Πόσα χρόνια πίσω είμαστε -σε σχέση με τον πολιτισμένο κόσμο- στο θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων; Περίπου 60… Όσα δηλαδή έχουν περάσει από τότε που οι δήμοι της Αθήνας αποφάσισαν να ξεφορτώνονται τα σκουπίδια τους σε ένα παλιό λατομείο στα Λιόσια.
Μπορεί πλέον τα… ονόματα να έχουν αλλάξει και να μιλάμε για ΧΥΤΑ (Χώροι Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων) ή ΧΥΤΥ (Χώροι Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων) Φυλής, αλλά η ουσία παραμένει η ίδια. Η Αθήνα προσπαθεί ακόμη να θάψει (στην κυριολεξία) το βρώμικο παρελθόν της, παίζοντας κορώνα-γράμματα το μέλλον της.
Η διατήρηση μιας τέτοιας εγκατάστασης, που σε πολλά σημεία της παραμένει επί της ουσίας ανεξέλεγκτη κι επικίνδυνη, και η επέκτασή της έχει δημιουργήσει ένα «τέρας» στη Δυτική Αττική, που «φιλοξενεί» το ΕΜΑΚ (Εργοστάσιο Μηχανικής Ανακύκλωσης και Κομποστοποίησης), τον αποτεφρωτήρα επικίνδυνων υγειονομικών αποβλήτων, τη μονάδα καύσης βιοαερίου, τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας στραγγισμάτων και τη μονάδα ΚΔΑΥ (Κέντρο Διαλογής Ανακυκλώσιμων Υλικών).
Κάτω από αυτά τα ακρωνύμια και τους βαρύγδουπους τίτλους μονάδων θάφτηκαν και οι φωνές ή οι αντιδράσεις κατοίκων και φορέων της περιοχής που πάντα διατηρούσαν αμφιβολίες για όσα άκουγαν σχετικά με τον βαθμό κινδύνου λόγω της ύπαρξής τους στην περιοχή ή το πραγματικό κόστος (σε περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς όρους) που συνεπάγεται η λειτουργία τους.
Μια έρευνα, που όπως υποστηρίζουν συλλογικότητες και ιδιώτες, δείχνει την πραγματική κατάσταση και έμεινε (σύμφωνα με τα λεγόμενά τους) κρυφή για χρόνια από τις δημοτικές αρχές, έρχεται να προκαλέσει σοκ. Κι αυτό διότι κάθε, μα κάθε, φορά που κάποιος ακούει τις λέξεις «ραδιενεργά υλικά», αυτό παθαίνει. Σοκάρεται στην ιδέα και μόνο του τι μπορεί να προκαλέσει στον άνθρωπο αυτό το σατανικό κατάλοιπο των δραστηριοτήτων του.
Όπως κατήγγειλε η συλλογικότητα «Δυτικό Μέτωπο», η έρευνα είχε πραγματοποιηθεί από την «Asprofos» για λογαριασμό του ίδιου του δήμου, όμως τα αποτελέσματά της έμειναν για σχεδόν μία πενταετία «θαμμένα» σε ένα συρτάρι, στην ίδια λογική με τον τρόπο διαχείρισης των σκουπιδιών.
Η δικαιολογία των τοπικών αρχόντων ήταν ότι τα στοιχεία της έρευνας ήταν «ανεπαρκή». Ωστόσο, κι εφόσον μιλάμε για ραδιενέργεια, αυτή η απάντηση μοιάζει η ίδια να είναι ανεπαρκής, ενώ κάποιοι θα τολμούσαν να την χαρακτηρίσουν ακόμη και ύποπτη.
Τα αντισταθμιστικά οφέλη του δήμου σαφώς είναι μεγάλα. Η χωματερή (γιατί στην ουσία αυτό παραμένει η Φυλή) της Αττικής υπάρχει, επεκτείνεται και υποθηκεύει το μέλλον επειδή τα απορρίμματα και η διαχείρισή τους για κάποιους ήταν πάντα μια κερδοφόρος επιχείρηση. Όπως λένε και οι Αγγλοσάξονες, «τα σκουπίδια ενός ανθρώπου είναι ο θησαυρός κάποιου άλλου». Και φαντάζει πολύ πιθανό η δημοσιοποίηση των στιχείων της έρευνας που έμειναν στο σκοτάδι να προκαλούσε τέτοιες αντιδράσεις που να «σκότωναν» την… χήνα με τα χρυσά αυγά, όπως λειτουργεί ενδεχομένως για ορισμένους η Φυλή.
Εκείνο, πάντως, που για την ώρα φαίνεται ότι σκοτώνει δεν είναι τίποτα άλλο από την ίδια την χωματερή… Στην περιοχή ελέγχου για τις ανάγκες της έρευνας, μια έκταση περίπου 10.000 στρεμμάτων, ανιχνεύθηκαν πέντε διαφορετικά ραδιοϊσότοπα, τα οποία «υπερβαίνουν τα ανώτερα όρια της ιονίζουσας εκπεμπόμενης ακτινοβολίας, με αποτέλεσμα να προκύπτει μείζον περιβαλλοντικό πρόβλημα (μόλυνση του εδάφους, του αέρος και όλων των υδάτινων πόρων της περιοχής), με άμεση συνέπεια την επιβάρυνση της υγείας των ανθρώπων (με αλματώδη αύξηση όλων των μορφών καρκίνου) και των ζώντων οργανισμών στη περιοχή», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Στα συγκεκριμένα σημεία, όπου εκτιμάται ότι βρίσκονται θαμμένοι περίπου 15,5 εκατομμύρια τόνοι σκουπιδιών, εντοπίστηκαν τεράστιες υπερβάσεις ορίων για την δημόσια υγεία, αλλά αναμφισβήτητα οι αριθμοί που σοκάρουν αφορούν κυρίως τα υλικά που σχετίζονται με την ραδιενέργεια (με την συγκέντρωση διαφόρων ραδιοϊσοτόπων να είναι σε κάποιες περιπτώσεις διπλάσια των επιτρεπόμενων ορίων).
Για τον μέσο αναγνώστη έννοιες όπως θόριο 232, ράδιο 224, ράδιο 226, μόλυβδος 210 ή τρίτιο παραμένουν άγνωστες, αλλά για τους επιστήμονες δεν ισχύει το ίδιο. Αντίθετα, αποτελούν το καμπανάκι που θα έπρεπε να έχει σημάνει συναγερμό και να έχει προκαλέσει τεράστιες αντιδράσεις λόγω του εφιαλτικού κινδύνου που κρύβουν για το μέλλον των κατοίκων της ευρύτερης δυτικής Αττικής, που πάντα μέχρι ενός βαθμού αντιλαμβάνονταν ότι στις αυλές τους παίζεται ένα «βρώμικο παιχνίδι», αλλά δεν μπορούσαν να συλλάβουν την έκταση του προβλήματος.
Η αλήθεια βέβαια είναι ότι συχνά στον δικό τους αγώνα για να κλείσει οριστικά αυτή η υγειονομική βόμβα δεν βρήκαν εύκολα συμμάχους. Αντίθετα, ο καθένας από εμάς, ως παραγωγός σκουπιδιών, παραμένει μέρος του προβλήματος, αδιαφορώντας για το πού καταλήγουν ή ποιους πλήττει η συμπεριφορά του. Λειτουργώντας δηλαδή στη λογική «μακριά από το σπίτι μου κι ας πάνε όπου να ΄ναι», η οποία στην πραγματικότητα μας έφτασε ως εδώ.
Οι φωνές αντίδρασης θάβονται κάτω από τους τόνους σκουπιδιών που εναποτίθενται καθημερινά στην Φυλή, την ίδια ώρα που η ραδιενέργεια «βαράει κόκκινα» και, όπως επιβεβαιώνει το παρελθόν, η ιστορία και η επιστημονική κοινότητα, ψάχνει τρόπους για να εκδικηθεί και να επανέλθει στην επιφάνεια, απειλώντας τις ζωές όλων.
Η δημοσιοποίηση των στοιχείων θα έπρεπε να οδηγήσει σε ενέργειες. Τουλάχιστον, αν μη τι άλλο, αυτοί που κατονομάζονται ως υπεύθυνοι θα όφειλαν να μπουν σε ανοιχτές συζητήσεις και να δώσουν εξηγήσεις. Στο κάτω-κάτω της γραφής, έστω για να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους, αφού σε κάθε περίπτωση φαίνονται πως έναντι οποιουδήποτε αντισταθμιστικού ή προσωπικού οφέλους δήμευσαν και έθεσαν σε απόλυτο κίνδυνο το δικό τους σήμερα και το αύριο των παιδιών τους.