Τα 4 παιδαριώδη λάθη της κυβέρνησης που μας οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στα 700 κρούσματα τη μέρα

Μια εφιαλτική επιστροφή σε ένα δυσοίωνο μέλλον

Μην ξεγελιέστε. Αν το ημερολόγιο δεν έδειχνε ότι βρισκόμαστε στο πρώτο δεκαήμερο του Αυγούστου, αλλά με κάποιο τρόπο η ημερομηνία ήταν –ας πούμε- αρχές Απριλίου, το lockdown και τα μέτρα κατά του κορωνοϊού θα είχαν τεθεί σε ισχύ. Αλλά, ας όψεται ο τουρισμός που έχει μετατρέψει την κυβέρνηση σε απλό (ουσιαστικά) παρατηρητή των γεγονότων, με τα μέλη της να κάνουν τον… σταυρό τους ώστε να μην ξεφύγει η κατάσταση μέχρι το τέλος του τρέχοντος μήνα.

Εάν μέχρι τότε καταφέρουμε να μην φτάσουμε στα 600-700 κρούσματα την ημέρα, μάλλον θα πρέπει να αισθανόμαστε τυχεροί, αφού πλέον όλοι πληρώνουμε τα μεγάλα λάθη της κυβέρνησης που μας οδήγησαν ξανά ενώπιος ενωπίω με τον εφιάλτη της ολικής επιστροφής του COVID-19. Ήδη ο αριθμός των κρουσμάτων που καταγράφονται καθημερινά είναι μεγαλύτερος ακόμη και από την (πρόσφατη) εποχή που χρειαζόταν να στέλνουμε μηνύματα για να αγοράσουμε τσιγάρα και αυτή είναι η μεγαλύτερη απόδειξη μιας παταγώδους κυβερνητικής αποτυχίας.

Αν αμφίβολα η έξαρση των κρουσμάτων είναι άμεσα συνδεδεμένη με το άνοιγμα των συνόρων σε ό,τι αφορά στον τουρισμό. Εκεί η Ελλάδα βρέθηκε μπροστά στο μεγάλο δίλημμα και τελικά πήρε την απόφαση για άρση των περισσότερων περιορισμών στις πτήσεις από το εξωτερικό μετά τις 15 Ιουλίου, χωρίς όμως να έχει κατορθώσει νωρίτερα να θέσει ένα σαφές και ξεκάθαρο πλαίσιο που θα δημιουργούσε ένα όσο το δυνατόν ασφαλέστερο περιβάλλον. Η μόνη ρεαλιστική αντιμετώπιση και προστασία θα ήταν να μην μπαίνει στην χώρα ούτε ένας τουρίστας εάν δεν είχε υποβληθεί σε τεστ (και είχε βγει αρνητικός) τις τελευταίες 48-72 ώρες. Όμως για αυτό το απαραίτητο μέτρο η κυβέρνηση εισέπραξε μεγαλοπρεπέστατα «όχι» από τους ταξιδιωτικούς πράκτορες, τις αεροπορικές εταιρείας αλλά και τις αρχές των χωρών από τις οποίες προέρχονταν οι επισκέπτες. Η δικαιολογία δεν ήταν άλλη από το επιπλέον κόστος που συνεπάγεται η εξέταση. Ένα κόστος που κανείς εμπλεκόμενος δεν ήθελε να επωμιστεί. Η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να μην το αναλάβει ούτε η Ελλάδα, οδήγησε στους αστείους (και καλά) δειγματοληπτικούς ελέγχους που μετέτρεψαν στην πραγματικότητα την Ελλάδα σε ξέφραγο αμπέλι.

Βέβαια, ήδη η κυβέρνηση είχε φροντίσει να δώσει η ίδια το λάθος μήνυμα στους πολίτες, εντός και εκτός Ελλάδας, περνώντας μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας με τις πράξεις και τις ενέργειες των στελεχών της, που βρίσκονταν σε πλήρη ανακολουθία με τα λόγια και τις θεωρίες που έβγαιναν από τα στόματά τους. Οι εικόνες σχεδόν σε κάθε ευκαιρία (εγκαίνια, εκδηλώσεις κλπ) μαρτυρούσαν ότι τα μέτρα κοινωνικού περιορισμού είχαν πάει περίπατο και το μόνο που απέμενε για να θυμίζει ότι βρισκόμαστε εν μέσω μιας κρίσης ήταν οι παρουσίες υπουργών στα τηλεοπτικά παράθυρα με μάσκες, που κατάντησε να αντιμετωπίζεται όπως ακριβώς της αξίζει. Δηλαδή ως μια γραφικότητα και τίποτα παραπάνω. Την παραπάνω λανθασμένη αίσθηση ενίσχυσε και η απόφαση να σταματήσει η καθημερινή επικοινωνία από τους Τσόδρα-Χαρδαλιά, που παρά τις κακές στιγμές τους (ιδιαίτερα του δεύτερου) ή το ύφος που συχνά ξέφευγε, είχε συμβάλει στην συνειδητοποίηση ότι ο κορωνοϊός ήταν εδώ και παρέμενε επικίνδυνος.

Επιπλέον τραγική αποδείχτηκε η απόφαση σχετικά με τον τρόπο των μετακινήσεων τόσο στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς εντός πόλεως όσο και στα ΚΤΕΛ, στα πλοία και αλλού. Πραγματικά μόνο ως ανέκδοτο μπορεί να προσεγγίσει κανείς τις αστοχίες, τα λάθη και τις παλινωδίες που ενίσχυσαν το πρόβλημα αντί να το αντιμετωπίσουν. Μόνο και μόνο το να αναλογιστεί κανείς ότι αποφασίστηκε η αύξηση της πληρότητας από 65% σε 80% την ώρα που τα κρούσματα είχαν πάρει την… ανηφόρα είναι αρκετό. Ειδικά για ΜΜΜ και τις συγκοινωνίες μέσα στην Αθήνα η εικόνα των συνωστισμένων επιβατών μέσα σε λεωφορεία, τραμ, ηλεκτρικό και μετρό ήταν απολύτως ενδεικτική και της ελαφρότητας με την οποία προσεγγίστηκε το ζήτημα. Με τους ανθρώπους (ελλείψει ικανοποιητικού αριθμού δρομολογίων ώστε να αποσυμφορήσει την κατάσταση) να είναι ο ένας πάνω στον άλλον, η χρήση μάσκας μας μάρανε

Όλα τα παραπάνω σαφώς και καταλήγουν σε ένα και μόνο πράγμα. Στην ουσία του προβλήματος που δεν είναι άλλη από την χαλάρωση. Κακά τα ψέματα. Αυτή η χαλαρότητα μας αφορά όλους αφού γίναμε κομμάτι της, δίνοντας «πάτημα» και χείρα βοηθείας στον κορωνοϊό να ανακάμψει. Ξεχάσαμε τις μάσκες (τουλάχιστον εμείς που δεν πιστεύουμε σε θεωρίες συνωμοσίας), βάλαμε στην άκρη τα ειδικά μαντηλάκια και τα υγρά απολύμανσης και το γυρίσαμε σε… παρτάρες, είτε αυτές αφορούν κλαμπ και παραλίες στην Μύκονο και σε άλλους δημοσφιλείς προορισμούς, είτε στις εκκλησίες οι οποίες παραμένουν κράτος εν κράτει, με τους δικούς τους κανόνες. Η εικόνα της πρόσφατης ορκοωμοσίας των νέων υπουργών, άλλωστε, όπου όλοι φορούσαν μάσκες πλην των ρασοφόρων ήταν απολύτως ενδεικτική…