Είναι πρωτοφανής για ορισμένους δημιουργούς, που στο παρελθόν έχουν καταφέρει να πείσουν άπαντες για το ταλέντο τους, η δίχως όρια πτώση της έμπνευσής τους.
Μέχρι ένα σημείο βέβαια εξηγείται: πόση έμπνευση και πόση δημιουργικότητα μπορεί να απελευθερώσει ένα ανθρώπινο μυαλό; Λογικό είναι κάποια στιγμή να στερεύει. Για κάποιες περιπτώσεις ωστόσο, αυτή η τόσο έντονη αλλαγή ποιότητας προκαλεί πραγματικά τεράστια έκπληξη.
Δεν υπάρχει χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από αυτό του Αρκά: ο σκιτσογράφος που στο παρελθόν χάρισε διαμάντια απόλυτου γέλιου, πλέον βγάζει τη μια σειρά σκίτσων μετά την άλλη, που αν τις συγκρίνεις με εκείνες του παρελθόντος, θα ορκιζόσουν ότι τις έχει φτιάξει άλλο χέρι. Η ποσότητα των σκίτσων έχει αυξηθεί (για τις ανάγκες του Facebook), δυστυχώς όμως η ποιότητα έχει πέσει πάρα πολύ…
Είναι να απορεί κανείς αν θα γελούσε κάποιος με τα αστεία που κάνει πλέον ο Αρκάς ακόμα και τη δεκαετία του ’60, που το χιούμορ δεν ήταν τόσο εξελιγμένο και πατούσε σε πιο απλοϊκά γούστα. Και είναι να απορεί κανείς πως αυτή η θλιβερή αλήθεια, αφορά έναν σκιτσογράφο που στα 80s και στα 90s έκανε χιούμορ πολύ μπροστά από την εποχή του. Οι φήμες που τον θέλουν να έχει πουλήσει το brand name του και να μην βγάζει πλέον ο ίδιος τα σκίτσα του, ασφαλώς και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, όμως ο λόγος που έχουν φουντώσει δεν έχει να κάνει τόσο με θεωρίες συνωμοσίες, όσο κυρίως με την τόσο μεγάλη αναντιστοιχία ανάμεσα στην παλιά και την σύγχρονη εκδοχή του.
Η τελευταία σειρά σκίτσων του Αρκά ωστόσο, πρέπει να βρίσκεται σε αληθινά ιστορικά χαμηλά όσον αφορά την ποιότητα των δημιουργημάτων που φέρουν την υπογραφή του. Ο λόγος για τη σειρά με πρωταγωνιστή τον Θανασάκη…
Ο Θανασάκης είναι ένας γκρινιάρης πιτσιρικάς, που βρίσκεται στο ίδιο σύμπαν με μια άλλη ηρωίδα του Αρκά, την Ρόζα (άλλη ανέμπνευστη χαρακτήρας…). Έχει ένα βασικό χαρακτηριστικό που πρέπει να μοιάζει αστείο σε ορισμένα παιδιά δημοτικού, αλλά για ανθρώπους που έχουν ξεπεράσει αυτή την ηλικία και βρίσκονται από το γυμνάσιο και πάνω, είναι μάλλον ο ορισμός της κρυάδας: ο Θανασάκης δεν μπορεί να πει το «σίγμα» και έτσι, ψευδίζει. Ούτε στις ελληνικές ταινίες που έβγαιναν σε βιντεοκασέτες το ’80 δεν πρέπει να ήταν αστείο κάτι τέτοιο, αντίθετα αυτό το χιούμορ πρέπει να ήταν από τότε ξεπερασμένο.
Ο Θανασάκης λοιπόν λέει διάφορα αδιάφορα πράγματα που δεν προκαλούν καν ένα μικρό χαμόγελο. Το ψεύδισμά του δε χρησιμεύει απλά στο να γίνεται πιο δύσκολη η ανάγνωση των κοινοτοπιών υπό μορφή χιούμορ που μας σερβίρει ο Αρκάς. Ταυτόχρονα χρησιμοποιεί και άλλα ανούσια ευρήματα που υποτίθεται πως πρέπει να μας κάνουν να γελάσουμε, που έχουν να κάνουν με την απροσεξία του Θανασάκη, ο οποίος χτυπάει κατά λάθος σε κάτι έπιπλα (ναι, αυτό είναι αστείο υποτίθεται) και διάφορα άλλα τέτοια.
Αναρωτιέται κανείς: ποιος γελάει με όλα αυτά; Και άντε, ας πούμε πως υπάρχουν κάποιοι που γελάνε. Ο ίδιος ο Αρκάς γελάει πράγματι με αυτά; Ο άνθρωπος με το πάλαι ποτέ τόσο κοφτερό χιούμορ, αλήθεια τα βρίσκει αστεία αυτά που μας σερβίρει με τον Θανασάκη του; Δυσκολευόμαστε να το πιστέψουμε. Μοιάζει με… κακό αστείο. Εκτός αν απλώς μεγαλώσαμε και γίναμε εμείς γεροπαράξενοι και το χιούμορ του Αρκά παραμένει το ίδιο καλό. Αυτή θα ήταν μια κάποια λύση, για τον ήρωα των παιδικών μας χρόνων…