Μέτρησες όλα τα πλακάκια του σπιτιού- θα έπαιρνες όρκο πως είναι κάτω από 100, όμως τα άτιμα σε εξέπληξαν ευχάριστα: είναι, τελικά, 288 (νούμερο που επιβεβαιώνεται και από τις 13 μετρήσεις στις οποίες προέβης).
Έκανες μαραθώνιο σειρών (που, από ένα σημείο και μετά, αποδείχτηκε δυσκολότερο κι από τον κανονικό μαραθώνιο), διάβασες μέχρι και το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Προυστ (χαμένος χρόνος: δεν κατάλαβες τίποτα), έμαθες να παίζεις σκάκι σαν τον Κασπάροφ (τον Βλαντιμίρ Κασπάροφ, τρίτο ξάδερφο του Γκάρι και μέγιστο φαν του ταβλιού), στην απελπισία σου άκουσες όλους σου τους δίσκους (ακόμα κι αυτούς του σερβιρίσματος), μίλησες μέσω Skype έως και με τη θεία σου την Ευτέρπη που σου είναι ελαφρώς πιο συμπαθής από τον Χίτλερ.
Παραδέξου του: βαρέθηκες. Η καραντίνα στην έχει βαρέσει στα νεύρα περισσότερο κι από την πρώην σου, την οποία έχεις αποθηκευμένη πια στο κινητό σου ως «Τάνα»- για προφανείς λόγους.
Το ερώτημα που σε βασανίζει, λοιπόν, είναι το πότε θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα που ξέραμε πριν την εμφάνιση του κορωνοϊου. Και, αν θέλουμε να το πάμε λίγο παραπέρα, το αν και κατά πόσον κάτι τέτοιο είναι εφικτό.
Όταν το ζείδωρο φως του (ασθενικού, εσχάτως) ήλιου αρχίζει να παραχωρεί βιαίως τη θέση του στο ζοφερό σκοτάδι, σκέψεις όπως «Άραγε θα έχουμε ποτέ ξανά την ζωή που είχαμε;» βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στα μύχια της ψυχής σου και λίγο-λίγο σκάβουν το δρόμο προς την επιφάνεια.
Σαφής απάντηση μέχρι στιγμής δεν μπορεί να δοθεί, μιας και ακόμα βρισκόμαστε στα πρώτα στάδια της πανδημίας. Μια πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε, ωστόσο, από διακεκριμένους επιστήμονες του κορυφαίου πανεπιστημίου του Λονδίνου (Imperial College) μας δίνει μια πρώτη εικόνα.
Εκεί διαβάζουμε πως βραχυπρόθεσμα θα πληγούν ανεπανόρθωτα επιχειρήσεις που στηρίζονται στην αθρόα προσέλευση ατόμων (εστιατόρια, κινηματογράφοι, γήπεδα- και, ως εκ τούτου, ολόκληρος ο αθλητισμός-, θέατρα και ούτω καθεξής), όπως επίσης και δουλειές που απαιτούν το να έρθει κάποιος στο σπίτι σου (υδραυλικός, ηλεκτρολόγος κτλ).
Οι αεροπορικές εταιρίες (και ο τουρισμός εν γένει) έχουν δεχτεί ήδη ένα πρωτοφανές χαστούκι της αδυσώπητης νέας πραγματικότητας, η ψυχολογία της μάζας που βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την αβεβαιότητα θα «φυλλοροεί» τους πρώτους μήνες, η καραντίνα θα μετατρέψει αρκετούς σε Τζακ Νίκολσον μετά το μέσον της «Λάμψης» του Κιούμπρικ (γι’ αυτό απομακρύνεται τα τσεκούρια από το σπίτι, δε μιλάμε για τη «Λάμψη» του Φόσκωλου).
https://www.youtube.com/watch?v=fLEdpDpoTTA
Το (πρόωρο, συμφωνούμε) σενάριο λέει πως όταν δειλά-δειλά αρχίσουμε να βγαίνουμε και πάλι από το σπίτι τα μαγαζιά θα ζητούν ψηφιακή επιβεβαίωση πως είμαστε υγιείς ή έχουμε ιανθεί από τον Covid-19, οι κυβερνήσεις θα χρησιμοποιούν τεχνολογία που χρησιμοποιείται από τις μυστικές υπηρεσίες προκειμένου να εντοπίσουν, μέσω κινητού, το αν ήρθαμε σε επαφή με ενεργούς φορείς του ιού, στους εργασιακούς χώρους θα υπάρχουν μετρητές ατομικής θερμοκρασίας για να δεις αν θα μπορείς να εισέλθεις ή θα πρέπει να γυρίσεις σπίτι σου.
Ο κόσμος, μοιάζει βέβαιο, θα αλλάξει. Ακόμα κι αν το πολυπόθητο εμβόλιο κάνει την εμφάνισή του μ’ έναν μαγικό τρόπο αύριο, ίσως χρειαστεί οι κινηματογράφοι να βγάλουν τα μισά τους καθίσματα, ενδεχομένως να πρέπει να πάρεις τηλέφωνο και να ενημερώσεις εκ των προτέρων το γυμναστήριο για το ποια ώρα θα πας ούτως ώστε ν’ αποφευχθεί ο συνωστισμός (γιατί θα πας γυμναστήριο μετά την καραντίνα, είναι δεδομένο πως όλοι μας θα ’χουμε πάρει στο τέλος τα κιλά των επόμενων 276 εορτών), υπάρχει το πιθανό σενάριο που λέει πως στο εγγύς μέλλον προκειμένου να κλείσεις εισιτήριο στο αεροπλάνο θα πρέπει πρώτα, μέσω ενός app, να έχουν καταγραφεί οι κινήσεις που έκανες το τελευταίο διάστημα- και η λίστα δεν σταματάει εδώ.
Μοιάζει κάτι τέτοιο- την στιγμή που βαλλόμαστε σε ψυχολογικό επίπεδο από τον κορωνοϊό- δυστοπικό και τρομακτικό; Ναι, μοιάζει. Μόνο που…
Μόνο που η ζωή, ακόμα κι αν τώρα δίνει την αίσθηση πως κάποιος της έχει πατήσει το κουμπί με το pause, δεν πρόκειται να σταματήσει. Και ο άνθρωπος είναι κατά πάσα πιθανότητα το πιο προσαρμοστικό ον (δίνουμε σοβαρή μάχη με τις κατσαρίδες για την πρώτη θέση του βάθρου, αλλά αυτές δεν έχουν αεροζόλ…).
Η γη δε θα σταματήσει να γυρνά, το ανθρώπινο είδος δε θα εξαφανιστεί από τον πλανήτη, το απώτερο αύριο δε θα «περιλαμβάνει» μόνο αξιολάτρευτα δέντρα και συμπαθέστατα ζωάκια- όχι, θα είμαστε εδώ.
Αλλαγμένοι, έχοντας, θέλουμε να πιστεύουμε, πετάξει από πάνω μας τον αποκρουστικό μανδύα της μισανθρωπίας που σε πολλούς έχει γίνει δεύτερο δέρμα, με κοινωνίες πολύ πιο ισορροπημένες και όχι με τις σημερινές «αβαθείς» διαφορές μεταξύ των ατόμων που τις αποτελούν.
Όσο μαύρα και δυσοίωνα κι αν φαντάζουν τα πράγματα τώρα, όσο κι αν το έρεβος μοιάζει πως έχει πάρει το πάνω χέρι, πάντα στο τέλος του δρόμου θα υπάρχει ένα τηλαυγές φως που θα μας ζεσταίνει την ψυχή.
Ο Λουντέμης το εξήγησε μ’ έναν μελωδικά ποιητικό τρόπο αρκετά χρόνια πριν:
Υπομονή. Δεν τελείωσαν όλα.
Σ’ αυτή τη ζωή δεν τελειώνουν όλα.
Ούτε σε μια μέρα. Ούτε σε μια ζωή.
Στην άκρη της νύχτας – για σε το λέω, απελπισμένε –
στην άκρη της νύχτας, πάνω σε κάποιο κλαρί
κρέμεται μια ελπίδα…
Γι’ αυτό έλα, απελπισμένε του σήμερα, για σένα το λέμε: πιάσε το χέρι μας (μεταφορικά, μας έχει τελειώσει και το αντισηπτικό…) και ακολούθησέ μας.
Δεν ξέρουμε ακόμα το δρόμο, αλλά μαζί- εσύ, αυτός, εμείς, αυτοί- θα τον ανακαλύψουμε. Το καλύτερο αύριο δεν απέχει και πολύ, όσο περίεργο κι αν σου φαίνεται αυτό την εποχή του οικειοθελούς #μένουμεσπίτι.
Θα αντέξουμε.
Θα υπομείνουμε.
Θα προσαρμοστούμε.
Γιατί;
Γιατί στο τέλος, το ίδιο το υπέργηρο σκοτάδι θα προσβληθεί από κορωνοϊό και θ’ αφήσει την ακροτελεύτια πνοή του στα χέρια της νέας ανθρωπότητας.
Και, ξέρεις κάτι;
Θα είμαστε εκεί για να το θάψουμε για μια διευρυμένη αιωνιότητα.