Για σένα που διστάζεις να κάνεις το εμβόλιο…

Εκεί που είσαι, ήμουνα. Εκεί που είμαι, θα ‘ρθεις;

Δεν ανήκω στην κατηγορία αυτών που γουστάρουν να λένε στους άλλους τι να κάνουν. Ακόμα και για θέματα που πιστεύω ότι τα γνωρίζω καλύτερα ή πράγματα που θεωρώ αυτονόητα, αποφεύγω να κάνω υποδείξεις.

Ίσως επειδή έχω και ο ίδιος αλλεργία στο να μου κουνάνε (για σωστούς ή λάθος λόγους) το δάχτυλο. Παρόλο που έχω άποψη λοιπόν για το θέμα των εμβολίων (και γενικώς και ειδικώς γι’ αυτά του κορωνοϊού) δεν θα μπω στη διαδικασία να την αναλύσω. Δόξα τω θεώ στα social media, αλλά και γύρω μας, έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά (μετά τους «δικαστές») και οι «γιατροί».

Δεν έχει σημασία λοιπόν τι πιστεύω εγώ για ένα ζήτημα που η γνώμη μου ως παντελώς άσχετου με θέματα υγείας είναι ΤΙΠΟΤΕΝΙΑ. Θα είχε την ίδια αξία με τη γνώμη του κυρίου Αυγολέμονου για την ενδεδειγμένη διαδικασία εκτόξευσης πυραύλων ή με τη γνώμη του Νίκολα Μάλμπασα για το πώς βγαίνει μια καλή σέντρα.

Επειδή όμως την απόφαση του εμβολιασμού τη θεωρώ και κοινωνική (πέρα από ατομική) ευθύνη, μπορώ να περιγράψω τη δική μου εμβολιαστική εμπειρία. Με την ελπίδα να επηρεάσω θετικά έστω και έναν που το σκέφτεται ακόμα/που διστάζει/που δικαιολογημένα σε ένα βαθμό φοβάται για τις παρενέργειες.

Κι εγώ φοβόμουν λοιπόν πριν κλείσω το ραντεβού για το Astra Zeneca. Κι εγώ τρομοκρατούμουν ακούγοντας για το ενδεχόμενο θρομβώσεων. Κι εγώ ήμουν βέβαιος πως οποιαδήποτε αντίδραση του σώματός μου (είτε αυτή υπήρχε, είτε την είχα δημιουργήσει εγώ στο μυαλό μου) θα τη συνέδεα με το εμβόλιο και θα τη θεωρούσα προάγγελο σοβαρότερων επιπλοκών.

Είναι όμως από τις περιπτώσεις που αναγκάζεσαι να βάλεις τα πράγματα στη ζυγαριά. Και όλοι αυτοί οι φόβοι θα ήταν δύσκολο να βαρύνουν περισσότερο από την ελπίδα πως θωρακίζεσαι πια απ’ αυτή την απειλή. Πώς ακολουθείς τις προτροπές αυτών που πραγματικά γνωρίζουν το αντικείμενο (και όχι του Αποστόλη από τα Κάτω Πατήσια ή της κυρα-Σούλας από τα Καβάσιλα).

Πώς προστατεύεις τον εαυτό και τους δικούς σου ανθρώπους από έναν κίνδυνο που (έχει αποδειχθεί πλέον μετά από τόσον καιρό ότι) κανείς δεν ξέρει αν, πώς και πόσο θα τον πλήξει. Πώς βάζεις το δικό σου λιθαράκι σε μια κοινή προσπάθεια ν’ απαλλαχθούμε από τον εφιάλτη που ζούμε σε όλα τα επίπεδα για πάνω από έναν χρόνο τώρα.

Ίσως όλα αυτά να ευθύνονταν για την περίεργη (όσο και ευχάριστη) αίσθηση κατά την αποχώρηση από το εμβολιαστικό κέντρο. Γι’ αυτή την ιδιαίτερη μίνι νιρβάνα. Γι’ αυτό το όμορφο (αν και σύντομο) συναίσθημα που συνδύαζε ανακούφιση και εκπλήρωση καθήκοντος.

Ήταν αυτό το συναίσθημα που βοήθησε όταν ήρθαν οι δύσκολες ώρες. Όταν οι παρενέργειες εμφανίστηκαν σαν τύψεις και έπρεπε να πείσεις τον εαυτό σου ότι έκανε καλά που προσπέρασε τους φόβους του.

Γιατί ναι, σκαρφάλωσαν τα δέκατα στο θερμόμετρο. Το κεφάλι έμοιαζε με κεφάλι hangover από κούπες και ρακές. Το χέρι ήταν βαρύ και το σώμα τις επόμενες μέρες το ένιωθες σαν να τις είχες αρπάξει από 6-7 άσβερκους.

Το δύσκολο όμως δεν είναι να περάσουν όλα αυτά. Είτε διαρκέσουν κάποιες ώρες, είτε κάποιες μέρες, θα εξαφανιστούν. Το δύσκολο είναι να μείνεις ψύχραιμος όταν θα εμφανιστούν. Να μην πανικοβληθείς. Να μη φέρεις στο μυαλό όλες τις θεωρίες των ψεκασμένων που έχεις ακούσει το τελευταίο διάστημα.

Να σκεφτείς πως -αν σε τρομάζουν οι προβλεπόμενες παρενέργειες ενός εμβολίου- θα ήταν άπειρα πιο ψυχοφθόρο να βρεθείς αντιμέτωπος με τις απρόβλεπτες συνέπειες του κορωνοϊού. Να συνειδητοποιήσεις ότι πιθανότατα είναι το τελευταίο κόστος (μετά το βαρύ ψυχολογικό των προηγούμενων μηνών) για να χαρείς ξανά τη ζωή δίχως όρους και όπως ακριβώς τη θυμόσουν…