Κανένας υπουργός Παιδείας δεν βλέπει τις καταλήψεις κατά την διάρκεια της θητείας του με καλό μάτι. Σαν άλλοι Τζον Σνόου στο Game Of Thrones αναφωνούν «not on my watch» και ενορχηστρωμένα προσπαθούν να αποδομήσουν τα αιτήματα των μαθητών, παρουσιάζοντάς τους ως κακομαθημένα παιδάκια που μοναδικό στόχο έχουν το να χάσουν μάθημα.
Η Νίκη Κεραμέως δεν διαφέρει σε αυτή την αντίληψη από τους προκατόχους της οι οποίοι ακολούθησαν πάντα τον ίδιο, εύκολο δρόμο της απαξίωσης. Η βασική διαφορά σε σχέση με άλλες αντίστοιχες καταστάσεις είναι ότι αυτή τη φορά τα αιτήματα της μαθητικής κοινότητας δεν αποτελούν κάτι που γνωρίζει αποκλειστικά την ίδια, αλλά ένα θέμα που αγγίζει ολόκληρη την κοινωνία.
Ο κορωνοϊός είναι μια πραγματικότητα την οποία αντιλαμβάνονται όλοι. Δεν είναι κάτι μακρινό και άγνωστο για τους πολίτες, ούτε μια υπόθεση που δεν τους αφορά. Όλοι, πλέον, ξέρουν και όλοι μπορούν εύκολα να αντιληφθούν για ποιο πράγμα μιλούν τα παιδιά πίσω από τα κάγκελα. Χωρίς φυσικά να παραγνωρίζει κανείς το γεγονός ότι ένα σημαντικό κομμάτι αυτών προφανώς και εκμεταλλεύεται την παρούσα κατάσταση μόνο και μόνο για να… yolάρει και να επεκτείνει τις καλοκαιρινές διακοπές του.
Αυτή η διαπίστωση πάντως δεν αλλάζει την γενικότερη αίσθηση ότι αυτή τη φορά οι μαθητές έχουν δίκιο. Τα «μέτρα» που ελήφθησαν στη σχολεία για την καταπολέμηση του κορωνοϊού δεν είναι… μέτρα, αλλά ημίμετρα που καταργούν ακόμα και το αφήγημα της ατομικής ευθύνης. Σε μια τάξη με 25 άτομα μέσα, τι να σου κάνει η ατομική ευθύνη όταν οι αποστάσεις πάνε περίπατο;
Εάν μιλάγαμε για ένα αναπάντεχο γεγονός που προέκυψε αναπάντεχα και απρόσμενα από το πουθενά, θα μπορούσε κάποιος να σταθεί με μεγαλύτερη κατανόηση απέναντι σε αποφάσεις και ενέργειες που δεν αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά ένα πρόβλημα, αλλά αποτελούν ένα «μπάλωμα» για να την… βγάλουμε όσο τον δυνατόν πιο «αναίμακτα» γίνεται.
Υπό αυτή την έννοια τα προβλήματα που υπήρξαν κατά την διάρκεια του λοκντάουν την άνοιξη ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενα και θα ήταν αιθεροβάμων όποιος πίστευε ότι υπό καθεστώς απίστευτης πίεσης χρόνου μια οποιαδήποτε ελληνική (και το τονίζουμε αυτό) κυβέρνηση θα ήταν σε θέση να κάνει κάτι καλύτερο από αυτό που συνέβη με τα μαθήματα μέσω τηλεκπαίδευσης. Από τότε όμως πέρασαν μήνες ενώ οι επιστήμονες είχαν ήδη προειδοποιήσει για το δύσκολο φθινόπωρο που ερχόταν και οι υπεύθυνοι για την χάραξη πολιτικής είχαν στην διάθεσή τους επαρκές χρονικό διάστημα προκειμένου να έρθουν στις αρχές Σεπτεμβρίου και να παρουσιάσουν την καλύτερη δυνατή (στο μέτρο του εφικτού) πρόταση. Που αν έδειχνε την στοιχειώδη –έστω- μελέτη και σύνεση θα είχε και ευρεία αποδοχή στην κοινωνία.
Η μόνη λύση θα ήταν η υλοποίηση της πρότασης που θα προστάτευε εκπαιδευτικούς και μαθητές η οποία προβλέπει την διδασκαλία σε τάξεις στις οποίες ο αριθμός των μαθητών δεν θα ξεπερνούσε τα 15 άτομα. Και για να συμβεί αυτό θα απαιτείτο μια γενναία χρηματοδότηση προκειμένου σχολεία να μπορούν να λειτουργήσουν με διπλές βάρδιες πρωί και απόγευμα αλλά και η αλλαγή χρήσης δημόσιων κτηρίων μέσω της επίταξής τους και της μετατροπής τους σε αίθουσες διδασκαλίες. Οι (αναγκαστικά) εγκαταλελειμμένες ΔΟΥ στο λεκανοπέδιο Αττικής θα μπορούσαν να είναι μια καλή αρχή, ενώ στο ίδιο μοτίβο θα μπορούσαν να κινηθούν και οι κυβερνώντες και με άλλου τύπου εγκαταστάσεις που υπό την παρούσα μορφή και λειτουργία τους δεν προσφέρουν το παραμικρό.
Κανείς δεν υποστηρίζει ότι κάτι τέτοιο θα ήταν εύκολο. Αλλά για τα δύσκολα χρειάζεσαι μια στιβαρή και αποφασιστική κυβέρνηση. Για να αναλάβει την ευθύνη εκπόνησης και εφαρμογής ενός σχεδίου και ενός πλάνου δράσης. Να οργανώσει υπουργεία (Οικονομικών, Παιδείας, Εσωτερικών) και αρμόδιους φορείς με τέτοιο τρόπο ώστε να δοθούν ουσιαστικές λύσεις και όχι ημίμετρα σαν αυτά που εξήγγειλε, τα οποία είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα αποδώσουν αλλά και ότι θα προκαλούσαν ανησυχία και αντιδράσεις από καθηγητές, μαθητές αλλά και γονείς που βάζουν στην κορυφή της ιεράρχησης της ατομικής ευθύνης τους την προστασία των παιδιών τους.