Τραγούδι διαχρονικό το «Κάγκελα Παντού» του Τζίμη Πανούση περιγράφει σε λίγους στίχους το ιδεολογικό «μπέρδεμα» μιας γενιάς που δεν γνώρισε «κατοχή και πείνα» κι έτσι… έχασε «ιστορικές ευκαιρίες» για να δείξει πόσο άξια υπήρξε. Νιώθοντας, δηλαδή, ένα σύμπλεγμα για την ίδια την τύχη της.
Ο Ντίνο Μπουτζάτι στο βιβλίο του «Η Έρημος των Ταρτάρων» επιχειρεί κάτι αντίστοιχο. Εξιστορεί πώς νεαροί στρατιώτες και αξιωματικοί περιμένουν –μάταια όπως αποδεικνύεται- τον εχθρό, με την ελπίδα ότι οι Τάρταροι και η επίθεση που θα εξαπέλυαν θα έδιναν και σε αυτούς την ευκαιρία να δοξαστούν στα πεδία των μαχών, όπως οι πρόγονοί τους.
Αυτή η νοοτροπία της «ηρωποίησης» φαίνεται πως παραμένει έντονη σε μεγάλη μερίδα των Ελλήνων, που καταφεύγει σε υπερβολές και λεκτικά ατοπήματα αυτές τις δύσκολες για όλους ώρες.
Σε μια εποχή που οι λέξεις μοιάζουν να έχουν χάσει το νόημα, την βαρύτητα και την σημασία τους, πολλοί είναι εκείνοι που βρήκαν την ευκαιρία που έψαχναν, φορτίζοντας μια ήδη φορτισμένη κατάσταση, σε μια χώρα (σε έναν κόσμο, καλύτερα) που για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες ζει (ή θα έπρεπε να ζει) με το άγχος της επιβίωσης που δημιουργεί η οσμή του θανάτου που έρχεται από την γειτονική Ιταλία ή την Ισπανία και απειλεί πλέον κι εμάς τους ίδιους.
Τα μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων και των επαφών μετατράπηκαν σε απαγόρευση κυκλοφορίας, με έναν και μοναδικό στόχο. Την αποφυγή εξάπλωσης του κορωνοϊού, τα θύματα του οποίου δεν είναι προϊόν αφήγησης ή εξιστόρησης, αλλά μια πραγματικότητα.
Σ’ αυτήν την παράξενη συγκυρία δεν είναι λίγοι εκείνοι που αποφάσισαν ότι είχε φτάσει η κατάλληλη ώρα για να προβάλλουν τους εαυτούς τους και να γίνουν οι αντιστασιακοί ήρωες που πάντα ονειρεύονταν, αλλά δεν είχαν ποτέ την τύχη να ζήσουν κατοχή και πείνα, που έλεγε ο Τζιμάκος, ή δεν τους έβγαιναν τα… κουκιά για να υποστηρίξουν ότι ήταν και αυτοί μέσα στο Πολυτεχνείο, όταν η χούντα έριχνε την πύλη και στο ψαχνό των πολιτών.
Ζώντας με τις ψευδαισθήσεις του ιδεολογικού μεγαλείου τους επιχειρούν, λοιπόν, να βάλουν τους ίδιους στο επίκεντρο και απέναντί τους την εξουσία, με αφορμή τα μέτρα της κυβέρνησης για μια πανδημία. Κάνοντας έτσι μια ευθεία σύγκριση του σήμερα με το χθες, δίχως να αντιλαμβάνονται ότι η εγωιστική και εγωπαθής στάση τους προσβάλλει αυτούς με τους οποίους θέλουν να συγκριθούν.
Μέχρι και φωνές για αντίσταση και απείθεια «ακούστηκαν» σε social media, με διάφορους «επαναστάτες» να καλούν τον κόσμο να αντισταθεί σε αυτήν την «νέα χούντα», όπως την αποκαλούν εκπρόσωποι ακόμη και φαινομενικά εντελώς αντίθετων χώρων. Με κάποιους, γνωστούς (και μη εξαιρετέους) «δημοκράτες» σαν τον πρώην βουλευτή της Χρυσής Αυγής Γιάννη Λαγό, να ποστάρει πως δεν μένει σπίτι και άλλους που βρίσκονται στον ιδεολογικό αντίποδά του να διοργανώνουν πορείες και συγκεντρώσεις για να διώξουν τον Μητσοτάκη…
Προφανώς και σε κανέναν δεν αρέσει ο περιορισμός ατομικών δικαιωμάτων ούτε η αναστολή δεδομένων ελευθεριών. Κανείς δεν «φτιάχνεται» από αυτήν την κατάσταση, εκτός κι αν πάσχει από το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» ή κάποιο άλλο αντίστοιχο. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι όλοι μας είχαμε ευκαιρίες για να δείξουμε στην πράξη το αγωνιστικό πνεύμα μας πριν φτάσουμε εδώ.
Μπορούσαμε, δηλαδή, να αντισταθούμε στους δρόμους των λαϊκών αγώνων ή έστω στις κάλπες, πριν δώσουμε σε ανθρώπους εξουσία. Και να προχωρήσουμε σε καλύτερο έλεγχό της όταν περνούσαν από όλες τις κυβερνήσεις της τελευταίας 20ετίας μέτρα αντιλαϊκά, μέτρα νεοφιλελεύθερα και μέτρα που έφεραν μεγαλύτερη φτωχοποίηση, διέλυσαν τις εργασιακές σχέσεις και διέλυσαν το κοινωνικό κράτος, ευνοώντας πάντα τους πλούσιους και τους ισχυρούς.
ΔΕΝ ΤΟ ΚΑΝΑΜΕ…
Οι ευκαιρίες μας να μιλήσουμε για «χούντα» και να αντισταθούμε ήταν όλες εκεί, μπροστά μας. Περίμεναν απλά να σηκωθούμε από τους βολικούς καναπέδες μας, να μιλήσουμε και να δράσουμε. Να αντισταθούμε. Δεν το κάναμε, όμως, γενόμενοι κι εμείς μέχρι ενός σημείου, συνένοχοι ή έστω παθητικοί αποδέκτες. Τώρα, την μία και μόνη φορά ίσως που οι στιγμές απαιτούν ενότητα και κοινό μέτωπο απέναντι στον ίδιο «εχθρό», εμείς επιλέγουμε τον δρόμο του διχασμού, αναζητώντας ευθύνες ακόμη κι εκεί που δεν υπάρχουν και προτάσσοντας το δευτερεύον έναντι του μείζονος.
Όπως λέει και το hashtag του καιρού μας, μετά θα μετρηθούμε… Και είναι σχεδόν βέβαιο πως και πάλι η καταμέτρηση θα μας βγάλει… λίγους. Όταν φτάσει η ώρα για πραγματική αντίσταση στο πλαίσιο μιας δημοκρατικά οργανωμένης κοινωνίας, θα επανέλθουμε στην… κανονικότητα των καναπέδων μας. Η «χούντα», βλέπεις, νομίζουμε ότι μπορεί να περιμένει…