Για λίγες ώρες κράτησε το φιλελληνικό «μανδύα» του ο Μάριο Μίλερ. Το ίδιο και οι σύντροφοί του, με τους οποίους κατέβηκε στην Λέσβο. Μετά την… θερμή υποδοχή που τους επιφύλαξαν οι κάτοικοι, πέταξε τις μάσκες και εμφάνισε το πραγματικό πρόσωπό του, απειλώντας τους νησιώτες για «νέα Καλάβρυτα».
Μοιάζει απίστευτο να έχει κανείς την αφέλεια πως ο φασίστας και επομένως ο ναζιστής είναι εύκολο να αλλάξει και να μπει στον… ίσιο δρόμο. Αν αφήσεις στην άκρη τους πλανεμένους και κοινωνικά αποκλεισμένους ή περιθωριακούς που μπορεί να είναι πιο ευάλωτοι σε κηρύγματα και «σωτήρες», οι πραγματικοί φασίστες δεν αλλάζουν ποτέ.
Δεν είναι μια απλή ιδεολογία, αλλά μια ασθένεια. Σαφώς ψυχική. Πώς αλλιώς –εκτός από ψυχασθενή- μπορείς να χαρακτηρίσεις έναν άνθρωπο που μισεί το ίδιο του το είδος;
Ο «χερ» Μάριο Μίλερ, που μας έκανε την… τιμή να επισκεφθεί τα μέρη μας, είναι μια τέτοια περίπτωση. Ένας Γερμανός πολίτης που αντί να λέει και «ευχαριστώ» για τον τρόπο με τον οποίο η ανθρωπότητα έδειξε μεγαλοψυχία και μπόρεσε να συγχωρήσει τους παππούδες του, ζητάει και τα ρέστα.
Όπως και τόσοι άλλοι πια, εντός και εκτός Γερμανίας, έχει το θράσος να επαναφέρει στην ατζέντα έννοιες όπως η «φυλετική καθαρότητα» και ονόματα σαν αυτό του Αδόλφου Χίτλερ, μόλις 70-75 χρόνια από τότε που το «τέρας» του Ναζισμού τέθηκε νοκ άουτ. Ο ίδιος και οι όμοιοί του, ανερυθρίαστα, επιχειρούν να το αναστήσουν…
Ο Μίλερ κέρδισε φήμη στις τάξεις των νέο-Ναζί με την δράση του στο Χάλε της Σαξονίας, εκείνο το μέρος της Γερμανίας δηλαδή όπου οι νοσταλγοί του Χίτλερ έχουν κάνει πιο έντονη την παρουσία τους τα τελευταία χρόνια.
Οι συγκρούσεις, οι προβοκάτσιες και η τεχνητή ένταση με ομάδες και αριστερά κινήματα της πόλης τον βοήθησαν να ανέλθει, ενώ το βιβλίο του «Kontrakultur» μπορεί να θεωρηθεί το «ευαγγέλιο» της οργάνωσης «Ιdentitäre Bewegung Deutschland», δηλαδή του «Κινήματος Ταυτότητας», μέλη του οποίου βρέθηκαν πρόσφατα –εκτός από την Λέσβο- και στον Έβρο, προσπαθώντας για άλλη μία φορά να κερδίσουν συμπάθειες εν μέσω μιας κρίσης και να εκμεταλλευτούν καταστάσεις.
Μέσα στις κάτι παραπάνω από 300 σελίδες του βιβλίου ο αναγνώστης μπορεί να πάρει μια καλύτερη ιδέα για τον συγγραφέα, τις απόψεις του και τον τρόπο με τον οποίο εκείνος αντιλαμβάνεται τον κόσμο.
Σε αυτό το επί της ουσίας όργανο κατήχησης και προσηλυτισμού μελών, ο Μίλερ αναφέρεται στην αγάπη του για τα τραγούδια της χιτλερικής νεολαίας, αποθεώνει τον Βλαντ Ντράκουλα για τον ανασκολοπισμό χιλιάδων Οθωμανών στην περιοχή της σημερινής Ρουμανίας και φυσικά αναλύει την «λευκή Ευρώπη» των ακροδεξιών oνειρώξεών του. Με γλαφυρό (και γραφικό…) τρόπο παρομοιάζει τους σύγχρονους Ευρωπαίους με τους Ινδιάνους της Αμερικής, υποστηρίζοντας ότι κινδυνεύουν να εξαφανιστούν από τους ξένους και τους μουσουλμάνους, με αντίστοιχο τρόπο.
Προφανώς ξεχνά ότι λευκοί και Ευρωπαίοι ήταν αυτοί που ξεκλήρισαν τους ιθαγενείς σε ολόκληρη την αμερικανική ήπειρο…
Αυτός ο «κύριος», λοιπόν, ο Μάριο Μίλερ είναι ουσιαστικά το πρόσωπο της «νουβέλ βαγκ» της άκρας δεξιάς στην Γερμανία. Χωρίς ξυρισμένο κεφάλι, ομοιόμορφο μαύρο ντύσιμο ή κάτι άλλο που να μαρτυρά τις κατάπτυστες ιδέες του και τις κρυφές φαντασιώσεις του.
Αποφεύγει να μιλά για το παρελθόν και εμφανίζεται ως «αλληλέγγυος» όπως συνέβη και στην Λέσβο, αλλά ως γνήσιος κι αμετανόητος φασίστας δεν αργεί να δείξει το πραγματικό πρόσωπό του στην πρώτη ευκαιρία, απειλώντας μέσα στις ψευδαισθήσεις μεγαλείου του. Και συχνά, φυσικά, αναγκασμένος σε… άτακτη υποχώρηση, όπως τώρα στην Ελλάδα ή όπως πριν από τρία χρόνια, όταν και πάλι μάζεψε τα… παλικάρια του και βγήκαν στην θάλασσα προκειμένου να εμποδίσουν σκάφη με πρόσφυγες να προσεγγίσουν ευρωπαϊκό έδαφος. Μια βλάβη τους ακινητοποίησε για ώρες, μέχρι τελικά να διασωθούν από τα ίδια πλεούμενα που εκείνοι προσπαθούσαν να σταματήσουν απ΄ το να σώζει ανθρώπους…