Κύριοι, λίγη προσοχή με τα νούμερα γιατί στο τέλος θα τρελαθούν και οι μη ψεκασμένοι...

Τα νούμερα και τα «νούμερα» που καταργούν την λογική μας

Σε μια εποχή άκρατου παραλογισμού όπου «γκουρού» και «ειδικοί» κάθε λογής έχουν αποκτήσει λόγο, γνώμη και βήμα (βλέπε social media) για να εκφράσουν τις θέσεις τους και μπορούν να δηλητηριάζουν το μυαλό των υπολοίπων, πολιτικοί, γιατροί, λοιμωξιολόγοι και όσοι άλλοι αποτελούν επίσημους φορείς στην μάχη της καταπολέμησης του κορωνοϊού, οφείλουν να βγουν και να μιλήσουν με λόγια σαφή, ειλικρινά και με τρόπο τέτοιο που να μην αφήνει περιθώριο σε παρερμηνείες και «ψεκασμένες» θεωρίες.

Είναι ξεκάθαρο ότι από τον Ιούλιο και μετά διαπιστώνεται ένα ξεκάθαρο έλλειμμα εμπιστοσύνης απέναντι σε όσους παίρνουν τις αποφάσεις σε ό,τι αφορά στον Covid-19. Καθόλου άδικα, κυριαρχεί η αίσθηση ότι το τελευταίο τρίμηνο σταδιακά καταναλώθηκε ολόκληρο το πολιτικό κεφάλαιο που είχε κατορθώσει να συγκεντρώσει το προηγούμενο διάστημα ο Κυριάκος Μητσοτάκης -με πολύ κόπο και προσπάθεια είναι αλήθεια- γεγονός που αποτυπώνεται στην ολοένα και αυξανόμενη μάζα συμπολιτών μας που όχι μόνο δεν πειθαρχούν στις οδηγίες, αλλά διατρανώνουν την αντίθεσή τους προσελκύοντας παράλληλα νέους «πιστούς» και «μύστες» των παράλογων «πιστεύω» τους.

Και είναι πραγματικά λυπηρό το γεγονός ότι αυτή η έξαρση παράνοιας σημειώνεται αμέσως μετά την κοινή διαπίστωση ότι η Ελλάδα και οι Έλληνες είχαν κερδίσει με μεγάλη διαφορά στα σημεία όλους τους πρώτους γύρους σε αυτόν τον ιδιότυπο αγώνα πυγμαχίας με την πανδημία. Το ότι δεν έπεσε νοκ άουτ ο κορωνοϊός –ούτε στην πατρίδα μας ούτε πουθενά αλλού στον κόσμο- ήταν γνωστό. Το γνώριζαν άλλωστε καλύτερα οι ίδιοι οι ειδικοί, που όμως στη συνέχεια δεν φρόντισαν να επικοινωνήσουν σωστά και με τρόπο που δεν χωρά παρερμηνείες το πόσο εύθραυστο παραμένει το σύστημα υγείας και το πόσο ανυπεράσπιστοι είναι οι πολίτες απέναντι στον συγκεκριμένο φονικό ιό και όσους άλλους ενδεχομένως ακολουθήσουν.

Υπό άλλες συνθήκες, δεν θα ακούγαμε ή θα βλέπαμε τον πρωθυπουργό να προαναγγέλλει την πρόσληψη ΕΠΟΠ (Επαγγελματίες Οπλίτες) ή να μοιράζεται με το κοινό τις εισηγήσεις που δέχεται για αύξηση του χρόνου θητείας και στράτευσης στα 18. Αυτό που θα έμπαινε στο επίκεντρο των όποιων συζητήσεων θα ήταν η θωράκιση των δημοσίων νοσοκομείων, η βελτίωση των συνθηκών εργασίας του νοσηλευτικού προσωπικού, η αύξηση του αριθμού τους και η δημιουργία ενός εθνικού πλάνου ανοικοδόμησης του συστήματος, με την μεγαλύτερη δυνατή πολιτική αποδοχή και συναίνεση.

Αφού, όμως, χάθηκε αυτή η τεράστια ευκαιρία εν μέσω πανδημίας, θα περίμενε κανείς μια έστω πιο προσεχτική και στοιχειοθετημένη στάση από την πλευρά όσων παίρνουν τις κρίσιμες αποφάσεις σε σχέση με τον τρόπο διαχείρισης της παρούσας κρίσης με τα μέσα που διαθέτει το κράτος τούτη την ώρα, την δεδομένη χρονική στιγμή. Θα περίμενε κανείς μια σαφή και κυρίως κοινή γραμμή και γλώσσα επικοινωνίας από επίσημα στόματα, που δεν θα έριχνε νερό στον μύλο των αμφισβητιών, που από το περιθώριο και την γελοιότητα μετατράπηκαν σε ισχυρό πόλο έλξης και παράγοντα διαμόρφωσης της στάσης των υπολοίπων.

Δυστυχώς, όμως, είναι φορές που δεν είναι μόνο τα λόγια και οι ενέργειες των «ψεκασμένων» που δεν βγάζουν νόημα. Το ίδιο, με αναλογικούς όρους τουλάχιστον, μοιάζει να συμβαίνει και με τα νούμερα και τους αριθμούς ή τα στοιχεία που δίνουν οι πραγματικοί ειδικοί, ακολουθώντας την λογική της «δημιουργικής λογιστικής» και της «δημιουργικής ασάφειας» που συναντήσαμε παλιότερα στην οικονομία, με τα γνωστά σε όλους αποτελέσματα.

Υπήρχε η εντύπωση, αν όχι η βεβαιότητα, ότι η έξαρση της πανδημίας την άνοιξη είχε ένα θετικό αποτέλεσμα. Τον διπλασιασμό των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας, όπως τουλάχιστον επικοινωνούσαν προς την κοινή γνώμη τα επιτελικά στελέχη της κυβέρνησης. Και ορισμένοι πίστεψαν ότι αυτή η νέα πραγματικότητα ήταν μια μόνιμη κατάσταση που μετά το πέρασμα του Covid-19, θα έμενε ως «κληρονομιά» στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, προκειμένου αυτό να αντιμετωπίσει άλλες επικίνδυνες καταστάσεις, όπως για παράδειγμα τα θύματα των τροχαίων. Ακούγοντας, όμως, στοιχεία που για το κοινό αυτί δεν βγάζουν νόημα, μένεις να αναρωτιέσαι τι δεν έχεις αντιληφθείς σωστά και γίνεσαι δύσπιστος απέναντι σε όλους και σε όλα.

Πρόσφατα, λοιπόν, μάθαμε από τον καθηγητή, Νίκο Σύψα, ότι το σύστημα δέχεται μεγάλες πιέσεις από την έξαρση του αριθμού των κρουσμάτων κορωνοϊού και μάλιστα ιδιαίτερα στην περιοχή της Αττικής, την ίδια στιγμή που ο επίσημος αριθμός των διασωληνωμένων σε ΜΕΘ είναι «μόλις» 67. Κι ενώ αυτός ο αριθμός είναι όπως και να το δει κανείς μικρός, την ίδια ώρα είναι αρκετός για να καλύψει το 60% των διαθέσιμων κρεβατιών σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας στην πρωτεύουσα! Με απλά λόγια αν συνεχιστεί για λίγο ακόμα η αύξηση των διασωληνωμένων στην Αθήνα το σύστημα θα δοκιμάσει τις αντοχές του, παρά τις πομπώδεις θέσεις για το αντίθετο που διατυπώθηκαν το προηγούμενο διάστημα όταν ο ένας μοίραζε συγχαρητήρια στον άλλον για την «εθνική επιτυχία».

Πιθανότατα όλα αυτά που ο απλός νους καταγράφει ως «ανορθογραφίες» και κενά, να έχουν την εξήγησή τους. Όμως όσο αυτές παραμένουν κτήμα αποκλειστικά των ειδικών και δεν βρίσκουν τον δρόμο τους μέχρι το τελευταίο σπίτι, αυτό το έλλειμμα εμπιστοσύνης θα γιγαντώνεται και θα καταλήξει να γίνει ένα αγεφύρωτο χάσμα που θα μας χωρίζει από αυτούς στους οποίους εμπιστευόμαστε την υγεία και την ασφάλειά μας. Και είναι γνωστό ότι τέτοιου τύπου «τρύπες» θα καλύπτονται πάντα από κάθε λογής «ψεκασμένους» που θα αντιδρούν ακόμη και απέναντι στα πλέον προφανή και αναγκαία μέτρα και θα κερδίζουν διαρκώς έδαφος και νέους συνοδοιπόρους σε αυτό το ταξίδι της παράνοιας το οποίο βρεθήκαμε -θέλοντας και μη- να κάνουμε όλοι μαζί ως κοινωνία.