Γιώργο δεν σου αξίζουν αυτοί οι τύποι...

Ήρθε η ώρα να μιλήσεις...

Τέσσερις ημέρες μετά την αρχική ανάρτηση του Γιώργου Πρίντεζη με αφορμή την γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου και την διαγραφή του σχετικού ποστ, η «σκόνη» για εκείνο το Π,Θ,Ο (δηλαδή το τρίπτυχο Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια) δεν λέει να «κάτσει». Και όσο ο υπαρχηγός του Ολυμπιακού θα παραμένει σιωπηλός, τόσο θα αφήνει το γήπεδο ανοιχτό σε ανθρώπους σαν τον Κασιδιάρη να «μιλούν» ουσιαστικά εξ ονόματός του.

Οι προσωπικές πεποιθήσεις του καθενός είναι καθαρά δική του υπόθεση. Αυτό είναι το πρώτο και το βασικό σε μια δημοκρατία και σε μια κοινωνία με ελευθερία απόψεων. Σύντροφος αυτής της ελευθερίας (απαραίτητος μάλιστα για να μην χάσουν οι κοινωνίες την συνοχή τους) είναι ο σεβασμός στην διαφορετική θέση, εφόσον βέβαια αυτή δεν ξεφεύγει από τα όρια που θέτει ο ίδιος ο νόμος.

Εκείνο το «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια» του Γιώργου Πρίντεζη χτύπησε άσχημα, είναι αλήθεια. Και αυτό συνέβη για έναν και μόνο λόγο. Για το γεγονός ότι είναι ένα «σύνθημα», μια «ατάκα» κι ένα ζητούμενο που είναι απόλυτα ταυτισμένο με μια μαύρη περίοδο της νεότερης ιστορίας του ελληνικού έθνους, όταν για μια επταετία κουμάντο έκανε η Χούντα.

Ένας από τους άξονες της διακυβέρνησης των συνταγματαρχών ήταν η μηδενική ανοχή στην διαφορετική άποψη, πράγμα που αποδεικνύεται από τον… βαθμό πληρότητας στα ξερονήσια που γέμισαν από πολιτικούς αντιφρονούντες.

Μια μηδενική ανοχή που αντέγραψαν ως στάση και όσοι έσπευσαν να σχολιάσουν κάτω από το ποστάρισμα του Πρίντεζη, σε ύφος που κυμαινόταν από την απλή σύσταση μέχρι και τον πλήρη αφορισμό του φόργουορντ του Ολυμπιακού για τα πιστεύω του.

Η υπερβολή ως τρόπος αντίδρασης δεν αποτελεί στοιχείο το οποίο αφορά αποκλειστικά συγκεκριμένες ιδεολογίες. Την συναντά κανείς και στα δεξιά και στα αριστερά και στο κέντρο του πολιτικού φάσματος από διαφόρους εκπροσώπους τους, αν και είναι αλήθεια πως η διαφορά έγκειται κατά κύριο λόγο στην αδιαλλαξία την οποία επιδεικνύουν οι αυτόκλητοι κριτές των πάντων ή οι υπερασπιστές τους.

Ωστόσο το συγκεκριμένο περιστατικό στάθηκε αφορμή για να ανοίξει η συζήτηση πολύ περισσότερο από όσο θα έπρεπε, με τον Έλληνα αθλητή να δίνει -άθελά του ενδεχομένως- βήμα στον καθένα που επιχείρησε να ερμηνεύσει κατά το δοκούν τα λόγια του, λες και πρόκειται για κάποιο δυσνόητο ποίημα.

Και αυτή η κατάσταση θα συνεχιστεί για όσο διάστημα ο Γιώργος Πρίντεζης θα περιορίζει την αντίδρασή του στον χαμό που ακολούθησε στο απλό «κατέβασμα» της ανάρτησης, η οποία λειτούργησε ως αφετηρία αυτού του «αχταρμά» που ακολούθησε.

Είναι ένοχος ένας αθλητής ή άνθρωπος γενικότερα εάν αγαπά την πατρίδα του; Όχι την Ελλάδα συγκεκριμένα, αλλά την πατρίδα του; Οφείλει να δώσει εξηγήσεις επειδή φωτογραφίζεται με τη σημαία της χώρας του, φιλά τη φανέλα με το εθνόσημο ή αναφωνεί «για την Ελλάδα ρε γαμώτο» σαν άλλη Βούλα Πατουλίδου; Συγγνώμη από όσους έχουν άλλη γνώμη, αλλά όχι δεν είναι ένοχος. Η αγάπη για την πατρίδα δεν συνεπάγεται νομοτελειακά το μίσος ή την απέχθεια για τις πατρίδες των άλλων. Ας καταλάβουμε επιτέλους ότι πατριώτης δεν σημαίνει αυτόματα και ρατσιστής.

Είναι ένοχος ένας αθλητής ή άνθρωπος γενικότερα εάν είναι θρησκευόμενος; Όχι χριστιανός συγκεκριμένα, αλλά οποιοδήποτε δόγμα εκείνος επιθυμεί. Οφείλει να βγει και να αιτιολογήσει τις πράξεις του ή χρειάζεται να απολογηθεί; Συγγνώμη και πάλι από τους «απέναντι», αλλά αν στο όνομα των «πιστεύω» του δεν αποκεφαλίζει «άπιστους», όχι, δεν απαιτείται καμία απολογία σε κανέναν. Ιδιαίτερα, μάλιστα, σε αυτούς που στέκονται αλληλέγγυοι στις θρησκείες άλλων μακρινών πολιτισμών που η δυστυχία, ο πόλεμος και οι καταστροφές τους έφεραν μέχρι τις «πόρτες» μας να ζητούν βοήθεια. Η αγάπη για το θρησκευτικό βίωμά σου δεν σημαίνει μισαλλοδοξία και έλλειψη σεβασμού στα «πιστεύω» των άλλων.

Και –τέλος- είναι ένοχος ένας αθλητής ή άνθρωπος γενικότερα εάν πιστεύει έμπρακτα στην οικογένεια; Όχι απαραίτητα με την παραδοσιακή μορφή και σύνθεσή της (μαμά-μπαμπάς κλπ), αλλά στην οικογένεια γενικότερα.  Στο θεσμό ως κύτταρο που θα προετοιμάσει καλύτερα τα νεαρά μέλη του να ενσωματωθεί στις ίδιες τις κοινωνίες αργότερα. Παρά τα προβλήματά του, όπως και να το κάνουμε, αυτός ο θεσμός (επαναλαμβάνω, σε διάφορες μορφές του) συνεχίζει να αποτελεί θεμέλιο λίθο πάνω στον οποίο έχουμε οργανώσει τον κόσμο μας. Και –φυσικά- το να πιστεύει κάποιος στην οικογένεια, όπως και να το κάνουμε, δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα. Ούτε το να φέρνει στον κόσμο όσα παιδιά επιθυμεί. Αλλιώς, ας κατηγορήσουμε τον κάθε πολύτεκνο (μεταξύ αυτών, ας πούμε και τον συμπαίκτη του Γιώργου Πρίντεζη, Βασίλη Σπανούλη) για… εχθρό της κοινωνίας επειδή έκανε το έγκλημα να επισκέπτεται με την σύζυγό του σε τακτική βάση το μαιευτήριο…

Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν εστιάζεται ούτε στην πατρίδα ούτε στη θρησκεία ούτε στην οικογένεια. Τουλάχιστον εάν κάποιος δεν στέκεται δογματικά απέναντί τους, υπερασπιζόμενος με φανατισμό την δική του κοσμοθεωρία στην οποία δεν χωρούν τέτοιες έννοιες και θεσμοί.

Δημιουργείται πρόβλημα και γίνεται έντονο όταν αυτές οι τρεις έννοιες στέκονται η μία δίπλα στην άλλη, δημιουργώντας συνειρμούς που δυστυχώς λόγω της ιστορίας αυτού του τόπου είναι αναπόφευκτοι. Και αυτοί οι συνειρμοί οδηγούν νομοτελειακά σε εκείνους που χρησιμοποίησαν το τρίπτυχο «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια» για τους δικούς τους σκοπούς, λερώνοντάς το, όπως άλλωστε συμβαίνει με οτιδήποτε πιάνουν στα χέρια τους οι φασίστες.

Και σε αυτό ακριβώς το σημείο μπορούν να αισθάνονται «δικαιωμένοι» όσοι αντέδρασαν στο σχετικό ποστ. Υποστηρίζοντας, δηλαδή, ότι ο υπαρχηγός του Ολυμπιακού όφειλε να προβλέψει ότι θα συμβεί ό,τι συνέβη. Και πλέον υποστηρίζοντας πως τουλάχιστον εκ των υστέρων πρέπει να κάνει ένα βήμα μπροστά και να ξεκαθαρίσει με το θάρρος που ποτέ δεν του έλειψε ότι μόνο εκείνος μιλά για τον εαυτό του και βάζοντας στις θέσεις του τόσο τους επικριτές του όσο και κάποιους από τους «υπερασπιστές» του, που χαίρονται όπως ο λύκος στην αντάρα και έσπευσαν να οικειοποιηθούν ακόμη κι αυτόν.

Γιατί, Γιώργο Πρίντεζη –με κάθε σεβασμό- μπορείς να έχεις την ίδια άποψη με τον Ηλία Κασιδιάρη για το πώς τρώγονται οι τηγανιτές πατάτες, χωρίς αυτό να γίνεται θέμα. Όταν όμως αφήνεις να «σέρνεται» η ιδέα ότι είναι πιθανό να μοιράζεσαι ανάλογη θέση για το πώς πρέπει να λειτουργούν οι κοινωνίες, τότε ναι, υπάρχει πρόβλημα και μάλιστα μεγάλο.