Η 6η Ιανουαρίου του 2021 είναι μια ημέρα που θα χαραχθεί στην παγκόσμια Ιστορία, κι ας είναι ακόμα νωρίς για να υποστηριχθεί κάτι τέτοιο. Είναι όμως και μια μέρα που ενδεχομένως να αποτελέσει ορόσημο για μια εκ βάθρων αλλαγή των social media.
Για σχεδόν μια δεκαετία γίνεται διαρκής κούβεντα για την στάση των social media και των ηγετών τους γύρω από ζητήματα μετάδοσης ρητορικής μίσους και τρομοκρατίας ή διακίνησης ψευδών ειδήσεων που αφορούν τη δημόσια σφαίρα.
Από τις τρομοκρατικές επιθέσεις που σόκαραν την Ευρώπη από το Bataclan το 2015 μέχρι το Μάντσεστερ και τη Νίκαια πριν μερικούς μήνες ως το σκάνδαλο με την Cambridge Analytica και το σκάνδαλο των αμερικανικών εκλογών του 2016, τα social media είχαν μια πολιτική και δράση που για πολλούς είναι η ρίζα όλων των κακών.
Ας ξεκινήσουμε από μερικές παραδοχές. Όλοι χρησιμοποιούμε τα social media, τα μετατρέψαμε σε επίκεντρο της παγκόσμιας οικονομίας σε βαθμό που καμία επιχείρηση δε μπορεί να εξασφαλίζει οικονομική ανάπτυξη δίχως online προβολή, ιδίως εν καιρώ πανδημίας.
Από το ξημέρωμα της εισβολής στο Καπιτώλιο, μπαίνουμε σε μια νέα φάση συζήτησης γύρω από το τι θα πρέπει να κάνουν τα social media κι ενώ έχει υπάρξει ήδη μιας μορφής καταδίκη από όλα σχεδόν προς τον Τραμπ.
Το Facebook και το Instagram κατήργησαν τα προφίλ του επ΄αόριστον και σίγουρα μέχρι την ορκωμοσία του Μπάιντεν στις 20 Ιανουαρίου. Το Twitter ξεκίνησε με ένα 24ωρο ban, αλλά μόλις ο Τραμπ επανήλθε με tweets που πρακτικά εγκωμίαζαν όσα έγιναν στο Καπιτώλιο, επήλθε δεύτερο ban κι αυτό με άγνωστο τέρμα.
Από κοντά και το Twitch, το Shopify, το Pinterest, το TikTok και το Reddit που άρχισαν να μπανάρουν λογαριασμούς υποστηρικτών του Τραμπ που διέδιδαν τη ρητορική μίσους και επευφημούσαν την πολιορκία του Καπιτωλίου.
Την ίδια στιγμή Google και Apple έσβησαν από τα app store τους το Parler, μια πλατφόρμα-κλώνο του Twitter που αριθμεί 12 εκατομμύρια μέλη, η πλειοψηφία των οποίων είναι οπαδοί του Τραμπ, με τον απερχόμενο Πρόεδρο των ΗΠΑ να σκέφτεται να κάνει προφίλ εκεί, όπου ήδη οι δύο γιοι του είναι άκρως ενεργοί.
Εκτός από τα παραπάνω, το Facebook προχώρησε σε ban κλειστών ομάδων και γκρουπ της QAnon, που αριθμούν συνολικά πάνω από 3 εκατομμύρια μέλη και γενικώς υπάρχει ένα διαρκές monitoring τα τελευταία 24ωρα με σκοπό την επιβολή μιας καθυστερημένης ποινής σε ανθρώπους που είναι διαθέσιμοι να προκαλέσουν χάος.
Το Youtube από την άλλη, μπορεί να μην έχει σβήσει προς το παρόν το προφίλ του Τραμπ, αλλά κατεβάζει διαρκώς βίντεο υποστηρικτών του κτλ.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν για πολλούς αναλυτές μια οικτρά αργοπορημένη αντίδραση, οι οποίοι υποστηρίζουν πως θα έπρεπε να έχει συμβεί από τον πρώτο καιρό που έγινε Πρόεδρος, μιας και από το 2016 ως τώρα, η σωρεία ψευδών αναρτήσεων και μισσαλόδοξων σχολίων είχε ξεπεράσει τους κόκκους άμμου στη Γη!
Είναι αυτή μια ενδεδειγμένη λύση; Το ερώτημα αυτό είχε μια σαφή απάντηση από την προεκλογική περίοδο του 2016. Τότε που άνθρωποι σε άλλες χώρες έφτιαχναν πληρωμένες αναρτήσεις διάδοσης ψευδών αρνητικών ειδήσεων για την Κλίντον και για τον Τραμπ, με στόχο να πλήξουν την πρώτη και να προσφέρουν την αντίστροφη ψυχολογία στον δεύτερο, όπερ και εγένετο.
Τώρα, καθώς ο Τραμπ πρόλαβε να γράψει σε ένα tweet ότι συζητάει και επεξεργάζεται το ενδεχόμενο να στήσει ένα δικό του social media, όπου αυτός και οι οπαδοί του θα γράφουν ανεξέλεγκτα ό,τι θέλουν και – ποιος ξέρει; – θα μπορούν να οργανώσουν ακόμα και πραξικόπημα, το ερώτημα δεν έχει και τόσο ξεκάθαρη απάντηση.
Γιατί μέχρι σήμερα, τα λεγόμενα του Τραμπ εντός των social media ήταν γνωστά, ελεγχόμενα και μπορούσε να περιοριστεί η παρουσία τους χωρίς να αφαιρείται ο χώρος που καταλάμβαναν τα accounts του. Σε περίπτωση που η τωρινή στάση των social media τον ωθήσει να αναζητήσει αλλού μια πλήρη ελευθερία μισερού λόγου και ψευτιάς, οι άσχημες εκπλήξεις από μεριάς του προς ακόμα και την ίδια τη δημοκρατία, μπορεί να αυξηθούν πολύ επικίνδυνα.
Εξάλλου, ο Τραμπ και χωρίς social media μια χαρά περνούσε τα ψεύδη του μέσω του Fox και άλλων φίλα προσκείμενων μέσων, ενώ διαθέτει γνωριμίες και δύναμη για να χτίσει τον δικό του κολοσσό media.
Κι ο Τραμπ φυσικά δεν είναι η μόνη περίπτωση στον κόσμο. Είναι η κορυφαία περίπτωση σαφώς λόγω του αξιώματος και το μύθου δεκαετιών που χτίσαμε παντού πως οι ΗΠΑ είναι το κράτος-οδηγός του πλανήτη, αλλά κι αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να αλλάξει.
Όχι μόνο γιατί αποδεικνύεται πως μιλάμε για ένα συλλήβδην κακοφορμισμένο κράτος, αλλά και γιατί τραβάει τόση προσοχή, ώστε αγνοούνται περιπτώσεις όπως του εκπροσώπου των Ταλιμπάν που έχει μια χαρά ενεργό προφίλ στο Twitter, του προέδρου των Φιλιππίνων Ροδρίγο Ντουέρτε που κυνηγάει δημοσιογράφους παρακολουθώντας τις αναρτήσεις τους στο Facebook ή του Ναρέντρα Μόντι, του Ινδού προέδρου, που επενδύει στην εθνικιστική βία!
Πλέον, ως προς αυτό το ζήτημα, το ενδιαφέρον θα στραφεί στο Κογκρέσο, εκεί όπου η νέα σύσταση κοινοβουλίου θα κληθεί να βρει και να ψηφίσει νέους κανονισμούς γύρω από τη χρήση των social media και συνήθως ό,τι ψηφίζεται εκεί, γίνεται σιγά σιγά κανόνας και για τον υπόλοιπο κόσμο…