Η Μεγάλη Βρετανία είναι η χώρα με τον πιο ταχύ ρυθμό εμβολιασμού για την αντιμετώπιση της covid-19. Από τις 8 Δεκεμβρίου, που έγινε το πρώτο, σε παγκόσμιο επίπεδο, εμβόλιο έχουν εμβολιαστεί περίπου ένα εκατ. άνθρωποι, είτε με την πρώτη δόση του εμβολίου της Pfizer/BioNTech, είτε με αυτή της Οξφόρδης/AstraZeneca.
Παρά ταύτα, όπως εξηγεί και ο Ηλίας Μόσιαλος στη σελίδα του στο Facebook, ο ρυθμός εξάπλωσης της νόσου παραμένει πολύ μεγάλος στη χώρα, εξαιτίας και της νέας, πιο μεταδοτικής, παραλλαγής του ιού. Τα νοσοκομεία συνεχίζουν να πιέζονται και καθημερινά αναφέρονται δεκάδες χιλιάδες νέες λοιμώξεις – συνθήκες που έχουν μετατρέψει τη διαδικασία εμβολιασμού σε αγώνα δρόμου προκειμένου να τεθεί υπό έλεγχο η πανδημία και να ανοίξει εκ νέου η εκπαίδευση και η οικονομία.
Σε αυτό το πλαίσιο η βρετανική κυβέρνηση έλαβε δύο αμφιλεγόμενες αποφάσεις, κόντρα στη στρατηγική εμβολιασμού που ακολουθείται (για την ώρα) παγκοσμίως. Πριν από λίγες εβδομάδες προκάλεσε αντιδράσεις, ανακοινώνοντας τα σχέδιά της να καθυστερήσει την χορήγηση της δεύτερης δόσης του εμβολίου για να διασφαλίσει ότι περισσότεροι πολίτες θα μπορούν να εξασφαλίσουν την περιορισμένη προστασία που τους παρέχει η μια δόση.
Αυτό βέβαια σημαίνει ότι η ημερομηνία της δεύτερης δόσης για ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού μπορεί να είναι τελείως άγνωστη, από τη στιγμή που τίθεται θέμα εξάντλησης των αποθεμάτων. Και στον απόηχο αυτού, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα μπορεί να χορηγείται στους πολίτες ένας συνδυασμός δόσεων από διαφορετικά εμβόλια. «Αν δεν είναι διαθέσιμο το ίδιο εμβόλιο ή αν είναι άγνωστο ποιο προϊόν χορηγήθηκε πρώτα είναι λογικό να χορηγηθεί μια δόση από το τοπικά διαθέσιμο προϊόν για να ολοκληρωθεί ο εμβολιασμός», αναφέρεται στις οδηγίες.
Η επικεφαλής εμβολιασμών στο εκτελεστικό όργανο του υπουργείου Υγείας, Μαίρη Ράμσεϊ, δήλωσε ότι αυτό θα συμβεί μόνο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, όταν δηλαδή ο ασθενής βρίσκεται σε «υψηλό άμεσο κίνδυνο«, ή θεωρείται «απίθανό ότι θα το ξανακάνει». Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση δεν συνιστά τον συνδυασμό εμβολίων, τα οποία απαιτείται να χορηγούνται σε δύο δόσεις και με αρκετές εβδομάδες διαφορά μεταξύ τους.
«Θα πρέπει να καταβάλλεται κάθε προσπάθεια για χορήγηση του ίδιου εμβολίου, αλλά όταν αυτό δεν θα είναι εφικτό είναι προτιμότερο να χορηγηθεί ως δεύτερη δόση ένα άλλο εμβόλιο παρά κανένα», επισήμανε.
Η Μεγάλη Βρετανία είναι η πρώτη που έδωσε έγκριση έκτακτης ανάγκης για τη χρήση των εμβολίων των Pfizer/BioNTech και των AstraZeneca/Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης τον περασμένο μήνα. Και τα δύο αυτά εμβόλια χορηγούνται σε δύο δόσεις με διαφορά αρκετών εβδομάδων μεταξύ τους, αλλά δεν είναι σχεδιασμένα ώστε να συνδυάζονται.
Τα Αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) αναφέρουν ότι τα εγκεκριμένα εμβόλια Covid-19 «δεν είναι εναλλάξιμα» κι ότι «η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα ανάμειξης δεν έχουν αξιολογηθεί».
Ωστόσο, όπως αναφέρει ο Ηλίας Μόσιαλος, η διαφοροποίηση των Βρετανών από την παγκοσμίως αποδεκτή πρακτική δεν συνιστά απαραιτήτως «ανωμαλία». Εξηγεί ότι και τα δυο αυτά εμβόλια είναι ασφαλή κι αποτελεσματικά, ενώ και τα δύο στοχεύουν την πρωτεΐνη-ακίδα του κορωνοϊού, άρα είναι πιθανό η δεύτερη δόση, ακόμα και με διαφορετικό φορέα, να ενισχύσει την ανοσοαπόκριση στην πρώτη δόση. Συμπληρώνει ότι είναι γνωστό από τις περιπτώσεις επαναλοίμωξης ότι οι ασθενείς ανέπτυξαν μεγαλύτερα ποσοστά αντισωμάτων στη δεύτερη έκθεση στον ιό.
Υπενθυμίζει επιπλέον ότι αρχικά η κλινική δοκιμή της Οξφόρδης/AstraZeneca είχε προγραμματιστεί με δοσολογία της μίας δόσης, αλλά προστέθηκε μια αναμνηστική δόση, όταν οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι αυτό πιθανότατα θα ενισχύσει την αποτελεσματικότητα.
Όσο προχωρά η διαδικασία εμβολιασμού, οι επιστήμονες συλλέγουν διαρκώς στοιχεία, ώστε να έχουν στα χέρια τους όσο το δυνατόν περισσότερα δεδομένα. Η καινοτομία των Βρετανών βασίζεται στο ότι η πρώτη δόση πιθανώς παρέχει σημαντικό βαθμό προστασίας και αυτός είναι ο λόγος που έχουν επιδοθεί σε ένα αγώνα δρόμου, προκειμένου να λάβουν αυτή την πρώτη δόση όσο το δυνατόν περισσότεροι πολίτες, παίρνοντας το ρίσκο να εξαντληθούν τα αποθέματα και η νέα παραλαβή να έρθει αφότου έχει παρέλθει ο ενδεδειγμένος χρόνος χορήγησης του δεύτερου εμβολίου.
Όλα αυτά βέβαια απηχούν στην εξής πραγματικότητα: ο δρόμος για την επίτευξη της ανοσίας αγέλης είναι ακόμα μακρύς και ίσως απαιτηθούν κάποιες «παρατυπίες» – το θέμα που έχει προκύψει στο Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να ανακύψει και σε άλλες χώρες – ώστε τα εθνικά συστήματα υγείας να πάρουν μια ανάσα και στο τέλος της πανδημίας να έχουν σωθεί όσο το δυνατόν περισσότερες ζωές.