Αποδεχόμενοι το γεγονός πως δεν μπορεί να επέλθει μια αλλαγή προς το θετικό δίχως να συμπαρασύρει και μερικά αρνητικά, όπως το νερό του ποταμού που τρέχει και παίρνει μαζί του σκουπίδια κι απολειφάδια, μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι η εποχή μας έχει ένα μεγάλο καλό.
Όλα είναι ανιχνεύσιμα. Τίποτα δεν μπορεί να κρυφτεί. Υπάρχουν περιπτώσεις που αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αδικίες και καταπάτηση ανθρώπων, όπως στην περίπτωση των δύο Σύρων που πέθανε το μωρό τους στου Ζωγράφου, αλλά προς το παρόν οι χειρισμοί στην περίπτωσή τους είναι η εξαίρεση κι ας ελπίσουμε να μείνει έτσι.
Η δεκαετία που ζούμε ημερολογιακά, δηλαδή από το 2011 και μετά, είναι μια πορεία προς την καλύτερη συνειδητοποίηση ορισμένων πραγμάτων. Κάπου στο 2015 αυτά τα πράγματα πήραν στέρεη μορφή και μπορέσαμε να λέμε ότι κάτι είναι σεξισμός, κάτι είναι ρατσισμός, κάτι είναι bullying και μορφή βίας.
Σημαίνει όμως αυτό ότι αυτά εμφανίστηκαν σε τέτοια κλίμακα πρώτη φορά όταν τα εντοπίσαμε; Ήταν δηλαδή μια περίπτωση του «όσο λες κάτι, τόσο θα γίνεται»;
Η αλήθεια είναι ότι από κοινωνιολογικής απόψεως ζούμε σε ένα στάδιο μετα-. Αυτό το μετα- αφορά ακριβώς αυτή την αποδόμηση του politically correct και της δαιμονοποίησης των πάντων που είναι μια αντίδραση στην υπέρ του δέοντος συμμόρφωση της έκφρασης.
Αυτή η αντίδραση κάνει πιο λογική την ανάδυση τόσο έντονων περιστατικών βίας όπως αυτά που συνέβησαν στο σχολείο του Βύρωνα ή στο σχολείο στην Καβάλα, όπου οι πολλοί τα έβαλαν με τον έναν και δίχως συναίσθηση και ουσιαστική αιτία του προκάλεσαν σοβαρό πρόβλημα. Είναι όμως εν τέλει η εποχή μας εποχή ροπής προς την άκριτη βία; Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί πως έχει χτιστεί μια μορφή κουλτούρας που εξυμνεί τέτοια συμπεριφορά και έχει ως βασικό της target group τα ανήλικα. Πού ποντάρουν οι ράπερ-τράπερ; Στα 15-17χρονα. Πού ποντάρουν οι youtubers που διατείνονται για την απόλυτη ελευθερία του μέσου τους; Στις ίδιες ηλικίες.
Φυσικά αυτό δεν είναι μια δήλωση, παρά μια αίσθηση του υπογράφοντος και αναφέρεται ως εξήγηση για ένα μικρό ποσοστό αυτής της ανιχνεύσιμης βίας.
Έχω την πιο μεγάλη αίσθηση όμως πως η βία αυτού του είδους υπήρχε πάντοτε. Ίσως με διαφορετικό και πιο “ανθρώπινο” όριο, αλλά υπήρχε. Όπως επίσης όλοι μας αν κοιτάξουμε στο παρελθόν μας εντός του σχολείου, δύσκολα δεν θα βρούμε περιστατικά που ήμασταν θύτες ή θύματα bullying. Απλώς επειδή τότε δεν ήμασταν τόσο εξοικειωμένοι με τον όρο, ήμασταν πιο ανεκτικοί και έπρεπε να συμβεί κάτι ακραίο για να μας εντυπωθεί ή να εντυπωθεί στο εκάστοτε θύμα.
Ήταν με λίγα λόγια περισσότερ διαφορά γνώσης και άγνοιας του τότε σε σχέση με το σήμερα. Ποια η αξία αυτού του κειμένου που ως εδώ φαίνεται περιττό και θα μπορούσε να μείνει μονάχα σε αυτή την διαπίστωση;
Είναι ότι με κάποιο τρόπο έχει αναπτυχθεί και χρησιμοποιείται η ρητορική πως είναι η εποχή που δημιούργησε πιο βίαιους ανθρώπους, είναι τα social media που το έκαναν και πώς δεν βγάζει σε κανένα θετικό όλη αυτή η τάση ποινικοποίησης συμπεριφορών.
Κι όμως, είναι αυτά που σε απλοϊκό βαθμό κατηγορούμε, που μας δίνουν την ευκαιρία σήμερα να εντοπίζουμε το bullying, τον σεξισμό, τον ρατσισμό, όλα τα στραβά κι ανάποδα μας. Ποιος ξέρει πόσα παιδιά των δικών μας εποχών έζησαν περιστατικά που τα στιγμάτισαν, αλλά είχαν την ατυχία να βρεθούν σε εποχές που αυτά ήταν ταμπού και υπήρχε πάντοτε η λογική της συγκάλυψης.
Είναι η εποχή μας που δίνει την ευκαιρία στον πατέρα του παιδιού της Καβάλας να διεκδικήσει το δίκιο του απέναντι στο σχολείο που, κατά την μαρτυρία του, προσπαθεί να υποβαθμίσει το περιστατικό και να βγάλει την ουρά του απ΄έξω.
Είναι η εποχή μας που δίνει θάρρος στον 17χρονο μαθητή στον Βύρωνα να διεκδικήσει κάτι παραπάνω από την διήμερη αποβολή όσων τον χτύπησαν με μανία και έθεσαν σε κίνδυνο την όρασή του.
Αυτό είναι και η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου. Δεν συμβαίνει κάτι εξωγενές, αλλά ενδογενές. Συμβαίνει ότι αποκτήσαμε συνείδηση πραγμάτων και μπορούμε με μεγαλύτερη σιγουριά να εκτιμήσουμε την αξία του λάθους, του κακού. Μας δείχνει τι δεν πρέπει να κάνουμε, μας υπενθυμίζει τι παλεύουμε τόσους αιώνες να κρατήσουμε μέσα μας.