Η «δίκη» του «ανήθικου Κασίγιας» μετά τον χωρισμό…

Με συνοπτικές διαδικασίες

To 1999 οι δρ. Ντέιβιντ Ντάνινγκ και ο μεταπτυχιακός φοιτητής Τζάστιν Κρούγκερ, του τμήματος ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κορνέλ, στοιχειοθέτησαν επιστημονικά και εξ’ αυτού έδωσαν ονομασία σε ένα φαινόμενο που στην εποχή των social media είναι πιο ορατό από ποτέ, παραπέμποντας σε… μεταδοτική ασθένεια.

Σε ελεύθερη μετάφραση θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για το φαινόμενο του «ξερόλα» και του τιμητή των πάντων. Οι δύο ερευνητές επιδόθηκαν σε μια σειρά πειραμάτων, ζητώντας από προπτυχιακούς φοιτητές Ψυχολογίας να συμπληρώσουν κάποια τεστ γραμματικής, λογικής και χιούμορ και κατόπιν να εκτιμήσουν πώς τα πήγαν.

Το αποτέλεσμα ήταν οι φοιτητές με τις χαμηλότερες βαθμολογίες να υπερεκτιμήσουν τις επιδόσεις τους, ενώ οι φοιτητές με τις υψηλότερες βαθμολογίες να υποτιμήσουν τους εαυτούς τους. Στη μελέτη που εξέδωσαν οι Ντάνινγκ και Κρούγκερ, ανέδειξαν το εξής στοιχείο: για να ξέρει κανείς πόσο καλά τα πήγε σε ένα τεστ γραμματικής, πρέπει να ξέρει γραμματική. Που σημαίνει ότι όσοι δεν είχαν τις απαραίτητες γνώσεις ήταν λογικό να μην μπορούν να αξιολογήσουν τις γνώσεις τους.

Τελικά η έρευνα έδωσε επιστημονική διάσταση σε αυτό που σήμερα ορίζεται ως μια γνωστική διαταραχή στην οποία άτομα περιορισμένων δεξιοτήτων αποκτούν μια ψευδαίσθηση ανωτερότητας, εκτιμώντας εσφαλμένα ότι οι γνωστικές τους ικανότητες είναι υψηλότερες από ό,τι πραγματικά είναι.

Κοντολογίς, το «σύνδρομο ανωτερότητας» που χαρακτηρίζει τα αφοριστικά σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και περιγράφει όσους γνωρίζουν τα… πάντα, ανταποκρίνεται στη βασική αρχή του φαινομένου «Ντάνινγκ – Κρούγκερ».

Το συναντά κανείς εν αφθονία στα social media, σε κάθε έκφανση και με κάθε αφορμή: από ζητήματα ήσσονος σημασίας έως τέτοια εθνικής και υγειονομικής – καλή ώρα – ασφάλειας

Και καλά για τα πρώτα, ας έχεις άποψη για το πώς αλλάζει η λάμπα στον πολυέλαιο ή απεγκλωβίζεται μια γάτα από ένα δέντρο (που μεταξύ μας δεν θα έπρεπε ούτε για αυτά, αν είσαι αδαής), αλλά για το τι πρέπει να γίνει στα ελληνοτουρκικά ή γιατί παίζουμε τη ζωή μας κορόνα-γράμματα με το εμβόλιο για την covid-19, είναι κάπως… άκομψο να διατυπώνει ο καθείς το μακρύ και το κοντό του.

Εκεί βέβαια που η κατάσταση μπορεί να ξεφύγει τελείως εκτός ελέγχου είναι η ανθρωποφαγία και η ισοπεδωτική κριτική για οτιδήποτε δεν ταιριάζει στην αισθητική μας ή ακόμη χειρότερα στα στερεότυπά μας. Τελευταίο τρανταχτό παράδειγμα ο «λιθοβολισμός» του Ίκερ Κασίγιας με αφορμή την είδηση για το χωρισμό του με τη Σάρα Καρμπονέρο.

Και τι δεν ξεστόμισε ο «ελεύθερος σκοπευτής» του διαδικτύου, που παραμονεύει για αποδοκιμάσει οτιδήποτε (δεν) άπτεται της αρμοδιότητας του. Ο «μικρόψυχος», «ανήθικος», «άκαρδος», «άσπλαχνος» – βάλτε ό,τι άλλο στερητικό «α» θέλετε – Κασίγιας έγινε δαχτυλοδεικτούμενος και στην Ελλάδα, για το timing του διαζυγίου με την πρώην πια σύζυγό του. Ο λόγος είναι ότι η Καρμπονέρο εισήχθη στις αρχές Φεβρουαρίου ξανά στο νοσοκομείο, πιθανόν λόγω μετάστασης του καρκίνου, και ως εκ τούτου ο παλαίμαχος ποδοσφαιριστής όφειλε να σταθεί πλάι της, ιδίως σε αυτή τη δύσκολη περίοδο της ζωής της.

Αδιάφορο αν στην ανακοίνωση της 37χρονης ρεπόρτερ γίνεται λόγος για «από κοινού απόφαση», αδιάφορο επίσης αν ευσταθούν κάποια δημοσιεύματα που αναφέρουν ότι ο λόγος που οδήγησε στη νοσηλεία της είναι ένα άλλο πρόβλημα υγείας, άσχετο με τον καρκίνο. Για τους θεματοφύλακες του φαινομένου «Ντάνινγκ – Κρούγκερ» όλα τα υπόλοιπα είναι ψιλά γράμματα.

Δεν χρειάζεται να ξέρουν αν υπεύθυνος για το διαζύγιο είναι ο Κασίγιας και τις συνθήκες που οδήγησαν σε αυτό. Τους αρκεί να το υποθέτουν. Όπως για τόσα και τόσα άλλα θέματα για τα οποία θεωρούν την άποψη τους βαρύνουσα και τη διακινούν με την αβάσταχτη ελαφρότητα… σοφίας που τους διακρίνει.