Εντός του 2020 οι προκλήσεις από πλευράς Τούρκων και Ερντογάν έχουν υπερβεί τα δάχτυλα των χεριών. Κάποιες εξ αυτών ήταν από τις συνηθισμένες, άλλες όμως ξεπερνούσαν κάθε προηγούμενο και δημιουργούσαν τριγμούς γεωπολιτικούς και ψυχολογικούς.
Μετά τις Καστανιές, μετά την εισβολή σε αυτά τα 16 εκτάρια στη Θράκη, μετά την Αγία Σοφία, τώρα είναι η δράση του Oruc Reis και τουρκικών αεροσκαφών πάνω από το Καστελόριζο και οι επιχειρήσεις στην ΑΟΖ της περιοχής, η οποία βρίσκεται σε ελληνικά ύδατα.
Τα σχεδόν 20 πλοία του τουρκικού πολεμικού ναυτικού και η ελληνική απάντηση με το μεγαλύτερο μέρος του στόλου να βρίσκεται ή να οδεύει προς την περιοχή, δημιουργούν μια ψυχροπολεμική συνθήκη και μένει να φανεί αν θα υπάρξει έκφραση του απευκταίου σεναρίου από κάποια εκ των δύο πλευρών.
Μέχρι να καθίσει κάπου η μπίλια, έχει ενδιαφέρον να εστιάσουμε στην ανακοίνωση του State Department που αποτελεί επαρκές δείγμα για τη στάση που έχουν κρατήσει στο 2020 οι χώρες της Ευρώπης και οι ΗΠΑ ως προς τις τουρκικές προκλήσεις.
Η Ευρώπη δεν έχει πράξει ούτε σε μια περίπτωση με πυγμή, δεν έχει μπει σε διαδικασία να δώσει παραπάνω από την τυπική διπλωματική βάση στα όσα πράττει ο Ερντογάν. Την ίδια στιγμή χρειάστηκαν κάμποσες Σύνοδοι Κορυφής για να καταλήξει σε μια απόφαση οικονομικής ενίσχυσης των κρατών της που επλήγησαν αφόρητα από την πανδημία.
Από την άλλη, ο έτερος πόλος του δυτικού τόξου, οι ΗΠΑ, βρίσκονται σε μια από τις χειρότερες φάσεις της σύγχρονης Ιστορίας τους, με έναν από τους χειρότερους Προέδρους που τις έχουν κυβερνήσει και μετράει βαθιά τραύματα από την πανδημία, ευρισκόμενη στην 7η χειρότερη θέση ως προς το ποσοστό θνησιμότητας των νοσούντων.
Μόνο και μόνο απ΄αυτή τη συνθήκη γίνεται σχετικά αναμενόμενη η χλιαρή ανακοίνωση τους και σε κάθε άλλη περίπτωση δεν θα έδινε τροφή για σκέψη. Όμως σε αυτή την ανακοίνωση υπάρχει μια λέξη που κρύβει πολλά πίσω της. Κρύβει πολλές ερμηνείες εκ των οποίων ουδεμία ενισχύει την πεποίθησή μας πως μας στηρίζουν Ε.Ε., ΝΑΤΟ και λοιποί συνασπισμοί.
Disputed. Ήτοι διαφιλονικούμενα. Αυτό το επίθετο επέλεξαν να χρησιμοποιήσουν για να χαρακτηρίσουν τα ύδατα της περιοχής εκείνης. Τα περισσότερα ελληνικά ΜΜΕ επέλεξαν να μεταφράσουν ως «αμφισβητούμενα» και θεωρητικά θα μπορούσε κανείς να πει ότι δεν ξέρουν να μεταφράζουν ή παραπλανούν. Είναι όμως έτσι;
Η γενικότερη αίσθηση είναι πως όσο κι αν η μετάφραση δεν αποδίδει σωστά την αγγλική λέξη, ενδεχομένως να ταιριάζει αρκετά με όσα κρύβονται πίσω από την αμερικανική θέση γύρω από την θαλάσσια περιοχή και την ΑΟΖ.
Μια χώρα που στηρίζει την Ελλάδα, δεν θα έλεγε ποτέ κάτι τέτοιο. Προφανώς δεν θα έλεγε και κάτι που θα ενοχλούσε την Τουρκία, αλλά σίγουρα δεν θα επέλεγε επιθετικούς προσδιορισμούς. Θα έμενε στα γεγονότα. Το συγκεκριμένο επίθετο είναι διπλωματικής χρήσης, αλλά στην υπερβολή της.
Κι είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αντιληφθεί κάθε αξιωματούχος σε αυτή τη χώρα πως οποιαδήποτε σκέψη συνδρομής από την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ φαντάζει με αιθεροβασία. Αυτό που διατηρεί ένα χαλινάρι μέχρι στιγμής στην τουρκική στρατηγική είναι ότι όντως βρισκόμαστε σε αυτούς τους συνασπισμούς. Αλλά είναι παραπάνω από εμφανές πως είναι κάτι αόρατο και όχι μετρήσιμο πια αυτό.
Είναι σαν αυτό που λένε για τα πυρηνικά όπλα ότι όσες χώρες τα διαθέτουν, το έκαναν ακριβώς για να προκαλέσουν τον φόβο και να μη γίνει πόλεμος. Η Ε.Ε. σίγουρα δεν προκαλεί φόβο στην Τουρκία, αλλά ορισμένες διεκδικήσεις αναγκάζουν τον Ερντογάν να μην ενοχλήσει την Ε.Ε., αποκλειστικά όμως για 2-3 μεγάλες δυνάμεις και όχι για την Ελλάδα.
Όσο για τις ΗΠΑ, όταν μετά τα όσα έκανε η Τουρκία στη Συρία πριν μερικούς μήνες, ο Ντόναλντ Τραμπ στηλίτευε δημόσια τον Ερντογάν, αλλά σε συνομιλίες τους ακολουθούσε την κλασική ρητορική της εκθείασης, τι μπορεί να περιμένει κανείς;
Σαφώς είναι λυπηρό να το συνειδητοποιεί κανείς, αλλά τούτη τη στιγμή η Ελλάδα είναι περισσότερο μόνη της παρά με συμμάχους, επί της ουσίας. Οτιδήποτε είναι πίσω της, βρίσκεται περισσότερο με παρατηρητική διάθεση, παρά με διάθεση εμπλοκής στο πλευρό της. Κι αυτό είναι σίγουρα κάτι που θα ληφθεί σοβαρά υπ΄όψιν τη στιγμή των πιο κρίσιμων αποφάσεων.