Σε μιαν άλλη εποχή, ίσως 30-40 χρόνια πίσω, αυτό που συμβαίνει εδώ και μια εβδομάδα περίπου στο Καστελόριζο, θα είχε οδηγήσει μαθηματικά σε πολεμική σύρραξη. Και κατά πάσα πιθανότητα θα ήταν ευρείας κλίμακας.
Όμως οι εποχές καθορίζουν τις συμπεριφορές και οι ανάγκες των κρατών προσανατολίζουν τη στάση τους προς την ολική επίθεση ή προς τη διπλωματία. Στη μεριά της Δύσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει φροντίσει να εξακοντίσει με κάθε τρόπο την πιθανότητα πολέμου και, ούσα σε θέση ισχύος, έχει τον τρόπο να παύσει τέτοιες ελπίδες σε κράτη έξω απ΄αυτήν.
Εδώ και χρόνια η Τουρκία βρίσκεται σε δίαυλο επικοινωνίας με την Ε.Ε. με σκοπό κάποια στιγμή να γίνει ομοτράπεζη των ευρωπαϊκών χωρών, είτε αυτό σημαίνει να δημιουργηθεί μια διακρατική σχέση αντίστοιχη με την Βρετανία στην μετά Brexit εποχή ή άλλες χώρες που δεν είναι μέλη, αλλά έχουν συνάψει εμπορικές συμφωνίες, είτε αυτό σημαίνει κοινή οικονομική και νομισματική πολιτική.
Φυσικά κάτι τέτοιο δεν μπορεί να καταστεί εφικτό, ακριβώς γιατί το κράτος του Ερντογάν είναι χτισμένο σε δικτατορικές βάσεις και ακόμα και η σημερινή εκτροχιασμένη από την πίστη στους δημοκρατικούς θεσμούς Ευρώπη δε μπορεί να αντέξει κάτι τέτοιο στους κόλπους της.
Πάνω σε αυτή τη γραμμή θα κινηθούν οι όποιες εξελίξεις στο Καστελόριζο, με μια πρώτη εικόνα αποκλιμάκωσης να έρχεται ως αποτέλεσμα της στάσης που έχουν κρατήσει τα μεγάλα κεφάλια της Ευρώπης, ήτοι η Γαλλία και η Γερμανία.
Κι αν η Γαλλία είναι για τον Ερντογάν απλώς μια χώρα με δυνατό στρατό που συνηθίζει να μπαίνει στη μύτη του, η Γερμανία είναι κάτι πολύ παραπάνω. Τούρκοι πολίτες ζουν και εργάζονται στη Γερμανία. Οι οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών είναι άκρως σημαντικές, με την τουρκική πλευρά να είναι αυτή που απολαμβάνει περισσότερα οφέλη. Είναι εύλογο ότι ο Ερντογάν δεν θα ήθελε με τίποτα να προκαλέσει τη σκληρή αντίδραση της Γερμανίας.
Και η αλήθεια είναι ότι παρά τα όσα διθυραμβικά διαβάζουμε στα ΜΜΕ για την αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης, η στάση της Γερμανίας είναι αυτή που έφερε την άτακτη υποχώρηση Ερντογάν. Και πιο συγκεκριμένα η ατάκα-κλειδί της Μέρκελ ότι η Ευρώπη ετοιμάζει βαρύτατες οικονομικές κυρώσεις για την Τουρκία, εφόσον συνεχίσει την επιθετική τακτική της. Αυτή θα ήταν και η ταφόπλακα της ασθμαίνουσας οικονομίας της γειτονικής χώρας που βρίσκεται σχεδόν στο επίπεδο της Ελλάδας όταν αναγκάστηκε να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Και κάπως έτσι οι τσαμπουκάδες του Ερντογάν πήγαν περίπατο. Γιατί είναι πολύ εύκολο να πουλάς μαγκιά εκ του ασφαλούς, αλλά είναι πολύ δύσκολο να συνεχίσεις να το κάνεις όταν ξέρεις ότι σε μια- δυο εβδομάδες από σήμερα, μπορεί να μην έχεις να πληρώσεις τα καύσιμα του στόλου σου, που έχεις βγάλει στο Αιγαίο και να χρειάζεσαι τη συνδρομή του ΔΝΤ για να κάνεις το θερμό επεισόδιο που ονειρεύεσαι.
Όταν χωλαίνει η οικονομία και ο μόνος τρόπος επιβίωσης της είναι μέσω του ΔΝΤ και των εμπορικών συναλλαγών με την Ευρώπη, τότε όποιον Τραμπ και να έχεις να σε στηρίζει υπογείως, στο τέλος αναγκάζεσαι να ανασκουμπωθείς και να βάλεις στην τσέπη το πολεμικό λάβαρο και τα όνειρα για επεκτατισμούς.
Το ερώτημα που ενδεχομένως να απαντηθεί μέσα σε αυτή τη χρονιά είναι το εξής: έχει πια την ικανότητα ο Ερντογάν να αντιληφθεί ότι αν είναι να διατηρήσει τη θέση του, θα πρέπει να αφήσει αυτή την τακτική ή η δίψα του για εξουσία τον έχει τόσο τυφλώσει που δεν θα μετρήσει καθόλου το κόστος ενός πιθανού θερμού επεισοδίου..;
Φυσικά, για να έχουμε κι εμείς τα μυαλά μας στη θέση τους, δεν υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν ότι η στήριξη της Ελλάδας είναι υπόθεση προσωπική για Γαλλία και Γερμανία. Είναι ζήτημα τάξης και μη διασάλευσης της κυριαρχικής τους ηγεμονίας στην Ευρώπη, ιδίως σε μια εποχή πανδημίας που αρκετά κράτη βρίσκονται σε τεντωμένο σχοινί και μια πολεμική πρόκληση θα έφερνε σίγουρα αποσταθεροποίηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.