Η τιμή της δημοσιογραφίας δεν κάηκε στην Εύβοια
Βρείτε μας στο
Επικαιρότητα

Η τιμή της δημοσιογραφίας δεν κάηκε στην Εύβοια

Για ποια δημοσιογραφία μου μιλάς; Ανθρωπιά και αξιοπρέπεια πάνω απ’ όλα

Όλα τα συστατικά ενός «επιτυχημένου» ρεπορτάζ ήταν εκεί. Η φωτιά που κατάπινε δάση και περιουσίες, ο αβοήθητος και ξεχασμένος ηλικιωμένος, η σπασμένη φωνή του, τα δάκρυα και οι λυγμοί και απέναντί του το μικρόφωνο της δημοσιογράφου Ευλαμπίας Ρέβη και η κάμερα του τηλεοπτικού συνεργείου του Open.

Ο Γιάννης Παπαδόπουλος από το στούντιο του καναλιού συντόνιζε και μετά από εμπειρία δεκαετιών σ’ αυτή την δουλειά, γνώριζε πολύ καλά ότι κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε λειτουργούσε υπέρ της τηλεθέασης, του «ιερού δισκοπότηρου» για κάθε σταθμό, για κάθε εκπομπή και –φυσικά- για κάθε δελτίο, σε αυτόν τον αδυσώπητο και συχνά δίχως έλεος και κανόνες δεοντολογίας πόλεμο για τις μετρήσεις

Το βίντεο έγινε viral και προκάλεσε, μάλιστα, και ποικίλες αντιδράσεις. Επιπλέον, δεν ήταν λίγοι, κυρίως επαγγελματίες και «βαριά» ονόματα του χώρου που έψεξαν την συνάδελφο επειδή δεν κατάφερε να κουμαντάρει τον εαυτό της μπροστά σε αυτό που συνέβαινε και τελικά ξέσπασε και η ίδια, συντονίζοντας την ψυχή της με εκείνη ενός ανθρώπου που «διαλυόταν» ενώπιόν της.

Σου λένε οι «ειδικοί», ότι όπως διδάσκεται και στις σχολές δημοσιογραφίας, ο ρεπόρτερ οφείλει να είναι ουδέτερος απέναντι στα γεγονότα και να μην επιτρέπει σε δικές του σκέψεις, αντιλήψεις ή συναισθήματα να «θολώνουν» τον τρόπο με τον οποίο μεταφέρει την είδηση. Από αυτή την άποψη, λοιπόν, η Ευλαμπία Ρέβη πήρε (από τους επαΐοντες) βαθμό κάτω από την βάση και εάν μιλάγαμε όντως για θεωρητικό μάθημα σε κάποιο εργαστήρι, θα την «έκοβαν» κιόλας για το ατόπημά της.

Το να χαρακτηρίσεις αδιανόητη υποκρισία την παραπάνω κρίση δεν είναι υπερβολή. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς πού ακριβώς είναι γραμμένη από «συναδέλφους» και συναδέλφους κάθε -μα κάθε- λέξη του κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας ο οποίος στις μέρες μας έχει μετατραπεί σε κουρέλι, αφού το μόνο που μοιάζει να έχει σημασία είναι το να μείνει κανείς πιστός στην γραμμή του Μέσου και στις ανάγκες που προκύπτουν από τις μετρήσεις.

Οι όποιες «κατηγορίες» σε βάρος της ρεπόρτερ του Open είναι τόσο φαιδρές που μάλλον δεν αξίζει να ασχοληθεί κάποιος παραπάνω με αυτές. Εκείνο, όμως, που έχει την σημασία του και θα έπρεπε ενδεχομένως να συμπεριληφθεί σε κάθε πρόγραμμα δημοσιογραφικών σπουδών (αντί για απαρχαιωμένες, προκάτ αντιλήψεις και θεωρητικά θέσφατα και αξιώματα που ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα) είναι ό,τι συνέβη την ίδια ώρα στο στούντιο του τηλεοπτικού σταθμού.

Τον Γιάννη Παπαδόπουλο ο γράφων δεν τον γνωρίζει προσωπικά. Ούτε έχει βαθιά αντίληψη για τα πεπραγμένα του στο παρελθόν. Τον παρακολουθεί απλά χρόνια τώρα στο γυαλί, όπως ο μέσος τηλεθεατής. Ανεξάρτητα με την πορεία του πάντως και όσα αυτή περιλαμβάνει, από χθες σίγουρα έχει ένα παράσημο να τον συντροφεύει. Και αυτόν αλλά και όποιον άλλον βρισκόταν εκείνη την ώρα στο control room και συμφώνησε στο προφανές. Στο ότι δηλαδή ΕΠΡΕΠΕ να διακοπεί η σύνδεση την ώρα της κορύφωσης του ανθρώπινου δράματος. Άλλοι στη θέση τους όχι μόνο θα συνέχιζαν, αλλά θα ζητούσαν από τον κάμεραμαν και κοντινά… Να εστιάσουμε λιγάκι παραπάνω στο πρόσωπο, στα δάκρυα, στην απόγνωση. Αφού αυτό πουλάει

Δηλαδή τώρα αυτό το χάρηκαν οι οπαδοί της Ρεάλ Μαδρίτης;
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Δηλαδή τώρα αυτό το χάρηκαν οι οπαδοί της Ρεάλ Μαδρίτης;

Αντ’ αυτού, το πλάνο έγινε πιο μακρινό, χαρίζοντας τελικά σε έναν δυστυχή την διακριτικότητα που απαιτούσαν οι στιγμές. Δεν υπήρχε πλέον καμία είδηση εκεί και η παραμονή στο σημείο δεν θα ήταν τίποτα παραπάνω από μια χυδαία εκμετάλλευση του ανθρώπινου πόνου στον βωμό της τηλεθέασης. Κάτι που έχουμε δει να επαναλαμβάνεται αμέτρητες φορές, ακόμη και από τους «φτασμένους» (ειδικά από αυτούς) που σήμερα κουνούν με ύφος το δάχτυλο και κάνουν υποδείξεις, βασιζόμενοι στο γεγονός ότι πια ο κόσμος δεν θυμάται ότι κάποτε κάποιοι πάτησαν σχεδόν κυριολεκτικά επί πτωμάτων για να ανέβουν.

Θυσιάζοντας δηλαδή την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά τους στο όνομα της «δημοσιογραφίας», όπως εκείνοι την αντιλαμβάνονται.

Τον Γιάννη Παπαδόπουλο δεν τον ξέρω. Εκείνο που ξέρω, όμως, είναι ότι σε ένα περιβάλλον που ζητάει συνεχώς να κάνεις εκπτώσεις, αυτός αποτέλεσε μια φωτεινή εξαίρεση που ελπίζω να βρει μιμητές και να εμπνεύσει παιδιά που ονειρεύονται κάποτε να κάνουν καριέρα και να βρεθούν στην θέση του.