Ένας κόσμος δίχως χρώμα κι ένας πλανήτης χωρίς αύριο με φόντο το μαύρο μέλλον του πλανήτη

Μια κατάσταση ήδη μη αναστρέψιμη

Το 2100 ακούγεται πολύ μακριά, μα δεν είναι. Συνυπολογίζοντας την διαρκή άνοδο του προσδόκιμου ζωής, τουλάχιστον στον αναπτυγμένο κόσμο, είναι λογικό να εκτιμήσει κανείς ότι πολλά από τα παιδιά που θα γεννηθούν μέσα στο 2020 θα προλάβουν να διαπιστώσουν τις αλλαγές που έρχονται ως αποτέλεσμα των ενεργειών των γονιών τους.

Το όχι και τόσο μακρινό μέλλον, λοιπόν, περιγράφεται μέσα από εκτιμήσεις επιστημόνων, οι οποίοι καταγράφουν, ερευνούν, σημειώνουν και προβλέπουν με ακρίβεια που συνήθως είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή φουτουριστικών ταινιών ή -ακόμη χειρότερα- μαντισσών και αστρολόγων.

Όλες οι επιστημονικές προβλέψεις για το μέλλον του πλανήτη καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα, είτε πρόκειται για την αποψίλωση των δασών είτε για το λιώσιμο των πάγων στους πόλους είτε για την μόλυνση και την ρύπανση των θαλασσών, ωστόσο αντί οι φωνές τους να τεθούν στο επίκεντρο των συζητήσεων καταλήγουν στο περιθώριο και αντιμετωπίζονται ως εσχατολογίες γραφικών και ψεκασμένων.

Κάποιοι τέτοιοι επιστήμονες, του πανεπιστημίου της Χαβάης, δημοσιοποίησαν τα αποτελέσματα της δικής τους έρευνας σχετικά με την τύχη των κοραλλιογενών υφάλων, αυτών των θαυμάτων της φύσης, που όλα δείχνουν ότι πολύ πιο σύντομα από ό,τι φανταζόμαστε θα εξαφανιστούν από τις θάλασσες και τα μόνα κοράλλια που θα αντικρίζουμε θα είναι εκείνα που θα κοσμούν γυναικείους λαιμούς ως κολιέ.

Μετά το 2100 τα κοράλλια θα υφίστανται μόνο ως αξεσουάρ και κοσμήματα, λοιπόν, ενώ μέσα στα επόμενα 20 με 40 χρόνια, θα έχει ήδη εξαφανιστεί περίπου το 70% της έκτασής τους, προκαλώντας μια καταστροφή που έχει ανυπολόγιστες για τον μέσο άνθρωπο επιπτώσεις.

Ήδη οι εικόνες είναι αποκαρδιωτικές, αφού αυτά τα κάποτε πολύχρωμα οικοσυστήματα πεθαίνουν, αφήνοντας πίσω τους ένα λευκό τοπίο, ενδεικτικό του μαύρου μέλλοντός τους. Η υπερθέρμανση των νερών, ως συνέπεια του φαινομένου του θερμοκηπίου και της αδυσώπητης κλιματικής αλλαγής προκαλεί θύματα, που ειδικά στην περίπτωση του Μεγάλου Κοραλλιογενή Υφάλου στην Αυστραλία, είναι παραπάνω από ορατά, καθώς ήδη το 30% έχει ήδη νεκρωθεί και αφού οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα συνεχίσουν να αυξάνονται, η κατάσταση όχι μόνο δεν αντιμετωπίζεται ικανοποιητικά, αλλά θεωρείται πια από τους πιο απαισιόδοξους ως μη αναστρέψιμη.

Αυτά τα ιδιαίτερα ευαίσθητα οικοσυστήματα είναι πολύ πιο σύνθετα από ό,τι νομίζουμε, καθώς αποτελούν την βάση για αμέτρητες άλλες μορφές ζωής, των οποίων το μέλλον είναι άμεσα συνυφασμένο με δικό τους. Παράλληλα, λειτουργούν ως «συναγερμοί» καθώς στέλνουν το πρώτο μήνυμα για μια επερχόμενη καταστροφή που σε συνδυασμό με την υπεραλίευση οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην πλήρη ερήμωση των θαλασσών.

Σύμφωνα με την μελέτη, μέχρι το 2045 ο πληθυσμός τους θα έχει περιοριστεί σε τόσο μεγάλο βαθμό ώστε να μην απομένει στην ανθρωπότητα κανένας άλλος τρόπος διατήρησής τους παρά μόνο σε εργαστηριακές συνθήκες. Σε θαλάσσιους ζωολογικούς κήπους, δηλαδή, απλά να διατηρούνται για να υπενθυμίζουν ένα παρελθόν που θα ζει πίσω από γυάλες σε ενυδρεία ή σε καρτ ποστάλ από το χθες…

Το μέλλον του πλανήτη είναι πολύ σοβαρό ζήτημα για να το αφήσει ο πολύς κόσμος στα χέρια μόνο των ακτιβιστών, που συχνά κιόλας προβάλλονται ως γραφικοί. Και σίγουρα δεν έχουν οι ενέργειες όλων το ίδιο ειδικό βάρος, ούτε μπορείς να υποστηρίξεις πως ο μέσος πολίτης ευθύνεται για την περιβαλλοντική ασφυξία την οποία βιώνουμε με εκείνη των μεγάλων βιομηχανιών.

Ωστόσο το να μονολογείς «και τι μπορώ να κάνω μωρέ εγώ για να σώσω τον κόσμο» την ίδια ώρα που ανοίγεις το παράθυρο του αυτοκινήτου σου και πετάς την χαρτοπετσετούλα από την τυρόπιτά σου σε κάνει μέχρι ενός βαθμού συνυπεύθυνο. Αν δεν μπορείς εσύ (κι εγώ) να αλλάξεις κάτι ελάχιστο στη συμπεριφορά σου, πώς θα κινητοποιηθείς  για να διεκδικήσεις μεγαλύτερες αλλαγές για να σώσεις τα παιδιά σου;