Το όνομα του Βασίλη Δημάκη επανέρχεται ξανά και ξανά στο επίκεντρο της επικαιρότητας ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Πάντα, η έλευση του ονόματός του στην επικαιρότητα έχει να κάνει με κάποια διεκδίκησή του μέσα από τις φυλακές, που το κράτος δεν αναγνωρίζει με αποτέλεσμα εκείνος να προβαίνει σε απεργία πείνας. Τις τελευταίες μέρες, για μια ακόμα φορά, ο Δημάκης βρίσκεται σε απεργία πείνας και για μια ακόμα φορά το κράτος δεν ικανοποιεί τα αιτήματά του.
Αιτήματα; Όχι, λάθος διατύπωση. Αυτή τη φορά, ο Δημάκης δεν διεκδικεί την ικανοποίηση κάποιων αιτήματα. Διεκδικεί την αναγνώριση βασικών δικαιωμάτων του. Διότι η έννοια του αιτήματος προσδιορίζεται από το ότι στο επίκεντρό του υπάρχει κάτι που είναι αμφιλεγόμενο. Εδώ, δεν έχουμε να κάνουμε με κάτι τέτοιο. Αντίθετα, ο Δημάκης εξαιρείται από ένα δικαίωμα που έχει ως κρατούμενος και μάλιστα, χωρίς ουσιαστική απάντηση από την πλευρά του κράτους.
Φοιτητής του ΕΚΠΑ μέσα από την φυλακή εδώ και κάποια χρόνια, ο Δημάκης ανήκει σε μια σπάνια περίπτωση κρατουμένων, εκείνων που επιχειρούν να σπουδάσουν παρά την ποινική τους κατάσταση. Τον τελευταίο μήνα, ο Δημάκης βρίσκεται μακριά από το κελί του στον Κορυδαλλό παρά το γεγονός ότι οι 14 μέρες της απαιτούμενης καραντίνας έχουν εξαντληθεί. Το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη αρνείται να μεταφέρει στο κελί του ένα λάπτοπ και ένα usb στικάκι, μέσα από τα οποία ο Δημάκης θα μπορέσει να συνεχίσει να παρακολουθεί τα μαθήματά του ιντερνετικά.
Ένα λάπτοπ και ένα στικάκι: για αυτά τα δυο εξαρτήματα συμβαίνει όλη η φασαρία αναφορικά με τον Δημάκη τις τελευταίες μέρες. Μοιάζει απίστευτο αλλά είναι αληθινό. Θα αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία να πεθάνει κάποιος εξαιτίας απεργίας πείνας επειδή το κράτος αρνήθηκε να εξοπλίσει το κελί του με… ένα λάπτοπ και ένα στικάκι.
Όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, στον κοινωνικό διάλογο που ξεσηκώνει το όλο ζήτημα μπαίνει και ως βασική παράμετρος το παρελθόν του Δημάκη. Είναι άλλωστε τόσο έντονη η κοινωνική φοβία ανάμεσά μας αναφορικά με τους κρατούμενους, που το αν σε μια δεδομένη χρονική στιγμή η αντίθεση ενός εξ΄αυτών με το κράτος είναι άδικη ή δίκαιη δεν μπορεί να είναι ποτέ μια ανεξάρτητη συζήτηση. Πάντα θα μπαίνει το «αλλά»: «ναι, αλλά είναι κάποιος παράνομος».
Πράγματι, ο Δημάκης είναι ένας ποινικός κρατούμενος και μάλιστα, με κατηγορίες του κοινού ποινικού δικαίου. Όχι πολιτικός κρατούμενος ή κάτι τέτοιο αλλά, κοινός ποινικός. Έχει περάσει 19 χρόνια στη φυλακή και είναι μόλις 41 ετών. Μπήκε, βγήκε, ξαναμπήκε, κάνοντας ληστείες στο μεταξύ. Αυτό το σκοτεινό παρελθόν του εισάγεται πολλές φορές ως τμήμα της συζήτησης. Και αυτό από μόνο του είναι μια προβληματική κατάσταση.
Ο Δημάκης έχει δικαστεί ήδη. Έχει καταδικαστεί από κάποιο δικαστήριο. Του έχει επιβληθεί μια ποινή και την διανύει. Όποιοι θεωρούν πως είναι ανάγκη να ξαναδικαστεί από τον όχλο που παραμονεύει να κρίνει ηθικές, τους έχουμε νέα: το έχουν κάνει οι δικαστές αυτό, οι υπόλοιποι περιττεύουν. Στις δημοκρατίες δε, υποτίθεται πως οι φυλακές υπάρχουν για να λειτουργούν σωφρονιστικά και όχι εκδικητικά. Η κρατική αμηχανία ωστόσο μπροστά σε μια σαφή ένδειξη σωφρονισμού είναι πέρα για πέρα έκδηλη: ποιος είναι αυτός ο Δημάκης που αν και φυλακίστηκε συνεχίζει να έχει στόχους και φιλοδοξίες;
Το να αναγνωριστεί το δίκαιο των αιτημάτων του δεν συνεπάγεται έγκριση του προβληματικού παρελθόντος του. Ίσα-ίσα: μια δημοκρατία κρίνεται από το πως συμπεριφέρεται στα υποτιθέμενα «προβληματικά» μέλη της. Το να είναι κανείς δημοκρατικός με εκείνους που τα έχουν κάνει όλα καλά και κουβαλάνε κοινωνικό κύρος είναι το εύκολο…