Από τις αρχές Αυγούστου άρχισε να γίνεται ξεκάθαρο ότι η κατάσταση με τον κορωνοϊό ξέφευγε κατά πολύ σε σχέση με τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης που οραματιζόταν μια «αναίμακτη» τουριστική περίοδο, με άνοιγμα των συνόρων και επιστροφή σε μια (μερική έστω) κανονικότητα.
Η επιτυχής αντιμετώπιση του πρώτου κύματος του ιού που έκανε την Ελλάδα παράδειγμα προς μίμηση σε όλη την Ευρώπη δημιούργησε την ψευδαίσθηση ότι ξεμπερδέψαμε με τον κορωνοϊό. Τα μέτρα χαλάρωσαν, οι αποστάσεις πήγαν περίπατο και αφήσαμε τη θεά ζέστη να κάνει το θαύμα της. Επειδή όμως θαύματα δεν γίνονται στην επιστήμη, ό,τι κάναμε στη θάλασσα της πανδημίας το καλοκαίρι, το βρήκαμε στο αλάτι του φθινοπώρου.
Οι λοιμωξιολόγοι έδωσαν με τις κινήσεις και τις αποφάσεις τους στους πολίτες το λανθασμένο μήνυμα ότι όλα έβαιναν καλώς (τρανό παράδειγμα η απόφαση-παρωδία για τη μη χρήση μάσκας στα mall κι η αύξηση της πληρότητας των πλοίων), πεποίθηση που παγιώθηκε και από την δημόσια εικόνα υπουργών, υφυπουργών και λοιπών στελεχών χωρίς μάσκες σε συναθροίσεις με πολύ κόσμο και δίχως το παραμικρό μέτρο προστασίας.
Πλέον –και με τα νούμερα των κρουσμάτων να είναι πολύ μεγαλύτερα από εκείνα που είχαν οδηγήσει στο γενικευμένο lockdown- η συζήτηση για νέα περιοριστικά μέτρα επανέρχεται και μάλιστα δυναμικά. Ίσως, κιόλας, ιδιαίτερα αργοπορημένα. Ας μην κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάκτυλό μας. Είναι κοινό μυστικό ότι αν δεν αναχαιτιστεί άμεσα η εξάπλωση του ιού, τότε σε 2 μήνες θα μιλάμε για τετραψήφιο νούμερο κρουσμάτων κάθε μέρα και είναι πολύ πιθανό το ενδεχόμενο, αυτός ο τετραψήφιος αριθμός να μην έχει μπροστά το 1, αλλά το 2.
Μπορούμε επίσης να κουβεντιάζουμε επί ώρες για μέτρα επί μέτρων που θα δώσουν την λύση την ώρα που τα ΜΜΜ, τα σχολεία και οι πλατείες θα παραμένουν εστίες υπερμετάδοσης του ιού. Όσο υπάρχουν αυτές οι εστίες οι παρεμβάσεις των λοιμωξιολόγων δυστυχώς θα είναι ημίμετρα χωρίς αποτέλεσμα. Δυστυχώς στο σημείο που φτάσαμε η μόνη λύση για να γυρίσει το χαρτί είναι ένα γενικευμένο lockdown 2 εβδομάδων.
Ασφαλώς κανείς δεν θέλει να το ξαναζήσει, κανείς επαγγελματίας δεν θέλει να βιώσει μια νέα οικονομική ασφυξία όμως εδώ που φτάσαμε πρέπει να πάρουμε θέση στο δίλημμα: Ή επιλέγουμε να σώσουμε την οικονομία με αμφίβολο αποτέλεσμα (καμιά οικονομία δεν μπορεί να κινηθεί με 2000 κρούσματα τη μέρα και το ΕΣΥ γονατισμένο) ή επιστρέφουμε στο σημείο 0, αναχαιτίζουμε τον ιό και περιμένουμε το εμβόλιο τον Δεκέμβρη να του δώσει τη χαριστική βολή. Και στη δεύτερη περίπτωση φυσικά το ρίσκο θα είναι μεγάλο γιατί κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι το εμβόλιο θα εγκριθεί τελικά κι ότι σε ένα μήνα δεν θα ξαναφουντώσουν τα κρούσματα και εμείς θα συζητάμε για τρίτο lockdown.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι και τα δυο μαζί δεν γίνονται. Η κυβέρνηση κατάλαβε το καλοκαίρι ότι δυο καρπούζια στην ίδια μασχάλη (και να σώσουμε την οικονομία και να μην αυξηθούν τα κρούσματα) δεν χωράνε.
Αν αποφασίσει να μην πάει σε νέο lockdown το εναλλακτικό κόστος νέας έξαρσης της πανδημίας θα έχει πολλαπλάσιο αρνητικό αποτύπωμα στα οικονομικά στοιχεία, το ΑΕΠ και την προσπάθεια ανάκαμψης. Και αυτό διότι μετρήσιμο δεν είναι μόνο το κόστος μιας επιχείρησης που αναστέλλει την λειτουργία της, αλλά κι εκείνο που συνεπάγεται η κολοσσιαία διαρκής προσπάθεια αντιμετώπισης της πανδημίας, όσο αυτή δεν καταπολεμάται οριστικά και αμετάκλητα.
Αυτό το κόστος, αυτόν τον «λογαριασμό» θα κληθούν να τον πληρώσουν άλλωστε οι ίδιοι πολίτες που θα πληγούν και από ενδεχόμενο lockdown. Δεν θα κληθούν άλλοι να καταβάλλουν το αντίτιμο, ούτε θα κόψει κάποιος χρήματα από «λεφτόδεντρα». Όποια ποσά δοθούν για τις ανάγκες των νοσοκομείων κλπ θα προκύψουν από ελλείμματα στον κρατικό προϋπολογισμό, τα οποία θα επιχειρηθεί να καλυφθούν μέσω της φορολογικής δήλωσης που θα κάνουμε σε μερικούς μήνες από τώρα.
Μαγικές λύσεις είναι σαφές πως δεν υπάρχουν. Θαύματα δεν γίνονται και όποιος υποστηρίζει το αντίθετο είναι μάλλον τσακωμένος με την αλήθεια. Η πρόσφατη εμπειρία έδειξε ότι το σύστημα στηρίχθηκε, άντεξε και δούλεψε καλύτερα εκείνους τους μήνες που οι πάντες περιόρισαν τα «σούρτα-φέρτα», με ορισμένους προφανώς να πλήττονται περισσότερο λόγω της φύσης της εργασίας τους. Αυτοί πρέπει να στηριχτούν απ’ την κυβέρνηση με ουσιαστικά μέτρα καθώς είδαν μια ολόκληρη χρονιά να πηγαίνει στα σκουπίδια.
Ο υπογράφων θεωρεί ότι ο μοναδικός τρόπος να σωθεί η παρτίδα είναι να ξαναγίνει ένα γενικευμένο lockdown. Ο υπογράφων όμως δεν είναι ούτε πρωθυπουργός, ούτε λοιμωξιολόγος. Εκείνοι έχουν το καρπούζι και το μαχαίρι, εκείνοι πρέπει να πάρουν μια απόφαση όσο δύσκολη κι αν είναι όσο είναι ακόμα νωρίς. Γιατί δυστυχώς σε δυο εβδομάδες μπορεί να είναι πολύ αργά…