Ο τρόπος διαχείρισης της κρίσης από την ελληνική κυβέρνηση έχει για την ώρα πολλά θετικά και λίγα αρνητικά, όπως αποτυπώνεται και στον απόηχο των κοινωνικών αντιδράσεων.
Ένα από αυτά που ανήκουν στην πρώτη κατηγορία είναι ο Σωτήρης Τσιόδρας. Λίγοι είναι αυτοί που διαφεύγουν από το μότο «ο σωστός άνθρωπος στη σωστή θέση». Μετρημένος, αναλυτικός, διαφωτιστικός, με λόγο επιστημονικό και ανθρώπινο μαζί, ισορροπία που χρειάζεται λεπτους χειρισμούς. Ξέρει ότι ο ρόλος του δεν είναι ούτε να δραματοποιήσει την κατάσταση και να μαυρίσει τις ψυχές μας, ούτε όμως να την ωραιοποίησει, μοιράζοντας ελπίδες και χαλαρή προσέγγιση. Για την ώρα τον εκπληρώνει με χαρακτηριστική μαεστρία και προσήλωση. Εσχάτως και με συγκίνηση, όπως συνέβη σήμερα.
Και κάπως έτσι, την ώρα που το μυαλό επεξεργάζεται αυτά τα δεδομένα και καταλήγει στα σχετικά συμπεράσματα, στο πίσω μέρος του διενεργείται ένα flashback, στον καιρό που η κυβέρνηση έκανε τους ορισμούς για τους νέους διοικητές νοσοκομείων. Και το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα είναι για ποιον λόγο δεν προωθήθηκε ποτέ η ιδέα από την εκάστοτε κυβέρνηση να υπάρχει ένας Τσιόδρας για κάθε μεγάλο νοσοκομείο της χώρας.
Θα ήταν πραγματικό ενδιαφέρον να μπορούσαμε να ξέρουμε αν θα είχε το Υπουργείο Υγείας βασιστεί στα ίδια κομματικά κριτήρια επιλογής για αυτές τις θέσεις αν υπήρχε ένας τρόπος να προβλέψει τα μελλούμενα. Να προβλέψει δηλαδή το ξέσπασμα μιας τέτοιας υγειονομικής κρίσης και την ανάγκη να παραδώσει επίσημα τα κλειδιά της χάραξης πολιτικής στα χέρια των επιστημόνων.
Και τι δεν είχαμε δει τότε. Απόστρατους αξιωματικούς (σα να βάζεις γιατρό να διοικεί Σύνταγμα πεζικού δηλαδή), καρεκλοκένταυρους κομματικών οργανώσεων και στελέχη του ευρύτερου τομέα «ημετέρων» να καταλαμβάνουν αυτές τις θέσεις – κλειδιά για τη Δημόσια Υγεία. Σκεφτείτε μόνο ότι ο 80χρονος που είχε οριστεί διοικητής του νοσοκομείου Καρδίτσας (και παραιτήθηκε μόνο τρεις μέρες αργότερα λόγω του σάλου που προκλήθηκε) δεν θα μπορούσε καν σήμερα να επιτελέσει τα καθήκοντά του, συμμετέχοντας σε κάποια σύσκεψη και παίρνοντας αυτοπροσώπως αποφάσεις, αφού λόγω ηλικίας συγκαταλέγεται στην κατηγορία «ευπαθείς ομάδες». Και προφανώς δεν θα είναι ο μόνος από αυτούς που διορίστηκαν τότε που θα βρίσκεται σήμερα σε καραντίνα, αφού δεν υπήρχε κανένα ηλικιακό κριτήριο.
Αυτό βέβαια είναι μάλλον το λιγότερο. Η ανάγκη να καταλαμβάνονται επιστημονικές θέσεις (πρώτον από… επιστήμονες και δεύτερον) από επιστήμονες του αντικειμένου που υπάγεται στην αρμοδιότητα αυτών των θέσεων. θα έπρεπε να είναι αυτονόητη. Μαζί και η ανάγκη αξιοκρατικών και υπερκομματικών επιλογών, ώστε να μην αλλάζουν σαν τα πουκάμισα τη μεθεπόμένη των εκλογών. Ίσως η συνειδητοποίηση της να είναι ένα από τα θετικά που θα αφήσει πίσω της η κρίση του κορωνοϊού.
Και δεν μπορεί δυστυχώς κανείς να μας πείσει ότι αν αυτό συνέβαινε τόσα χρόνια, το Εθνικό Σύστημα Υγείας δεν θα ήταν σήμερα καλύτερα προετοιμασμένο να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο και όχι να τρέμει στην ιδέα ότι θα καταρρεύσει από την ταυτόχρονη εκδήλωση κάποιων εκατοντάδων (αν όχι δεκάδων) κρουσμάτων βαριάς μορφής.
Θα είναι ένα πάθημα που έγινε μάθημα αν την επόμενη μέρα ξυπνήσουμε με τη διαπίστωση ότι οι πρωταγωνιστικοί ρόλοι στον τομέα ευθύνης τους διάολε θα πρέπει να απονέμονται σε αυτούς που σήμερα έχουμε ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλον.