Κιμ Γιονγκ Ουν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά και όχι στον πιο κοντινό γείτονά μας.
Το σκηνικό της παράνοιας αποτυπώνεται στην προσπάθεια εξίσωσης αυτών που θα υποστηρίξει μια μειοψηφία εθνικοφρόνων στην Ελλάδα και τους βερμπαλιστικούς λεονταρισμούς τους, με την συντεταγμένη πολιτική ενός κράτους. Το να θεωρείς ελαφρά τη καρδία ότι αυτό που θα πει ή θα γράψει ένας πρώην λοκατζής στο facebook είναι ανάλογης σημασίας και βαρύτητας με το να στείλει η κυβέρνηση στρατό και να αρχίσει μάχες και εκκαθαρίσεις. Το να μιλάς για ελληνικό ιμπεριαλισμό στην περιοχή όταν απέναντί σου βρίσκεται ο «νταής της περιοχής» που δεν έχει ποτέ σταματήσει να αμφισβητεί, να απειλεί, να διεκδικεί και να κερδίζει.
Η περίπτωση των Κούρδων άλλαξε αυτή την αντίληψη σε κάποιο βαθμό, καθώς (ίσως και λόγω των ενοχών από την εποχή της παράδοσης του Οτσαλάν) είδαμε με μεγαλύτερη συμπάθεια τα τελευταία θύματα του Ερντογάν. Νιώματε μεγαλύτερη εγγύτητα και οικειότητα με τον «εχθρό» του (ξεχασμένου) εχθρού μας και το εκφράσαμε με τον τρόπο που ξέρουμε. Ναι! Με οργισμένες αναρτήσεις στα social media!
Όλοι μας, πάντως, πολύ σύντομα θα κληθούμε να αποδείξουμε στην πράξη το ότι στεκόμαστε στο πλευρό ενός λαού στον οποίο στερείται η δυνατότητα απόκτησης πατρίδας με τη μορφή κυρίαρχου κράτους, που πολέμησε τον ISIS, δεν πολέμησε –όπως είπε και ο Τραμπ- στη Νορμανδία (!) και κάποτε μάχονταν κατά των Τούρκων με το μυστικό σύμφωνο του Σάικς-Πικό κατά τη διάρκεια της αραβικής εξέγερσης, ενώ στη συνέχεια συμμάχησαν με τον Κεμάλ, λαμβάνοντας μέρος στις επιχειρήσεις κατά των Ελλήνων που οδήγησαν στην Μικρασιατική καταστροφή.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις (αλλά και σε άλλες μικρότερης έκτασης) στους Κούρδους είχε δοθεί η υπόσχεση δημιουργίας κράτους και ο λαός κάθε φορά ένιωσε προδομένος από τους εκάστοτε συμμάχους τους. Σήμερα ο πληθυσμός τους αγγίζει τα 25 εκατομμύρια και παραμένει κατακερματισμένος στις χώρες της περιοχής, χωρίς καμία εξ αυτών να έχει την παραμικρή διάθεση παραχώρησης έστω και μιας σπιθαμής γης για την αυτοδιάθεσή τους.
Το μήνυμα του Ερντογάν προς την Ευρωπαϊκή Ένωση (που ακόμη σκέφτεται για τον τρόπο αντίδρασής της…) ήταν σαφές και ξεκάθαρο. Όπως όλα τα μηνύματά του. «Αν το κάνετε, θα σας στείλω 3,6 εκατομμύρια πρόσφυγες», είπε κοφτά, κυνικά, απάνθρωπα. Και είναι δεδομένο ότι κύριος αποδέκτης όχι μόνο του τελεσιγράφου αλλά και των προσφυγικών ροών θα είναι η εγκλωβισμένη από κάθε άποψη Ελλάδα, της άτολμης πολιτικής ηγεσίας και των μπερδεμένων κατοίκων της. Τότε ο καθένας από εμάς θα πρέπει να αποδείξει στην πράξη να ότι δεν είναι ένας μικρός Ντόναλντ Τραμπ. Να μην πει δηλαδή «καλοί οι Κούρδοι, αλλά όχι να και να έρθουν πρόσφυγες στην Ελλάδα»…